Στο Κουρδιστάν της Τουρκίας, η αρχαία πόλη HARRAN, ρωμαϊκά CARRHAE είχε στρατηγική σημασία. Βρισκόταν στη διασταύρωση του δρόμου του μεταξιού, μεταξύ του Ιράκ, της Συρίας, και της Ανατολίας, ιδιαίτερα σημαντικό ως μια σύνδεση μεταξύ του ποταμού Ευφράτη και της Εγγύς Ανατολής, ζωτικής σημασίας διαδρομή προκειμένου να αποφεύγεται η έρημος Nefud.
Το Χαρράν βρίσκεται σε απόσταση 40-45 χλμ., μισή ώρα από την Ούρφα, σε μία επίπεδη πεδιάδα όπου πίσω από τα τείχη βρίσκουμε μία σειρά από ερειπωμένα σπίτια.
Η πόλη Ούρφα ή Σανλιούρφα (τουρκ. Şanlıurfa, συχνά αναφέρεται σε καθημερινή γλώσσα ως Ούρφα (Urfa), προηγουμένως ήταν γνωστή ως Έδεσσα) είναι μία κουρδική πόλη, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας, στην Νοτιοανατολική Ανατολία, ενώ έχει πληθυσμό 1.762.075 κατοίκους (εκτίμηση 2012). Η Ούρφα βρίσκεται περίπου ογδόντα χιλιόμετρα ανατολικά του ποταμού Ευφράτη. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από ζεστά, ξηρά καλοκαίρια και δροσερούς, υγρούς χειμώνες.
Η πόλη Ούρφα έχει μείνει γνωστή με πολλά ονόματα στην ιστορία: Ուռհա (Ουρχάι) στα αρμενικά, Urhai στα συριακά, Riha στα κουρδικά, الرها (Ρουχά) στα αραβικά, Ορρα στα ελληνικά (αλλά και Ορροα). Για λίγο καιρό στα ελληνικά ήταν γνωστή επίσης ως Αντιόχεια επί Καλλιρρόη. Στην Βυζαντινή περίοδο μετονομάστηκε σε Ιουστινούπολη.
Αν και πριν από την αρχή της τουρκικής κυριαρχίας ήταν ευρέως γνωστή με το όνομα που της δόθηκε από τους Σελευκίδες, Έδεσσα. Η Ούρφα μετονομάστηκε επίσημα πάλι σε Şanlıurfa (Ούρφα η ένδοξη) από την Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση του 1984, σε αναγνώριση της τοπικής αντίστασης κατά τη διάρκεια του διαμελισμό των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τον Α” Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ιστορία της Σανλιούρφα έχει καταγραφεί από τον 4ο αιώνα π.Χ., αλλά μπορεί ναχρονολογείται τουλάχιστον από το 9000 π.Χ., καθώς υπάρχουν πολλές ενδείξεις, στις περιοχές κυρίως στο Duru, στο Harran και στο Nevali Cori. Για παράδειγμα, έχουν ανακαλυφθεί τρεις νεολιθικές περιοχές: Göbekli Tepe, Gürcütepe και στην ίδια την πόλη , όπου βρέθηκε κατά τη διάρκεια ανασκαφών στην Balikligol ένα μεγάλο άγαλμα από ασβεστόλιθο «το άγαλμα Ούρφα». Είναι η περιοχή από όπου υπολογίζουν ότι ξεκίνησε η γεωργία, αφού βρίσκεται σε ένα εύφορο μέρος.
Σύμφωνα με την τουρκική μουσουλμανική παράδοση Ούρφα είναι η βιβλική πόλη της Ουρ των Χαλδαίων, λόγω της γειτνίασης του με το βιβλικό χωριό Χαρράν. Ωστόσο , με βάση τα ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία, η πόλη της Ουρ είναι σήμερα αποδεκτό πως βρίσκεται στο νότιο Ιράκ. Η Ούρφα λέγεται στις βιβλικές γραφές πως είναι η γενέτειρα του Ιώβ.
Για τους Αρμένιους, η Ούρφα θεωρείται ιερός τόπος, δεδομένου ότι πιστεύεται ότι η αρμενική αλφάβητος εφευρέθηκε εκεί.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Νεμρώδ είχε πετάξει τον Αβραάμ στην πυρά, προκειμένου να τον θυσιάσει. Ο Θεός όμως άλλαξε τη φωτιά σε νερό και τα αναμμένα κάρβουνα σε ψάρια. Η λίμνη με τα ιερά ψάρια, υπάρχει μέχρι σήμερα.
Η Ούρφα κατακτήθηκε κατ “επανάληψη και πέρασαν από εκεί πολλοί πολιτισμοί, όπως του Έμπλα, Ακκάδιοι, Σουμέριοι, Βαβυλώνιοι, Χετταίοι, Αρμένιο, Χούρρι-Μιτάννι, Ασσύριοι, Χαλδαίοι, Μήδοι, Πέρσες, Μακεδόνες (με τον Μέγα Αλέξανδρο), Σελευκίδες, Αραμαίοι, Osrhoenes, Ρωμαίοι, Σασσανίδες , Βυζαντινοί και Σταυροφόροι .
Το Χαρράν, λοιπόν, σε όλη την ιστορία του δέχτηκε πολλούς πολιτισμούς, Ακκάδιους, Βαβυλώνιους, Ασσύριους, Χετταίους, Πέρσες, Αλεξανδρινούς, Ρωμαίους, Βυζαντινούς, Σελτζούκους, Ayyubids, και πολλές άλλες δυναστείες και αυτοκρατορίες. Προς το τέλος της δυναστείας Umayyad, το Χαρράν έγινε πρωτεύουσα της Ισλαμικής αυτοκρατορίας.
Γνωστό ως θρησκευτικό κέντρο, εμπορικό και γεωργικό, και ήταν διάσημο για το βαμβάκι, το μέλι, τα γλυκά, και τα εργαλεία μέτρησης. Κατά την περίοδο μεταξύ 718-913, πέρασε σε μία χρυσή εποχή ως πολιτιστικό κέντρο γνώσης.
Το Πανεπιστήμιο του Χαρράν
Εκεί υπήρξε το πρώτο γνωστό πανεπιστήμιο στον κόσμο, το Πανεπιστήμιο του Χαρράν. Ήταν ένα από τα κύρια κτίρια Ayyubid της πόλης , χτισμένο στο κλασικό ύφος αναγέννησης. Δυστυχώς , σήμερα, δεν διασώζεται παρά μόνο ένας πύργος και μία αψίδα. Ωστόσο , φαίνεται ότι είναι εντυπωσιακό . Το κτήριο κατασκευάστηκε από τις τοπικές πέτρες . Ο πύργος που στέκεται ακόμα όρθιος, θεωρείται πως χρησιμοποιήθηκε ως παρατηρητήριο κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του πανεπιστημίου .
Κατά τα τέλη του 8ου και του 9ου αιώνα υπήρξε κέντρο μεταφραστικό έργων της αστρονομίας , της φιλοσοφίας , των φυσικών επιστημών και της ιατρικής από τα ελληνικά στα Συριακά από Ασσύριους , και από εκεί στην αραβική , φέρνοντας τη γνώση του κλασικού κόσμου στους αναδυόμενους αραβόφωνους πολιτισμούς στο νότο . Πολλοί σημαντικοί μελετητές των φυσικών επιστημών , της αστρονομίας , της ιατρικής και προέρχονται από το πανεπιστήμιο αυτό όπως οι Bettani El-Harrani, Sabit Bin Kurra, Ibni Teymiyye, Jabir ιμπν Hayyan.
Ως θρησκεία επικρατούσε η πίστη στον θεό της Σελήνης, από την εποχή των Ασσυρίων και Χαλδαίων, φθάνοντας τουλάχιστον έως την ρωμαϊκή περίοδο.
Η πόλη είχε ένα τείχος με δώδεκα πύλες, που είχε συντηρηθεί τον 12ο αιώνα και σήμερα υπάρχουν ακόμη οι πέντε.
Τα θολωτά σπίτια του Χαρράν
Τα φημισμένα σπίτια του Χαρράν, είναι ιδιαίτερα με ξεχωριστή και ασυνήθιστη αρχιτεκτονική. Σήμερα δεν κατοικούνται, αλλά διατηρούνται ως μουσεία. Κάποια δωμάτια έχουν έπιπλα και ξύλινα αντικείμενα. Είναι δροσερά το καλοκαίρι και ζεστά τον χειμώνα. Στην αρχιτεκτονική τους, είναι με κωνικές θολωτές στέγες. Τα σπίτια που μοιάζουν με κυψέλες, είναι από λάσπη και τούβλα και ονομάζονται Kumbet. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα,χρονολογούνται από χιλιάδες χρόνια στη Βόρεια Μεσοποταμία.
Μοιάζουν με « κυψέλη » και είναι πλίνθινα σπίτια , κατασκευασμένα εξ ολοκλήρου χωρίς ξύλο. Ο σχεδιασμός τα καθιστά δροσερά εσωτερικά (απαραίτητο) και πιστεύεται ότι έχουν παραμείνει αμετάβλητα στον σχεδιασμό για τουλάχιστον 3.000 χρόνια. Μερικά ήταν ακόμα σε χρήση, σαν κατοικίες μέχρι το 1980. Ωστόσο, παραμένουν σήμερα μόνο σαν τουριστικά εκθέματα, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της πόλης ζει σε ένα νεόκτιστο μικρό χωριό περίπου 2 χιλιόμετρα μακριά από τον ιστορικό χώρο.
Στον ιστορικό χώρο τα ερείπια των τειχών της πόλης και οι οχυρώσεις διασώζονται, με μια πύλη της πόλης, και κάποια ακόμη κτίσματα . Ανασκαφές γίνονται σε ένα αρχαίο τύμβο του 4ου αιώνα π.Χ. από τον αρχαιολόγο Δρ Nurettin Yardımcı .
Στον νέο τόπο η ζωή είναι σκληρή λόγω καιρικών συνθηκών . Οι άνθρωποι είναι τώρα στην εθνότητα Άραβες. Πιστεύεται ότι αυτοί οι Άραβες εγκαταστάθηκαν εδώ κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία . Οι γυναίκες του χωριού έχουν τατουάζ και φορούν παραδοσιακά ρούχα Βεδουίνων . Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980 η μεγάλη πεδιάδα είχε πέσει σε αχρηστία, γιατί τα ρέματα Cüllab και Deysan , είχαν στερέψει . Αλλά ο κάμπος πλέον αρδεύεται από το πρόσφατο σχέδιο της νοτιοανατολικής Ανατολίας και γίνεται πάλι πράσινη . Βαμβάκι και το ρύζι τώρα καλλιεργούνται.
Σήμερα υπάρχουν περίπου 960 kümbets στο Χαρράν. Κάθε Kumbet έχει μια ανοικτή οπή στην κορυφή της στέγης. Αυτή η ανοιχτή τρύπα εξυπηρετεί το διπλό σκοπό, για το φως της ημέρας και για καμινάδα. Το κωνικό σχήμα και το υλικό από πηλό έχουν εξαιρετικές ιδιότητες θερμοδυναμικής και κυκλοφορίας του αέρα.
Τα Kümbets είναι τέλεια για το κλίμα της περιοχής: είναι δροσερά το καλοκαίρι και ζεστά το χειμώνα. Λέγεται ότι εκεί, όταν έχουν κότες εκκολάπτονται περισσότερα αυγά, τα κατοικίδια ζώα όπως τα άλογα μπορούν και δαμάζονται πιο εύκολα, και τα κρεμμύδια φυτρώνουν γρηγορότερα.
Το Υπουργείο Πολιτισμού ανέλαβε, αγόρασε και αναπαλαίωσε kümbets, και λειτουργούν ως μουσεία, με παραδοσιακές φορεσιές, κοσμήματα και άλλα αντικείμενα της περιοχής.
Προχωρώντας μέσα από την περιοχή με τα κωνικά σπίτια, φθάνουμε στο κάστρο που χρονολογείται από την περίοδο Umayyad. Έχει 150 δωμάτια. Μέρος του κάστρου έχει καταστραφεί σήμερα .
Θρησκευτική παράδοση
O τόπος αυτός ήταν ένα σημαντικό πνευματικό κέντρο συγκεντρώνοντας πολλά πολιτισμικά και πολιτιστικά στοιχεία.
Τα ερείπια της θρησκείας του Ιερού Πλανήτη ή Sabiers, βρίσκεται στα 60 χιλιόμετρα από το Χαρράν. Σε μία έκταση ενός χιλιομέτρου περίπου, υπάρχουν πολλοί ναοί αφιερωμένοι στην θρησκεία του Ήλιου, της Σελήνης, του Δία, της Αφροδίτης, του Ερμή και του Κρόνου. Η θρησκεία Sabier διατηρήθηκε ως τον 17ο αιώνα μ. Χ.
Η πόλη ήταν το κύριο λατρευτικό κέντρο του θεού Σιν της Μεσοποταμίας, στο πλαίσιο των Ασσυρίων και Νέο-Βαβυλωνίων/Χαλδαϊκών θεοτήτων, ακόμη και κατά τα ρωμαϊκά χρόνια .
Ο αρχαίος ναός, αφιερωμένος στον θεό του Φεγγαριού Σιν, ξαναχτίστηκε από διάφορους βασιλιάδες , μεταξύ των οποίων τον Ασσύριο Ασσουρμπανιμπάλ ( 7ο αιώνα π.Χ. ) και τον Νέο-βαβυλώνιο Ναβονίδη ( 6ο αιώνα π.Χ. ) . Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως η πόλη είχε στην εποχή του ένα ναό του φεγγαριού .
Υπήρξε και κέντρο Ασσυρίων Χριστιανών, καθώς χτίστηκαν ελεύθερα εκκλησίες εκεί. Παρά ταύτα, πολλοί κάτοικοι είχαν διατηρήσει την αρχαία πίστη τους κατά τη χριστιανική περίοδο , καθώς και την πίστη σε αρχαίους θεούς της Μεσοποταμίας.
Επιπλέον, μια μορφή του Γνωστικισμού , γεννήθηκε στη πόλη του Χαρράν .
Η Ιστορία της πόλης
Τα παλαιότερα αρχεία για το Χαρράν προέρχονται από τις επιγραφές Έμπλα (κατά την ύστερη 3η χιλιετία π.Χ.). Μέσω αυτών των επιγραφών, είναι γνωστό πως ένας βασιλιάς ή δήμαρχος του Χαρράν παντρεύτηκε μία πριγκίπισσα από το βασίλειο Έμπλα, την Ζουγκαλούν, η οποία έγινε «βασίλισσα του Χαρράν» και το όνομά της εμφανίζεται σε ένα αριθμό κειμένων. Φαίνεται πως το Χαρράν παρέμεινε ως επαρχία του βασιλείου Έμπλα για κάποιο χρονικό διάστημα.
Το Χαρράν κατοικήθηκε αρχικά από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού . Ήταν η περίοδος Ḫarrānu κατά την εποχή των Ασσυρίων. Στην αρχαία Ελλάδα ονομαζόταν Κάρραι και στην Πρώιμη Χριστιανική περίοδο, Ελληνόπολις. Αναφέρεται ακόμη και στη Βίβλο, αφού εκεί έμεινε ο Αβραάμ, φεύγοντας από την πόλη Ουρ των Χαλδαίων (Γέννεση 11:31-32).
Βασιλικά γράμματα από την πόλη Μάρι στο κέντρο της περιοχής του Ευφράτη, επιβεβαίωσαν πως η περιοχή γύρω από τον ποταμό Μπαλίκχ (Balikh) ήταν υπό κατάληψη τον 19ο αιώνα π. Χ. Γύρω από το Χαρράν ζούσαν ημι-νομαδικές φυλές εκείνη την εποχή.
Από τον 19ο αιώνα π.Χ., το Χαράν έγινε ένα σημαντικό εμπορικό κέντρο λόγω της ιδανικής του θέσης στον δρόμο προς την Ανατολή και δια μέσω του Τίγρη. Από εκεί οδηγείται κάποιος στην αρχαία Αντιόχεια, στην Νινευή και στο δέλτα της Βαβυλωνίας. Τον 4ο αιώνα π.Χ. ο ρωμαίος ιστορικός Ammianus Marcellinus (325/330–μετά το 391) είπε: «Από εδώ (το Χαρράν) δύο διαφορετικοί βασιλικοί δρόμοι οδηγούν στην Περσία: ο ένας αριστερά δια μέσω του Adiabene και άνω του Τίγρη, ο άλλος δεξιά, δια μέσω της Ασσυρίας και διασχίζοντας τον Ευφράτη.». Και επιπλέον η πόλη ήταν πέρασμα προς το Malatiyah και τη Μικρά Ασία. Στην σημαίνουσα θέση του Χαρράν, αναφέρθηκε και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος.
Χιττιτική περίοδος (των Χετταίων)
Το Χαρράν παραδόθηκε στις φλόγες από των στρατό των Χετταίων, κάτω από την ηγεσία του Piyashshili για να κερδίσουν τους Μιτάννι.
Ασσυριακή περίοδος
Επιγραφές ανάγουν την αρχή της πόλης στο 2000 π.Χ. Ο βασιλιάς των Ασσυρίων, Ασσουρμπανιμπάλ, είχε εδώ την πρωτεύουσά του, κατά την περίοδο της βασιλείας του, τον 7ο αιώνα π. Χ.
Σημαντική πόλη και κατά την περίοδο αυτή, στο δρόμο προς την Δαμασκό, την Νινευή και την Carchemish. Κατά τον 18ο αιώνα π.Χ. ο βασιλιάς των Ασσυρίων Shamshi-Adad I (1813 – 1781) έκανε επιχειρήσεις για να διασφαλίσει τον δρόμο εμπορίου μέσω του Χαρράν.
Τον 13ο αιώνα π.Χ. ο βασιλιάς Adad-Nirari I κατέλαβε το κάστρο Kharani και έκανε δική του επαρχία την περιοχή.
Συχνά αναφέρεται στις ασσυριακές επιγραφές από την εποχή του Tiglath-Pileser I, γύρω στο 1100 π.Χ. με το όνομα Ηarrānu, που σημαίνει «δρόμος, μονοπάτι, ταξίδι» . Λέγεται πως υπήρχαν πολλοί ελέφαντες εκείνη την εποχή στην περιοχή.
Τον 10ο αιώνα, οι επιγραφές αναφέρουν πως το Χαρράν κέρδισε κάποια προνόμια ελευθερίας και απαλλάχτηκε από την στρατιωτική υποχρέωση. Αλλά αργότερα, το 763 π.Χ. λόγω κάποιας επαναστατικής δράσης κατά του ζυγού των Ασσυρίων, τα προνόμια αφαιρέθηκαν. Ο Sargon II τα επανέφερε στα τέλη του 8ου αιώνα.
Μεσαιωνική περίοδος
Μετά το τέλος της Νέο-Ασσυριακής αυτοκρατορίας, το Χαρράν ήταν κάτω από την κυριαρχία του τελευταίου βασιλιά Ashur-uballit II. Στην συνέχεια κατακτήθηκε από τον Κυαξάρη και τον Nabopolassar το 610 π.Χ. Επανακτήθηκε από τον Ashur-uballit II με τη βοήθεια του αιγυπτιακού στρατού το 609 π.Χ. και τελικά πήγε στα χέρια των Μήδων και των Βαβυλωνίων. Ο τελευταίο βασιλιάς της Νέο-Βαβυλωνιακής περιόδου , Nabonidus, είχε καταγωγή από το Χαρράν. Η λατρεία της περιοχής ήταν αφιερωμένη στον Θεό του φεγγαριού.
Περσική περίοδος
Στην συνέχεις η Περσική Δυναστία των Αχεμενιδών από τον 6ο αιώνα και μετά, ανέλαβε την πόλη Χαρράν. Έγινε μέλος της επαρχίας Αθούρα (περσικής λέξης για την Ασσυρία) Έμεινε στα χέρια τους ως το 331 π.Χ. όπου κατέλαβε την πόλη ο Μέγας Αλέξανδρος.
Περίοδος των Σελευκιδών
Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, στις 11 Ιουνίου 323, η πόλη είχε τους κυβερνήτες: Perdiccas, Antigonus Monophthalmus, και Eumenes αλλά πέρασε τελικά στην εξουσία των Σελευκιδών, με τον Seleucus I Nicator, ως επαρχία Osrhoene. Άνθισε για ενάμιση αιώνα και έγινε ανεξάρτητη με τη δυναστεία των Πάρθων της Περσίας που κατέλαβαν την Βαβυλωνία. Κύρια γλώσσα ήταν τα αραμαϊκά εκείνη την εποχή.
Ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδος
Γνωστό με το όνομα πλέον Carrhae. Ο ρωμαϊκός στρατός κάτω από την ηγεσία του Κράσσου το 53 π.Χ. ηττήθηκε από τους Πάρθους στην περιοχή αυτή και ο Κράσσος σκοτώθηκε.
Στις 6 Απριλίου 217 μ. Χ., ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος Κρακάλλα, δολοφονήθηκε στην περιοχή καθ’ οδόν προς τον Ναό του θεού του Φεγγαριού. Ο θεός αυτός ήταν σημαντικός για τους Ρωμαίους.
Η πόλη παρέμεινε στα χέρια των Βυζαντινών ως το 609 με 610 μ.Χ. όταν την κατέλαβε ο Πέρσης και επανήλθε στα χέρια των βυζαντινών επί αυτοκράτορος Ηρακλείου το 620. Το 640 την κατέλαβε ο μουσουλμάνος άραβας στρατηγός ′Iyāḍ b. Ghanm
Ισλαμική περίοδος
Αρχικά ήταν κάτω από την κυριαρχία της φυλής Diyar Mudar, κι έγινε χαλιφάτο την περίοδος της βασιλείας του χαλίφη Umayyad, Marwan II Harran. Οι κάτοικοι του Χαρράν πιέστηκαν να ασπαστούν μία θρησκεία, είτε τον εβραϊσμό, είτε τον Χριστιανισμό, είτε το Ισλάμ. Οι ειδωλολάτρες του Χαρράν προτίμησαν την προστασία του Ισλάμ. Οι Αραμαίοι και Ασσύριοι Χριστιανοί, παρέμειναν Χριστιανοί.
Εποχή των Σταυροφοριών
Κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών , στις 7 Μαΐου 1104 , μια αποφασιστική μάχη διεξήχθη στην κοιλάδα του ποταμού Balikh , γνωστή ως Μάχη του Χαρράν . Ωστόσο , σύμφωνα με τον Ματθαίο της Έδεσσας η πραγματική τοποθεσία της μάχης βρίσκεται δύο μέρες μακριά από το Χαρράν . Ο Αλβέρτος του Άαχεν και ο Φούλχερ του Σαρτρ εντοπίσαν το πεδίο της μάχης στην πεδιάδα απέναντι από την πόλη της ar – Raqqah . Κατά τη διάρκεια της μάχης , ο Baldwin of Bourcq , κόμης της Έδεσσας , συνελήφθη από τα στρατεύματα του των Σελτζούκων. Μετά την απελευθέρωσή του, έγινε βασιλιάς της Ιερουσαλήμ .
Στα τέλη του 12ου αιώνα η πόλη του Χαρράν έγινε κατοικία των κούρδων πριγκίπων Ayyubid . Ο κυβερνήτης Al – Adil Ι , ενίσχυσε εκ νέου τις οχυρώσεις του κάστρου . Στο 1260 όμως η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς και εγκαταλείφθηκε κατά τη διάρκεια των εισβολών των Μογγόλων της Συρίας . Ο πατέρας του διάσημου μελετητή Hanbalite Ibn Taymiyyah ήταν πρόσφυγας από το Χαρράν και εγκαταστάθηκε στη Δαμασκό . Το 13ο αιώνα, ο Άραβας ιστορικός Αμπού αλ – Φιντά περιγράφει την πόλη ως ερείπια.
Του Τζεμίλ Τουράν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου