Τετάρτη 4 Ιουνίου 2014

Μια βαρύνουσα άποψη για το καθεστώς των νησίδων στο ΝΑ Αιγαίο



Του Κωνσταντίνου Σβωλόπουλου, Ακαδημαϊκού:

Επιτρέψατέ μου να σας παρουσιάσω, όσο είναι δυνατόν συνοπτικότερα, τα βασικά συμπεράσματα από έρευνα ιστορικών πηγών που αφορούν το θέμα της κυριαρχίας επί των νησίδων του νοτιοανατολικού Αιγαίου. Υποστήριξα, βάσει πράγματι ιστορικά διαπιστωμένων τεκμηρίων, ότι, στην ευρύτερη διάρκεια της ιταλικής, καθώς και της «ντε φάκτο» γερμανικής και της βρετανικής στρατιωτικής κατοχής, ασκήθηκε πλήρης, απρόσκοπτη και αδιάλειπτη κυριαρχία σε ολόκληρο το νησιωτικό σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων, επέκεινα της οροθετικής γραμμής των τριών ναυτικών μιλίων από τις μικρασιατικές ακτές1, γεγονός που προσδιορίζει, ελλείψει ρητής συμβατικής αναφοράς γενικής αποδοχής, το καθεστώς που τις διέπει.

Μετά από μακρόχρονη έρευνα σε σημαντικά αρχεία της Ελλάδος και του εξωτερικού κατόρθωσα να συλλέξω στοιχεία που επαληθεύουν αδιάσειστα την υπόθεση αυτή. Τα τεκμήρια που, ενδεικτικά, θα παραθέσω αφορούν, αρχικά, την...χαρτογραφική απεικόνιση του εδαφικού καθεστώτος με ευθύνη των εκάστοτε εξουσιαστικών κρατικών οργάνων της περιοχής των Δωδεκανήσων, καθώς και συγκεκριμένες διοικητικές πράξεις που επιβεβαιώνουν την υπαγωγή του συνόλου των νησαίων εδαφών της περιοχής στην αποκλειστική σφαίρα του εσωτερικού ιταλικού – και στη συνέχεια του βρετανικού ή του ελληνικού δικαίου.

1. Πρώτη καταλυτικής σημασίας μαρτυρία αποτελεί η χαρτογράφηση των εδαφών επί των οποίων ασκήθηκε, διαδοχικά, η ιταλική κυριαρχία, η «ντε φάκτο» γερμανική και η στρατιωτική βρετανική διοίκηση. Η αποτύπωση αυτή φέρει την σφραγίδα των καθ’ ύλην αρμοδίων κρατικών οργάνων.
(α) Η έκταση της ιταλικής κυριαρχίας αποτυπώνεται επακριβώς (1) σε σειρά χαρτών του Στρατιωτικού Γεωγραφικού Ινστιτούτου της Ιταλίας, που εκπονήθηκαν μεταξύ 1928 και 1933 μετά από επίπονη επιτόπια εργασία επίσημα επιφορτισμένων ειδικών (εικόνα Α),

και (2) σε συνολική χαρτογράφηση της περιοχής, την οποία αναπαρήγαγε τυπογραφικά το βρετανικό Ναυαρχείο βάσει της προγενέστερης που είχε εκτυπώσει το ιταλικό Στρατιωτικό Γεωγραφικό Ινστιτούτο (εικόνα Β).

(β) Τα όρια της άσκησης της «ντε φάκτο» γερμανικής κυριαρχίας υποδηλώνονται σε επίσημο επιτελικό χάρτη που αποτελεί, επίσης, πιστή αναπαραγωγή με υπότιτλους στη γερμανική γλώσσα του προτύπου που είχε εκτυπωθεί από το ιταλικό Στρατιωτικό Γεωγραφικό Ινστιτούτο (εικόνα Γ).

Τα «κρατικά σύνορα» απεικονίζονται, επίσης, με σαφήνεια σε συνολική χαρτογράφηση της περιοχής από το Γενικό Επιτελείο στις 29 Φεβρουαρίου 1944 (εικόνα Δ).

Τα όρια, εξ άλλου, της «ντε φάκτο» γερμανικής διοίκησης επιβεβαιώνονται και σε διάγραμμα της περιοχής των νησαίων εδαφών κατά διοικητική περιφέρεια (εικόνα Ε).

(γ) Ο χώρος ευθύνης της βρετανικής στρατιωτικής διοίκησης, μεταξύ 1945-1948, προσδιορίζεται σε χαρτογραφική απεικόνιση, η οποία περιέχεται στην ετήσια έκθεση του Ανώτατου Διοικητή (εικόνα ΣΤ).

Η άσκηση της διάδοχης ελληνικής διοίκησης ήταν εύλογο να καλύψει τον ίδιο αυτό γεωγραφικό χώρο.

2. Η άσκηση πλήρους, απρόσκοπτης και αδιάλειπτης κυριαρχίας σε ολόκληρο το νησιωτικό σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων μαρτυρείται ακόμα από σειρά δημοσιευμένων μαρτυριών και, κυρίως, επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία που άντλησα από το πλούσιο αρχείο της Ιταλικής Διοίκησης στη Ρόδο.
Η κρατική φροντίδα για την απογραφή ανθρώπων και ζώων, καθώς και των περιουσιακών στοιχείων ή κτίσεων του δημοσίου, την εγκατάσταση ή την άσκηση ελέγχου από τις διοικητικές αρχές, τον περίπλου πολεμικών πλοίων, την ενοικίαση εκτάσεων, κυρίως ως βοσκοτόπων, την εκχώρηση αποκλειστικού δικαιώματος αλιείας, τη σύσταση και τη συντήρηση φάρων, την επέκταση, τέλος, της εκπαιδευτικής μέριμνας, κάλυπτε, όπως αποδεικνύεται, όλα τα εδάφη των νησίδων που βρίσκονταν εκτός των τριών ναυτικών μιλίων από τις μικρασιατικές ακτές. Αλλά και μετά την περιέλευση των νησαίων αυτών εδαφών στην Ελλάδα, η κυριαρχία ασκήθηκε κατά τρόπον ανάλογο – πλήρης και αδιατάρακτη – έως το 1996.

3. Το γεγονός της τουρκικής συναίνεσης στο συγκεκριμένο αυτό εδαφικό καθεστώς πιστοποιήθηκε όταν, στις 6 Απριλίου 1953, ο επίσημος εκπρόσωπος του τουρκικού Υπουργείου των Εξωτερικών επιβεβαίωσε, μετά από πολύμηνη έρευνα και σε απάντηση επιτακτικού ερωτήματος της κυβέρνησης της Μεγάλης Βρετανίας, ιθύνουσας ήδη δύναμης στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ότι η οροθετική γραμμή κυριαρχίας μεταξύ Δωδεκανήσων και Μικράς Ασίας συμπίπτει με την αντίστοιχη, την οποία είχε, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα λίγες ημέρες ενωρίτερα, περιγράψει ο ομόλογός του στο ελληνικό Υπουργείο των Εξωτερικών (εικόνες Ζ,Η).


Αναμφισβήτητα, η χρονική σύμπτωση με την έξαρση, τότε, του κλίματος φιλίας μεταξύ Άγκυρας και Αθήνας δεν θα όφειλε να παραβλεφθεί˙ κατά μείζονα λόγο, αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι έτεινε να αποδώσει πλουσιότερους καρπούς στο πλαίσιο της κοινής ένταξης των δύο χωρών στην Ατλαντική Συμμαχία. Η συγκεκριμένη, εντούτοις, δήλωση της Άγκυρας επιβεβαιώνει, κατά κύριο λόγο, την αποδοχή σε μόνιμη βάση, μετά την ιταλική, της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιωτικά εδάφη της Δωδεκανήσου επέκεινα των τριών μιλίων από τις ασιατικές ακτές, καθώς και στην περιοχή του Καστελορίζου. Παράλληλα, η δήλωση της 6ης Απριλίου 1953 διασαφηνίζει και επιβεβαιώνει την ισχύ του επίσημου χάρτη, ο οποίος δημοσιεύτηκε από το τουρκικό Υπουργείο των Εξωτερικών το ίδιο έτος, φέροντας μεταξύ Δωδεκανήσων και Μικράς Ασίας διαχωριστική γραμμή με τον χαρακτηρισμό «σύνορα κρατών» (εικόνα Θ).

Ο χάρτης αυτός δεν είναι δυνατό παρά να ταυτίζεται με τον αντίστοιχο που ο εκπρόσωπος της τουρκικής Κυβέρνησης είχε επιδείξει στον Σύμβουλο της βρετανικής Πρεσβείας, όπου το σύνορο ήταν, επίσης, «επακριβώς αποτυπωμένο». Άλλως, θα είχε το Υπουργείο Εξωτερικών, σχεδόν ταυτόχρονα, δημοσιοποιήσει επισήμως δύο διαφορετικές εκδοχές, χαρτογραφικά αποτυπωμένες, για τα θαλάσσια σύνορα της Τουρκίας: γεγονός, καθεαυτό, αδιανόητο. Όπως, εξ άλλου, αποδεικνύει ήδη η ενδελεχέστερη διερεύνηση των πηγών, η ίδια διαχωριστική γραμμή μεταξύ Δωδεκανήσων και Μικράς Ασίας έχει αποτυπωθεί στους χάρτες, γενικώς, που συνοδεύουν την αντίστοιχη ετήσια έκθεση του τουρκικού Υπουργείου των Εξωτερικών, με αφετηρία το έτος 1947.

4. Η τουρκική κυβέρνηση ουδέποτε έκτοτε, έως το έτος 1996, αμφισβήτησε το δικαίωμα άσκησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος επέκεινα της γραμμής που προβλέπει ο Ν. 518/48 για την πλήρη μεταβίβαση αυτούσιου του συμπλέγματος των νήσων και νησίδων της περιοχής των Δωδεκανήσων από την βρετανική στην ελληνική Διοίκηση. Την θέση αυτή δεν αναιρεί, όπως επιχειρήθηκε να υποστηριχτεί εκ των υστέρων από την τουρκική πλευρά, η αναφορά στη χάραξη των συνόρων «βορειότερον» των Δωδεκανήσων, αλλ’, αντίθετα, την επιβεβαιώνει. Την άποψη αυτή, αυτονόητα βάσιμη, επιρρωνύει ρητά επίσημο έγγραφο που επεσήμανα στο Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών της Ελλάδος (εικόνα Ι).



Συγκεκριμένα, στις αρχές Δεκεμβρίου 1954, καθ’ υπόδειξη του Γ.Ε.ΕΘ.Α./ ΓΕΝ και της ελληνικής Πρεσβείας στην Άγκυρα, ο Στρατιωτικός Ακόλουθος Παν. Μουτούσης, Συνταγματάρχης Μηχανικού, ζήτησε, κατόπιν εντολής των ελληνικών αρχών, από το τουρκικό Γ.Ε.ΕΘ.Α. να ενημερωθεί επί του θέματος «της χαράξεως θαλασσίων συνόρων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας εις την περιοχήν του Αιγαίου». Η συνάντηση με τους τούρκους υπευθύνους, της οποίας και τηρήθηκαν πρακτικά, πραγματοποιήθηκε, στις 4 Δεκεμβρίου, στο γραφείο του αντισυνταγματάρχη Κιασίμ, Διευθυντή του αρμόδιου τμήματος, παρουσία τεσσάρων ακόμη τούρκων αξιωματικών – δύο του Στρατού Ξηράς και δύο του Ναυτικού.
Κατά τη συνάντηση αποσαφηνίστηκε πλήρως η θέση της Άγκυρας επί του θέματος των θαλασσίων συνόρων κατά μήκος του ανατολικού Αιγαίου. Συγκεκριμένα διευκρινίστηκε ότι:
(α) Η εκκρεμότητα που καλούνταν ήδη οι εκπρόσωποι των δύο κρατών να αντιμετωπίσουν αφορούσε την χάραξη «από καθαρώς τεχνικής πλευράς» των θαλασσίων συνόρων βορειότερον των Δωδεκανήσων, ήτοι μεταξύ των νήσων Σάμου-Χίου-Μυτιλήνης και των τουρκικών ακτών.
(β) «Δεν υφίσταται - διευκρινιζόταν με την ευκαιρία αυτή – σχεδόν ζήτημα χαράξεως συνόρων μεταξύ Δωδεκανήσου και Τουρκίας, διότι ταύτα παραμένουσιν ως είχον καθορισθεί μεταξύ Ιταλία - Τουρκίας επί ιταλικής κατοχής».
(γ) Η επίλυση του θέματος της χάραξης γραμμής θαλασσίων συνόρων ενδιέφερε – όπως ανέφερε τούρκος αξιωματικός – το ΝΑΤΟ.
Ο καθηγητής Κ. Οικονομίδης έχει ήδη επισημάνει ότι με την ελληνική διακοίνωση προς την Άγκυρα, στις 3 Ιουνίου 1955, επιζητήθηκε η χάραξη «επί χάρτου των θαλασσίων συνόρων των δύο χωρών βορείως της Δωδεκανήσου» και αναφέρεται έμμεσα στη συνάντηση της 4ης Δεκεμβρίου 1954, στη διάρκεια της οποίας είχε διαπιστωθεί ότι «το σύνορο της Δωδεκανήσου υπήρχε ήδη». Ο καθηγητής Huseyin Pazarci, εντούτοις, προϊστάμενος της Νομικής Υπηρεσίας του τουρκικού Υπουργείου των Εξωτερικών, αμφισβήτησε την έννοια του όρου «βορείως», υποστηρίζοντας ότι γίνεται αναφορά στο βόρειο τμήμα του Δωδεκανησιακού συμπλέγματος. Ήδη, η επισήμανση, καθεαυτού, του κειμένου της έκθεσης Μουτούση δεν αφήνει οποιοδήποτε περιθώριο αμφισβήτησης: η ρητή αναφορά – τρεις φορές – του όρου «βορειότερον της Δωδεκανήσου» διασταυρώνεται με την απόλυτα διασαφηνιστική παράλληλη δήλωση των τούρκων εκπροσώπων ότι τα σύνορα μεταξύ Δωδεκανήσου και Τουρκίας «παραμένουσιν ως είχον καθοριστεί μεταξύ Ιταλίας – Τουρκίας».

Αποτελεί γεγονός ευοίωνο για την οριστική, βάσει των αντικειμενικών δεδομένων, επίλυση της αντιγνωμίας μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας με αναφορά στο καθεστώς των νησίδων του νοτιοανατολικού Αιγαίου, η επισήμανση των ιστορικών τεκμηρίων.______________________________________________________________________________________

1. Από τον συγκεκριμένο κανόνα εξαιρέθηκε η περιοχή του Καστελλόριζου, όπου, βάσει και του ιταλοτουρκικού συμβατικού διακανονισμού της 4ης Ιανουαρίου 1932, προβλέφθηκε η εκχώρηση, και αυτής, στην Ιταλία.
2. Εκτενέστερα, βλ. την αυτοτελή μελέτη Κ. Σβολόπουλου, Το καθεστώς των νησίδων στο Νοτιοανατολικό Αιγαίο: η μαρτυρία των πηγών, Αθήνα (Υπουργείο Αιγαίου - Βιβλιοπωλείο της Εστίας), 2002.
3. Biblioteca Querini Stampalia:Istituto Geografico Militare, Isola de Calolino, Mappatore Cap. Bonessa• capo sezione Ten. Col. Gianni• Rilievo del 1932 - anno X.
4. Public Record Office: F.O. 925/41402, Italian Islands in the Aegean Sea. Reproduced from map prepared by Istituto Geografico Militare, 1928, scale 1:500.000, (1931).
5. Militargeschichtliches Forschungsamt, Potsdam (MGFA), Deutsche Heereskarte (Nicht fur die Offentlichkeit bestimmt).
6. Militargeschichtliches Forschungsamt, Potsdam (MGFA), Deutsche Heereskarte Ausgabe Nr. 2, Stand 29.2.44 (Nur fur den Dienstgebrauch!).
7. Militargeschichtliches Forschungsamt, Potsdam (MGFA), Karte des Dodekanes, 1:25.000, Stand 1.5.44.
8. Public Record Office: F.O. 371/67024, Annual Report by the Chief Administrator on the British Military Administration of the Dodecanese Islands for the period 1 January, 1946, to 31 December, 1946, Appendix A.
9. Λεπτομερείς αναφορές, βλ. Κ. Σβολοπούλου, ο.π., σσ. 21-310.
10. Τα έγγραφα επεσήμανα στα αρχεία του P.R.O., F.O. 371/10558, British Embassy (Athens) to Foreign Office, March 16, 1953• Εκτενέστερα, βλ. Κ. Σβολοπούλου, ο.π., σσ. 30-38. Πρώτη δημοσίευση C. Svolopoulos - E. Hatzivassiliou, "Turkey's acceptance of the demarcation line in the Dodecanesian area, 1953", R.H.D.I., 54 (2001), p.p. 517-526.
11. France. Ministere des Affaires Etrangeres: Europe, 1944-1955, Turquie/62, Republique Turque. Ministere des Affaires Etrangeres, Rapport annuel sur le mouvement des navires des Detroits Turcs, Ankara, janvier 1953, Annexe.
12. ο.π.,[1947 κ.ε.].
13. ΥΠΕΣ: Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο, Πρεσβεία Άγκυρας/1954, Π. Μουτούσης προς ΓΕΕΘΑ/ΓΕΝ, 4 Δεκεμβρίου 1954.
14. C. Economides, "Les ilots d' Imia dans la Mer Egee: un differend cree par la force",R.G.D.I.P., 102 (1997), σσ. 323-352.
15. H. Pazarci, "Differend greco-turc sur le statut de certains ilots et rochers dans la Mer Egee: une reponse a Mr. C.P. Economides", ο.π., σσ. 353-378• επίσης, βλ. C.P. Economides "Quelques commentaires sur l' article de H. Pazarci", σσ. 379-389.
http://www.academyofathens.gr/ecPage.asp?id=1184&nt=18&lang=1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου