Για πολλούς το καλοκαίρι ήδη ξεκίνησε, όμως από αστρονομική άποψη αυτό θα συμβεί 21 Ιουνίου οπότε θα συμβεί το θερινό ηλιοστάσιο και θα εγκαινιάσει τυπικά την έναρξη του καλοκαιριού στο βόρειο ημισφαίριο, όπου ανήκει και η χώρα μας.
Την ίδια στιγμή, στο νότιο ημισφαίριο θα συμβεί το χειμερινό ηλιοστάσιο και έτσι θα αρχίσει ο χειμώνας. Στο βόρειο ημισφαίριο, ο Ήλιος θα βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο του στον ουρανό και η μέρα θα έχει την μεγαλύτερη διάρκεια του έτους, καθώς ο βόρειος πόλος της Γης θα είναι στραμμένος προν τον Ήλιο.
Αντίθετα, στο χειμερινό ηλιοστάσιο, ο Βόρειος Πόλος βρίσκεται στο πιο απομακρυσμένο σημείο από τον Ήλιο. Από αύριο Κυριακή οι μέρες θα αρχίσουν σιγά-σιγά να μικραίνουν, ώσπου σχεδόν να εξισωθούν με τις νύχτες κατά την φθινοπωρινή ισημερία.
Το θερινό ηλιοστάσιο αποτελούσε ανέκαθεν πολύ σημαντικό γεγονός για το ανθρώπινο γένος. Οι αρχαίοι πολιτισμοί διοργάνωναν πολυήμερες γιορτές για να τιμήσουν τον Ήλιο.
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ο Ήλιος ήταν Τιτανίδης, παιδί του Υπερίωνα και της Θείας. Είχε δύο αδελφές. Την Σελήνη και την Ηώ.
Από τον 5ο π.Χ. αιώνα με την πλήρη επιβολή του δωδεκάθεου δεν θεωρείται αυτοτελείς θεότητα αλλά συγχέεται με τον Απόλλωνα. Για τον λόγο αυτό ο Απόλλων καλείται και Φοίβος που σημαίνει λάμπων Θεός. Εκτός όμως από την ελληνική μυθολογία αναφορές στον Θεό βρίσκουμε και σε άλλους λαούς. Συναντάμε λοιπόν τον Σαμάς των Βαβυλωνίων, τον Βαάλ των Ασσυρίων τον Ελ των Φοινίκων και των Χαναναίων, τον Μολώχ των Αμμωνιτών, τον Χιμώχ των Μωαβιτών, τον Άμμωνα Ρα και τον Φθά των Αιγυπτίων, τον Σούρυα των Ινδών, τον Μίθρα των Περσών, τον Σολ των Λατίνων, τον Γιαρίλα των Σλάβων, τον Μπελένος των Κελτών καθώς και τον θεό Ίντι στους Ίνκας και στους Ατζέκους.
Από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια ο άνθρωπος υποδέχεται το καλοκαίρι με φωτιές τη νύχτα του ηλιοτρόπιου, την πιο μικρή νύχτα του χρόνου για το Βόρειο Ημισφαίριο, με τον ήλιο να στρέφεται προς το καλοκαίρι. Η νύχτα της 21ης Ιούνη είναι αυτή που ανάβουν οι φωτιές, στο κατώφλι του καλοκαιριού. Οι φωτιές τη νύχτα του Ηλιοτρόπιου έχουν σκοπό να εξαγνίσουν κάθε κακή τροπή, εξασφαλίζοντας στον ήλιο τον αιώνιο δρόμο στο δώμα του ουρανού.
Στην Αρχαία Ελλάδα η νύχτα του Ηλιοτρόπιου, ήταν η γιορτή μιας ερωτικής μαγείας, με τους νέους να ανταλάσσουν ερωτικούς όρκους και να πηδούν πάνω από τις φωτιές για να εξαγνίσουν αυτούς τους όρκους αποδιώχνοντας κάθε επιβουλή. Ηταν οι φωτιές της τύχης, πηδώντας πάνω από τις φλόγες τρεις φορές.
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ο Ήλιος ήταν Τιτανίδης, παιδί του Υπερίωνα και της Θείας. Είχε δύο αδελφές. Την Σελήνη και την Ηώ.
Από τον 5ο π.Χ. αιώνα με την πλήρη επιβολή του δωδεκάθεου δεν θεωρείται αυτοτελείς θεότητα αλλά συγχέεται με τον Απόλλωνα. Για τον λόγο αυτό ο Απόλλων καλείται και Φοίβος που σημαίνει λάμπων Θεός. Εκτός όμως από την ελληνική μυθολογία αναφορές στον Θεό βρίσκουμε και σε άλλους λαούς. Συναντάμε λοιπόν τον Σαμάς των Βαβυλωνίων, τον Βαάλ των Ασσυρίων τον Ελ των Φοινίκων και των Χαναναίων, τον Μολώχ των Αμμωνιτών, τον Χιμώχ των Μωαβιτών, τον Άμμωνα Ρα και τον Φθά των Αιγυπτίων, τον Σούρυα των Ινδών, τον Μίθρα των Περσών, τον Σολ των Λατίνων, τον Γιαρίλα των Σλάβων, τον Μπελένος των Κελτών καθώς και τον θεό Ίντι στους Ίνκας και στους Ατζέκους.
Από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια ο άνθρωπος υποδέχεται το καλοκαίρι με φωτιές τη νύχτα του ηλιοτρόπιου, την πιο μικρή νύχτα του χρόνου για το Βόρειο Ημισφαίριο, με τον ήλιο να στρέφεται προς το καλοκαίρι. Η νύχτα της 21ης Ιούνη είναι αυτή που ανάβουν οι φωτιές, στο κατώφλι του καλοκαιριού. Οι φωτιές τη νύχτα του Ηλιοτρόπιου έχουν σκοπό να εξαγνίσουν κάθε κακή τροπή, εξασφαλίζοντας στον ήλιο τον αιώνιο δρόμο στο δώμα του ουρανού.
Στην Αρχαία Ελλάδα η νύχτα του Ηλιοτρόπιου, ήταν η γιορτή μιας ερωτικής μαγείας, με τους νέους να ανταλάσσουν ερωτικούς όρκους και να πηδούν πάνω από τις φωτιές για να εξαγνίσουν αυτούς τους όρκους αποδιώχνοντας κάθε επιβουλή. Ηταν οι φωτιές της τύχης, πηδώντας πάνω από τις φλόγες τρεις φορές.
Οι Δρυίδες των αρχαίων Κελτών της Βρετανίας στο Στόουνχετζ. γιόρταζαν τις «Φωτιές της ακτής». Πρόκειται για έναν κύκλο μεγαλίθων, που κατασκευάστηκε μεταξύ του 2500 π.Χ. και του 2000 π.Χ.
Στα ερείπια του Stonehenge, η ανατολή του θερινού ηλιοστασίου εμφανίζεται στον ορίζοντα σε ευθυγράμμιση με την ογκώδη κύρια πέτρα του μνημείου. Κάθε χρόνο, τουρίστες από κάθε γωνιά του κόσμου το επισκέπτονται αυτή την ημέρα.
Στη Ρώμη γιόρταζαν τα «Βεστάλια», μια γιορτή προς τιμήν της θεάς Βεστά, που είναι η Ελληνική Εστία, και αυτές οι γιορτές της φωτιάς διαρκούσαν μια ολόκληρη εβδομάδα. Οι Γαλάτες γιόρταζαν την Επόνα, μια θηλυκή θεότητα που την απεικόνιζαν συνήθως να καβαλά μια φοράδα. Αυτή η θεότητα ήταν η προσωποποίηση της. Οι Κέλτες της Ευρώπης υποδέχονταν και εκείνοι με φωτιές το καλοκαίρι, τη νύχτα του Ηλιοτρόπιου. Νεαρά ζευγάρια πηδούσαν πάνω από τις φωτιές και πίστευαν πως όσο πιο ψηλά πηδήσουν πάνω από τις φλόγες, τόσο πιο πολύ θα μεγάλωναν τα σπαρτά. Στην αρχαία Κίνα αυτή η νύχτα ήταν αφιερωμένη στις θηλυκές δυνάμεις της γής, τις γιν δυνάμεις. Οι ιθαγενείς φυλές της Αμερικής όπως οι Natchez έκαναν την γιορτή της πρώτης συγκομιδής. Σε κανέναν δεν ήταν επιτρεπτό να μαζέψει το καλαμπόκι του πριν την λήξη της. Στην φυλή Χόπι οι άνδρες μεταμφιεζόταν σε Kachinas, τα πνεύματα χορευτές της βροχής, που μεταφέρουν τα μηνύματα των ανθρώπων στους θεούς.
Στη σημερινή Ελλάδα, υπάρχουν ακόμη στη θέση εκείνης της γιορτής, οι Φωτιές του Αη-Γιαννιού, του Κλήδονα, που σε κάποιες περιοχές τις λένε «του Αη-Γιαννιού του ηλιοτροπιού», προσδιορίζοντας επακριβώς την καταγωγή του εορτασμού, που αντί για τις 21 Ιουνίου, γίνεται την παραμονή του Αη-Γιάννη, δηλαδή τη νύχτα της 23ης Ιουνίου. Και σήμερα ακόμη, σε πολλά μέρη της Ελλάδας, οι φωτιές ανάβουν με τη δύση του ήλιου και στις φλόγες τους ρίχνονται τα ξερά στεφάνια της πρωτομαγιάς, ενώ αυτοί που πηδούν ύστερα πάνω από τις φωτιές κάνουν κρυφές ευχές μέσα τους, ελπίζοντας να ευοδωθούν. Φαίνεται ότι ούτε η χριστιανική θρησκεία κατάφερε τελικά να ξερριζώσει αυτές τις αρχαιότροπες δοξασίες, ακόμη και όταν οι τελετουργοί απειλήθηκαν με διωγμούς από την 6η Οικουμενική Σύνοδο, το 680 μ.Χ.
Στα ερείπια του Stonehenge, η ανατολή του θερινού ηλιοστασίου εμφανίζεται στον ορίζοντα σε ευθυγράμμιση με την ογκώδη κύρια πέτρα του μνημείου. Κάθε χρόνο, τουρίστες από κάθε γωνιά του κόσμου το επισκέπτονται αυτή την ημέρα.
Στη Ρώμη γιόρταζαν τα «Βεστάλια», μια γιορτή προς τιμήν της θεάς Βεστά, που είναι η Ελληνική Εστία, και αυτές οι γιορτές της φωτιάς διαρκούσαν μια ολόκληρη εβδομάδα. Οι Γαλάτες γιόρταζαν την Επόνα, μια θηλυκή θεότητα που την απεικόνιζαν συνήθως να καβαλά μια φοράδα. Αυτή η θεότητα ήταν η προσωποποίηση της. Οι Κέλτες της Ευρώπης υποδέχονταν και εκείνοι με φωτιές το καλοκαίρι, τη νύχτα του Ηλιοτρόπιου. Νεαρά ζευγάρια πηδούσαν πάνω από τις φωτιές και πίστευαν πως όσο πιο ψηλά πηδήσουν πάνω από τις φλόγες, τόσο πιο πολύ θα μεγάλωναν τα σπαρτά. Στην αρχαία Κίνα αυτή η νύχτα ήταν αφιερωμένη στις θηλυκές δυνάμεις της γής, τις γιν δυνάμεις. Οι ιθαγενείς φυλές της Αμερικής όπως οι Natchez έκαναν την γιορτή της πρώτης συγκομιδής. Σε κανέναν δεν ήταν επιτρεπτό να μαζέψει το καλαμπόκι του πριν την λήξη της. Στην φυλή Χόπι οι άνδρες μεταμφιεζόταν σε Kachinas, τα πνεύματα χορευτές της βροχής, που μεταφέρουν τα μηνύματα των ανθρώπων στους θεούς.
Στη σημερινή Ελλάδα, υπάρχουν ακόμη στη θέση εκείνης της γιορτής, οι Φωτιές του Αη-Γιαννιού, του Κλήδονα, που σε κάποιες περιοχές τις λένε «του Αη-Γιαννιού του ηλιοτροπιού», προσδιορίζοντας επακριβώς την καταγωγή του εορτασμού, που αντί για τις 21 Ιουνίου, γίνεται την παραμονή του Αη-Γιάννη, δηλαδή τη νύχτα της 23ης Ιουνίου. Και σήμερα ακόμη, σε πολλά μέρη της Ελλάδας, οι φωτιές ανάβουν με τη δύση του ήλιου και στις φλόγες τους ρίχνονται τα ξερά στεφάνια της πρωτομαγιάς, ενώ αυτοί που πηδούν ύστερα πάνω από τις φωτιές κάνουν κρυφές ευχές μέσα τους, ελπίζοντας να ευοδωθούν. Φαίνεται ότι ούτε η χριστιανική θρησκεία κατάφερε τελικά να ξερριζώσει αυτές τις αρχαιότροπες δοξασίες, ακόμη και όταν οι τελετουργοί απειλήθηκαν με διωγμούς από την 6η Οικουμενική Σύνοδο, το 680 μ.Χ.
Ο κλήδονας.
Ο ΟΜΗΡΟΣ ΤΟΝ ΑΝΑΦΕΡΕΙ. - ΚΑΙ Ο ΑΙΣΧΥΛΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ "ΠΡΟΜΗΘΕΑ ΔΕΣΜΩΤΗ". - ΚΛΗΔΟΝΙΣΜΟΣ ΕΛΕΓΕΤΟ Ο ΔΙΔΟΜΕΝΟΣ ΧΡΗΣΜΟΣ. - ΠΩΣ ΠΡΟΗΛΘΕ ΤΟ ΠΗΔΗΜΑ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ.
Ο κλήδονας είναι πανάρχαιο έθιμο. Το γνωρίζομε από τον Όμηρο ως ένα μέσο μαντικής χαριτωμένο. Μάντευαν από τις τυχαίες φωνές, τους τυχαίους λόγους ορισμένες περιστάσεις. Αυτές οι φωνές είχαν θέση χρησμών. Υπήρχαν μάλιστα, όπως στη γενική μαντική, και μάντεις που λέγονταν κληδονιστές ή κληδονιστικοί, επιτήδειοι να εξηγούν τις μαντείες "από κληδόνων" - φωνών δηλαδή - όπως υπήρχαν και εκείνοι που εξηγούσαν τους οιωνούς, τα ονείρατα κλπ.
Κληδονισμός και σήμερα κλήδονας λέγονταν ο χρησμός που δίδονταν μ' αυτού του είδους την μαντική.
Στον καιρό του Ομήρου πολύ τον μεταχειρίζονταν τον κλήδονα. Τον αναφέρει δυο φορές. Οι ποιητές επίσης τον μεταχειρίζονταν. Ο Αισχύλος στον "Προμηθέα Δεσμώτη", αναφέρει τον κλήδονα με όσα λέγει στο χορό των ωκεανίδων νυμφών:
Τρόπους δε μαντικής εστοίχισα
κάκρινα πρώτος εξ ονειράτων α χρη
ύπαρ γενέσθαι κληδόνας δε δυσηκρίτους
εγνώρισ' αυτοίς...
Θα μπορούσε κανείς πολλά να δώση δείγματα από τ' ανέκδοτα των Αρχαίων κληδονίσματα, αλλ' αυτά είναι αρκετά.
Ο σημερινός κλήδονας είναι πανελλήνιο έθιμο. Στη Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλία, Στερεά, Νησιά, Κρήτη και Πελοπόννησο παντού τελείται το έθιμο με φωτιές και πηδήματα. Η γιορτή αυτή συμπίπτοντας με το θερινό ηλιοστάσιο είναι λείψανο της λατρείας του ηλίου. Σε πολλά μέρη τη λένε "Τ' Αγιαννιού του λιοτροπιού".
Σ' όλη την Ελλάδα, στο πανελλήνιο, συνηθίζουν να ανάβουν πολυπληθείς πυράς, που πηδούν πάνω τους παιδιά, νέοι, νέες, γέροντες, είτε χορεύουν ψάλλοντας διάφορα τραγούδια. Το πήδημα της φωτιάς προήλθε από τη γνώμη ότι "τα συμβαίνοντα αυτοίς δυσχερή κατακαίεσθαι και ετέροις αγαθοίς επιτυγχάνειν".
Ο Ζωναράς (12ος αι. βυζαντινός χρονογράφος, θεολόγος και νομικός που έζησε στην Κωνσταντινούπολη.) αποκαλεί τις αναπτόμενες φωτιές και τα πηδήματα "έθη Ελληνικά τε και Εθνικά".
Περιγραφη κληδονα σημερα
Τη θεά κλειδόνα σήμερα, την έχει αντικαταστήσει ο Άγιος Ιωάννης που ο λαός επικαλείται τη χάρη του.
Το αμίλητο νερό είναι το πρώτο μέρος του εθίμου. Το φέρνουν από το πηγάδι του χωριού τα κορίτσια μέσα σε μπακίρι. Την ώρα της μεταφοράς δεν μιλούν, παρ’ όλο που, παλικάρια παραφυλάγοντας στο δρόμο, προσπαθούν να κάμουν τα κορίτσια να μιλήσουν με πειράγματα, οπότε αν συμβεί τούτο, η μαντική του κλείδωνα ματαιώνεται ολότελα κατά το λαό.
Την ώρα που η πομπή των κοριτσιών πηγαίνει στο πηγάδι να γεμίσει νερό τα μπακίρια, κι’ όταν επιστρέφει, τα κορίτσια λένε ανάλογα τραγούδια που τα τραγουδούν χορεύοντας γύρω στο πηγάδι:
Του Γιάγιαννου του σύνουρου, του Γιάννη το βοτάνι
τρία λουλούδια μάλωναν ποό θα πρωτοανοίξη
τόνα μιλάει για νερό και τ’ άλλο για το μύρο,
το τρίτο το καλλίτερο μιλάει για την αγάπη.
Αυτή η πομπή του Γιάγιαννου γίνεται κατά τη δύση του ηλίου. Μετά το χορό παίρνουν τις βρεγμένες ανθοδέσμες μέσα από το μπακίρι, καμωμένες με απήγανο και αρχίζουν να αλληλοκαταβρέχoνται και να ραντίζονται αναμεταξύ τους ώσπου γίνονται μούσκεμα, οπότε και αποχωρούν ο καθένας στο σπίτι του για να αλλάξουν και να κοιμηθούν.
Γιάγιαννος λοιπόν είναι ο Κλήδονας που ονομάσθηκε έτσι σε πολλά μέρη της Θράκης από τον απήγανο, που φυτεύεται στα σύνορα των χωραφιών και είναι το βότανο του Αγιγιάννη. Στην παλιά Στενήμαχο της Β. Θράκης – Αν. Ρωμυλίας τον κλήδονα τον έλεγαν Καλλινίτσα. Το τραγούδι τους άρχιζε ως εξής:
Καλλινίτσα στολισμένη δώδεκα χρονώ
δώδεκα χρονώ την πήρε ο Γιαννίτσαρος.
που στα μάρμαρα πατούσε και κορνιάχτιζε
μέσ’ τα σύννεφα κρυβιόνταν κι’ αστροδόξαζε.
Στο Διδυμότειχο γύρω εξακολουθεί να γίνεται με μεγάλη φροντίδα το ίδιο έθιμο με το όνομα Αγιόγιαννος που είναι ο αμάραντος. Πηγαίνοντας τα κορίτσια προς το πηγάδι να γεμίσουν τα μπακίρια με αμίλητο νερό, χωρίζονται σε δύο ημιχόρια βάζοντας στη μέση ταρχοντικά παιδιά πρωτοστέφανων γονέων να κρατούν τα μπακίρια στο κεφάλι. Τραγουδούν δε πηγαίνοντας, το εξής τραγούδι:
Αγιόγιαννε μ’ το σύνουρο, του Γιάννη το βοτάνι
Εσ’ Αγιαγιάννη μ’, βοηθάμε να πλέξω το γαϊτάνι
και πλέγοντας και λέγοντας και ψιλοτραγουδώντας,
στη μέση πλέγουν το Χριστό στην άκρη το Βαγγέλιο
και στο καλό το γύρισμα πλέγουν τον Αγιγιάννη.
Έτσι τραγουδώντας πηγαίνουν προς το πηγάδι, όπου γεμίζουν τα μπακίρια με αμίλητο νερό και χορεύουν γύρω στο πηγάδι. Ξεκινώντας για το σπίτι πάντα τραγουδούν και χορεύουν. Όταν φθάσουν στο σπίτι με τέτοια πομπή, βοή και τραγούδια, καταθέτουν το μπακίρι στη ρίζα δένδρου ή τριανταφυλλιάς , ή στο χαγιάτι, και το σκεπάζουν με κόκκινο πανί στην αστροφεγγιά ως το άλλο πρωί και έως ότου τελειώσει στην εκκλησία η λειτουργία. Στο μπακίρι μέσα στο νερό απιθώνει κάθε κορίτσι το σημάδι το σημάδι του, δηλ. μια μικρή ανθοδέσμη με ένα ιδιαίτερο δακτυλίδι, κουμπί κ.λ.π., για ν’ αναγνωρίζει ότι η ανθοδέσμη είναι δική του.
Το άλλο πρωί μετά την λειτουργία, η πομπή των κοριτσιών ξανασχηματίζεται και παραλαβαίνει τα’ αρχοντικό κορίτσι από το σπίτι όπου θα γίνει ο Κλείδονας. Η πομπική αυτή παρέλαση είναι ωραιότατη και συνοδεύεται με τραγούδια που τραγουδούν εναλλάξ αν τον αμάραντο
και το μελισσοβότανο
και τόμασαν ταπόμασαν
έκατσαν και το φούντωσαν.
Και δίψασε μια λυγερή
Στην κρύα βρύσ’ κατέβηκε
και βρίσκει έναν νιούτσικον
κομμένο το χεράκι
- Δός μου Ανθούλα το τσεμπέρι σου
να δέσω το χεράκι μου.
- Στο σπίτι θε σε πάρουμε,
ξένε μου, να σε γιάνουμε.
Φτάνοντας στο σπίτι, όπου είναι τα μπακίρια με τα σημάδια όλη τη νύχτα στην αστροφεγγιά, καθίζουν γύρω τριγύρω και βάζουν στη μέση το πρωτοστέφανο κορίτσι και το σκεπάζουν.
Τότε αρχίζει το βγάλσιμο των σημαδιών, ως εξής:
Οι γνωστές ποιητάρισσες που γνωρίζουν δίστιχα ή κάμνουν την ώρα εκείνη αυτοσχέδια, τραγουδούν ή απαγγέλλουν ένα τέτοιο δίστιχο. Την ώρα της απαγγελίας το πρωτοστέφανο παίρνει μέσ’ από το μπακίρι ένα σημάδι και το υψώνει. Όποια το αναγνωρίσει ως δικό της, με καρδιοχτύπι, απλώνει τα χέρια της φωνάζοντας: Δικό μου, δικό μου! Αν το δίστιχο είναι από τα ωραία και ικανοποιητικά ξεσηκώνεται αλαλαγμός και δέχεται τα συγχαρητήρια όλων των κοριτσιών, που επιδοκίμασαν το τυχερό της. Αυτό επαναλαμβάνεται. τότε τραγουδούν το εξής τραγούδι:
Γιάννης την Μάϊδω θέλει και την αγαπάει.
Κή Μάϊδω δεν τον θέλει δεν τον αγαπάει.
Στην αδερφή που πάει Και στην κάλλιο του (τσάτσα του).
φόρεσ’ πρόσωπο Πάρε και τη ροκίτσα σ’ και ψιλόγνεθε
και ψιλόγνεθε,φώναξε τα κορίτσια
και δύο λάλησε και τρείς φώναξε:
- Άϊντε άϊντε κορίτσια,λιανοκόριτσα
θα πάμε για λουλούδια, για τριαντάφυλλα
Κι’ αρχίνησε κη Μάϊδω- Ωρμήνεψε με Κάλλιο,
Κάλλιο κι’ αδερφή μ’.- Να σ’ ορμηνέψει Γιάννη,
Μα θα κριμαστώ και θα κολαστώ.
Βάλε γυναίκεια ρούχα όλο παίζοντας,
όλο ρίχνοντας. – Μάϊδω, αν ήταν Γιάννς
τήθελες να κάνς; – Εγώ αν ήταν Γιάννης
τώρα σφάζουμε τώρα κόβουμε.
- Μάϊδω, γώ είμαι Γιάννης πως δε σφάζεσαι
πως δε κόβεσαι;- Αν είχα το μαχαίρι μ’
τώρα σφάζουμαι…
Τα δίστιχα που αυτοσχεδιάζουν κείνη την ώρα, που βγάζουν τα σημάδια από μπακίρι, τα λένε, μπεγίτια, ριζικάρια, κοττύματα, κ.τ.λ.. Τέτοια υπάρχουν κατά χιλιάδες στο στόμα του λαού. Παραθέτω εδώ δύο – τρία, που μοιάζουν σαν ποιητικά σμαράγδια και ροθμπίνια.
Αγαπημένο μου πουλί, πείσματα μη μου κάνεις,
τι έχω δύστυχη καρδιά, πεθαίνω και με χάνεις.
Αυτό το άχ δεν τόξερα ποτές να το φωνάξω
και τώρα ώρα δεν περνά να μην αναστενάξω.
Μην αγαπήσης άνθρωπο δίχως να σαγαπήση
κι αν δεν ιδής τα μάτια του να τρέχουνε σα βρύση.
Στο ξημέρωμα της γιορτής το βράδυ τραγουδούν και χορεύουν με το εξής τραγούδι:
- Και τον Αγιόγιαννο το βράδυ,
τείν’ αυτό που γίνεται
σαυτή τη χώρα την τρανή;
- Χρήστος πάει στην πεθερά
ή πεθερά τα’ τον χάρηκε
τον φίλεψε,
και τον ξεπροβόδισε
Βγήκ’ η Γιάννω, ο μασκαράς,
βγήκε και τον φώναξε:
-Έλα , έλα Χρήστο μου
του έλα απόψε, έλα βράδυ
έλα ταχεία το βράδυ.
τον κέρασε Πήγε ο Χρήστος καίνο το βράδυ
κή Γιάννω τον μαχαίρωσε.
Όταν στην τύχη ενός κοριτσιού, το ριζικάρι του δίστιχο, δεν είναι ευνοϊκό, και το κορίτσι αποσυρθεί λυπημένο, τότε τραγουδούν το λυπητερό τραγούδι:
Ένα καλό κοράσι σε πέτρα πάνω κάθεται
Κάθεται και βρυχάται
Του ρήγα γιός περνάει κι ο Ρήγας μοναχός του.
-Τι κλαίς, τι κλαίς κοράσιο, τι κλαίγεις και βρυχιέσαι
και μένα δεν το λέγεις και δεν το μαρτυράς;
- Τι να σου πώ βρέ Ρήγα, τι να σε μαρτυρήσω,
το δαχτυλίδι μ’ μούπεσε στον πάτο το γιοφύρι,
κι’ όποιος να σκυψ’ το βγάλει, άντρα θα τον εκάνω.
Δηλαδή όχι αυτόν που θέλω και αγαπώ, αλλ’ αυτόν που θα βγάλει το δαχτυλίδι μου.
Στο τέλος της γιορτής αφού βγάλουν όλα τα ριζικάρια, τότε γυρίζουν στην πλατεία και χορεύουν τραγουδώντας.
-Νάμουν πουλί (Δήμο) να πέταγα, ψηλά στα κορφοβούνια
να πάω να δώ τη λεβεντιά, κι’ αυτοί που λεβεντεύουν
λεβέντεψαν και με το γιό κι’ εμέ το παλλικάρι
με δύο μαντήλια στο λαιμό, με τον ριζά στο ώμο
με δύο χεριές τριαντάφυλλα, στο φέσι του ραμμένα.
Αυτό είναι το ωραίο και ποιητικό έθιμο της Θράκης, που καθ’ αυτό σωσμένο από την αρχαιότητα παραμένει ζωντανό στο Πανελλήνιο με μικρές παραλλαγές στα διάφορα μέρη.
Είναι το έθιμο των κοριτσιών, που με κάθε μέσο ζητούν να μαντέψουν την τύχη τους, τη μοίρα τους, την αποκατάστασή τους.
ΛΗΜΝΟ
Από την παραμονή της γιορτής του Αγιαννού προσπαθούσαν να έχουν το σπίτι καθαρό γιατί πίστευαν ότι ο Αϊ Γιάννης φέρνει τις τύχες κι ήθελαν νάναι καλές για τις θυγατέρες τους.
Στη Αγιά Σοφιά της Λήμνου σύμφωνα με τον λαογράφο Γ.Μέγα «τα κορίτσια παίρνουν ένα μαξιλάρι μακρύ και το ντύνουν, το κάνουν κούκλα, του βάζουν χέρια και το κλειδώνουν με κλειδαριά-σταυρώνουν τα χέρια και το κλειδώνουν.
Το στήνουν όρθιο στο σ’κλί (πεζούλι εις το οπίσω μέρος του σπιτιού) και το φυλάγουν ως τη νύχτα τραγουδώντας και χορεύοντας.
Το πρωί το χαλνούν. Αποβραδίς γεμίζουν κ’ ένα κ’μάρ’ νερό αμίληχτο απ’το π’γάδ’, ρίχνουν και τα δαχτυλίδια, τα σκουλαρίκια μέσα στο κ’μάρ, ύστερα το κλειδώνουν και λέγουν: Κλειδώσετε τον κλήδονα, τ’ άγιο Γιαννιού τη χάρη, κι όποιος έν καλορίζικος ,πρωί θα ξενεφάνη.Όλη τη νύχτα τα κορίτσια κάθουνται και φυλάγουν τον κλήδονα».
Τα μεσάνυχτα λένε πως ανοίγουν οι ουρανοί και αυτός που αγρυπνά την ώρα εκείνη ότι επιθυμεί θα πραγματοποιηθεί.
Λένε πως ο ήλιος το πρωί της 24 Ιουλίου «τρέμει ή γυρίζει και είναι θαμπερός».
ΠΗΓΗ: Αρχείο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΘΡΑΚΙΚΩΝ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ
Στις 21 Ιουνίου, το βράδυ στα τρίστρατα των δρόμων, σε κάθε χωριό σε κάθε γειτονία ανάβουν φωτιές, οι γνωστές φωτιές του Αϊ – Γιάννη. Συναγωνίζονται μάλιστα για το ποια γειτονιά θα παρουσιάσει την καλύτερη και μεγαλύτερη φωτιά, φροντίζοντας για αυτό από πριν, ώστε να υπάρχουν συγκεντρωμένα ξύλα και κληματσίδες. Η φωτιά εξαγνίζει και διώχνει το κακό και χαράσσει με την πύρινη φλόγα της μια καινούρια αρχή. Συνδυάζεται βέβαια και με την ελληνική αρχοντιά, αφού οι νέοι πηδώντας τη φωτιά προβάλλουν την παλικαριά τους.
Οι φωτιές τ’; Αϊ – Γιάννη ονομάζονται κατά τόπους αναφωτάριες, λαμπράτσες, φουνταριές και μπουμπούνες και στη Λήμνο ΚΑΚΑΝΟΥΡΕΣ . Πρώτα τις πηδούν φυσικά οι πιο τολμηροί μέχρι να κατακαθίσει η φλόγα και ακολουθούν οι υπόλοιποι. Μέσα στη φωτιά ρίχνουν παλαιά σύνεργα της αγροτικής ζωής αλλά και Μαγιάτικα στεφάνια, που ήταν κρεμασμένα στις πόρτες των σπιτιών από το Μάη.Οι φωτιές τροφοδοτούνταν από φρύγανα, καλάμια, αστιβιές. Πιστεύουν ότι έτσι θα καούν οι ψύλλοι και οι κοριοί.
Καθώς πηδούσαν έλεγαν: «Όξω ψύλλοι και κοριοί μέσα η ρόγα η χρυσή».
Σε άλλες περιοχές ανά την Ελλάδα κάποιοι κρατούν μια πέτρα και την ώρα που πηδούν πάνω από τη φωτιά, την πετούν πίσω, πάνω από το κεφάλι τους λέγοντας: «ας φύγουν όλα τα κακά» ή «σίδερο η μέση μου, πέτρα το κεφάλι μου». Πηδούσαν τη φωτιά τρεις φορές, μια που ο αριθμός τρία είναι συμβολικός και άμεσα συνδεδεμένος με την παράδοση και τη θρησκεία μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου