Αθαν. Δεληκωστοπούλου Καθηγητης Πανεπιστημίου
Η Έξοδος τού Ισραήλ από την Αίγυπτο και η διάβαση της Ερυθράς Θαλάσσης αποτελούν γεγονότα πάλιν και πολλάκις τονιζόμενα στα εορταζόμενα στη ζωή της Εκκλησίας.
Κατά μίαν άποψη (Π. Ι. Μπρατσιώτου, Επίτομος Εισαγωγή εις την Πάλαιαν Διαθήκην, Αθήνα 1955, σελ. 60) το θαύμα της διαβάσεως γίνεται δεκτό ως αποτέλεσμα βίαιου ανέμου εξ ανατολών πράγμα πού βρίσκεται σε αντίθεση προς τα αναφερόμενα στο κεφ. ιδ' 21-22 της Εξόδου κατά το οποίο: «και εποίησε την θάλασσα ξηράν και εσχίσθη το ύδωρ και εισήλθαν οι υιοί Ισραήλ εις το μέσον της θαλάσσης κατά το ξηρόν και το ύδωρ αυτοίς τείχος εκ δεξιών και τείχος εξ ευωνύμων».
Με τη σαφή προϋπόθεση ότι αποδεχόμαστε τη διάβαση ως θαύμα, ως σημείον της παντοδυναμίας της δεξιάς τού Υψίστου, αναφέρουμε και τα αποτελέσματα ερευνών της σεισμολογίας ιδία τού Ά.Γ. Γαλανόπουλου (βλ. «Das Altertum», Band 10, 1964, Heft 3 σελ. 1-7) και των γεωλογικών συμπερασμάτων των αναφερομένων στην έκρηξη τού ηφαιστείου της Θήρας σε συσχέτιση με τη διάβαση.
Κατά μίαν άποψη (Π. Ι. Μπρατσιώτου, Επίτομος Εισαγωγή εις την Πάλαιαν Διαθήκην, Αθήνα 1955, σελ. 60) το θαύμα της διαβάσεως γίνεται δεκτό ως αποτέλεσμα βίαιου ανέμου εξ ανατολών πράγμα πού βρίσκεται σε αντίθεση προς τα αναφερόμενα στο κεφ. ιδ' 21-22 της Εξόδου κατά το οποίο: «και εποίησε την θάλασσα ξηράν και εσχίσθη το ύδωρ και εισήλθαν οι υιοί Ισραήλ εις το μέσον της θαλάσσης κατά το ξηρόν και το ύδωρ αυτοίς τείχος εκ δεξιών και τείχος εξ ευωνύμων».
Με τη σαφή προϋπόθεση ότι αποδεχόμαστε τη διάβαση ως θαύμα, ως σημείον της παντοδυναμίας της δεξιάς τού Υψίστου, αναφέρουμε και τα αποτελέσματα ερευνών της σεισμολογίας ιδία τού Ά.Γ. Γαλανόπουλου (βλ. «Das Altertum», Band 10, 1964, Heft 3 σελ. 1-7) και των γεωλογικών συμπερασμάτων των αναφερομένων στην έκρηξη τού ηφαιστείου της Θήρας σε συσχέτιση με τη διάβαση.
Πλήθος αρχαιολογικών παρατηρήσεων καταδεικνύει ότι το 1450 π.Χ. η Κρήτη δοκιμάστηκε από μεγάλο σεισμό, από τον οποίο υπέστησαν εκτεταμένες καταστροφές όλες οι πόλεις της Κρήτης, εκτός από την Κνωσό.
Από την ίδια δόνηση υπέστη ζημίες και ο οικισμός τού Ακρωτηρίου στη νότια πλευρά της Σαντορίνης πού αποκαλύφθηκε από τις αρχαιολογικές ανασκαφές τού Μαρινάτου το 1967.
Από την ίδια δόνηση υπέστη ζημίες και ο οικισμός τού Ακρωτηρίου στη νότια πλευρά της Σαντορίνης πού αποκαλύφθηκε από τις αρχαιολογικές ανασκαφές τού Μαρινάτου το 1967.
Ο σεισμός αυτός λόγω τού μεγάλου βάθους του, υπήρξε πιθανόν η αιτία να διεγερθεί μετά από λίγο το ηφαίστειο της Θήρας πού ήταν επί 15.000 χρόνια σε ηρεμία.
Εξαιτίας όμως της πλήρους αποφράξεως τού κρατήρα τού ηφαιστείου από τα προϊόντα αποσαρθρώσεως συμπεραίνεται ότι η έκρηξη πού ακολούθησε το μεγάλο σεισμό τού 1450 π.Χ. ήταν πελωρίου μεγέθους. Κατά την τρίτη φάση τού σεισμού, την τού παροξυσμού, κατέρρευσε η οροφή τού «ηφαιστειακού εγκοίλου» και στη θέση του σχηματίσθηκε τεραστία κοιλότητα, επιφανείας 83τετραγωνικών χιλιομέτρων και βάθους 300-400 μέτρων.
Η κοιλότητα αυτή είναι επιστημονικώς γνωστή με το όνομα «καλδέρα». Συμπεραίνεται ότι τη στιγμή πού κατέρρεε η οροφή του εγκοίλου, ύδατα της Μεσογείου έσπευσαν να πληρώσουν το μεγάλο κενό πού σχηματίσθηκε.
Η κοιλότητα αυτή είναι επιστημονικώς γνωστή με το όνομα «καλδέρα». Συμπεραίνεται ότι τη στιγμή πού κατέρρεε η οροφή του εγκοίλου, ύδατα της Μεσογείου έσπευσαν να πληρώσουν το μεγάλο κενό πού σχηματίσθηκε.
Από την απότομη ανάπλαση των υδάτων στον πυθμένα της καλδέρας είναι επόμενο να δημιουργήθησαν γιγαντιαία θαλάσσια κύματα τα ονομασθέντα από Ιάπωνες επιστήμονες «τσουνάμι», (πού σημαίνει «μακρό κύμα λιμένος») πού κατέκλυσαν -όλα τα παράλια της Ανατολικής Μεσογείου.
«Το θαλάσσιο κύμα πού δημιουργήθηκε κατά το σχηματισμό της "καλδέρας", είχε ύψος μεταξύ 100 και 200 μέτρων και ταχύτητα 350 χιλιομέτρων την ώρα όταν πρωτοξεκίνησε από την περιοχή της Σαντορίνης. Σε δύο με τρεις ώρες αργότερα πρέπει να ξέσπασε στις πεδινές περιοχές της Αιγύπτου, Τύνιδας και Συρίας. Ανασκαφές στην αρχαία πόλη Ugarit επιβεβαίωσαν ότι το θαλάσσιο αυτό κύμα έφθασε πράγματι μέχρις εκεί» (βλ. Α. Ν. Κονταράτου, Αναδρομή στην Προϊστορία της Σαντορίνης, Αθήνα 1970, σελ. 29). Ο κατακλυσμός αυτός, όπως απέδειξε ο Γαλανόπουλος διασώθηκε στην ελληνική παράδοση ως ο «κατακλυσμός του Δευκαλίωνος» (βλ. «Das Altertum», Band 9, 1963, Heft 1, σελ. 1-7).
«Το θαλάσσιο κύμα πού δημιουργήθηκε κατά το σχηματισμό της "καλδέρας", είχε ύψος μεταξύ 100 και 200 μέτρων και ταχύτητα 350 χιλιομέτρων την ώρα όταν πρωτοξεκίνησε από την περιοχή της Σαντορίνης. Σε δύο με τρεις ώρες αργότερα πρέπει να ξέσπασε στις πεδινές περιοχές της Αιγύπτου, Τύνιδας και Συρίας. Ανασκαφές στην αρχαία πόλη Ugarit επιβεβαίωσαν ότι το θαλάσσιο αυτό κύμα έφθασε πράγματι μέχρις εκεί» (βλ. Α. Ν. Κονταράτου, Αναδρομή στην Προϊστορία της Σαντορίνης, Αθήνα 1970, σελ. 29). Ο κατακλυσμός αυτός, όπως απέδειξε ο Γαλανόπουλος διασώθηκε στην ελληνική παράδοση ως ο «κατακλυσμός του Δευκαλίωνος» (βλ. «Das Altertum», Band 9, 1963, Heft 1, σελ. 1-7).
Στον «Ιππόλυτο» του Ευριπίδου (στίχους 1198-1248) περιγράφεται με ενάργεια η τρομερή εικόνα του θαλασσίου κύματος κατά τα μέσα της ορειχάλκινης περιόδου και την πελώρια βοή πού έμοιαζε με μυκηθμό ταύρου.
Με βάση και μόνον αυτή την περιγραφή είναι εύκολο να αναλογισθούμε την έκταση των καταστροφών πού προηγήθηκαν από την έκρηξη και το σεισμό της Σαντορίνης. Ως προς το χρόνο της εκρήξεως του ηφαιστείου, πού αποτελεί βασικό στοιχείο για τη συσχέτισή του με εκείνον της διαβάσεως της Ερυθράς Θαλάσσης αναφέρουμε τι ο C.V. Hammer και οι συνεργάτες του (βλ. «Nature», τ. 28, 20 Νοεμβρίου 1980) βρήκαν ηφαιστειακά οξείδια πού είχαν αποτεθεί στη Γροιλανδία, λίγο χρόνο, το πολύ ένα έτος μετά την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης.
Από την αρίθμηση των ετησίων στρωμάτων πάγου του πυρήνα πού ερευνήθηκε, βρέθηκε ότι η έκρηξη του ηφαιστείου συνέβη το 1390+50 έτη π.Χ. (βλ. Α.Γ. Γαλανοπούλου, Η Μινωική Έκρηξη (χ' έτος), σελ. 217, 234, ιδία 231). Υπάρχει αρκετή επιστημονική αποδεικτική μαρτυρία ώστε να κάνει κανείς δεκτό ότι η έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο συνέπεσε με τον «Κατακλυσμό του Δευκαλίωνος», άποψη την οποία κάνει δεκτή, ως προς το χρόνο, και η ελληνική επιστήμη (βλ. Π. Ι. Μπρατσιώτου, Επίτομος Εισαγωγή, σελ. 30) κατά την οποία ο Μωυσής έζησε κατά πάσα πιθανότητα επί του Φαραώ Αμενώφιος του Β' (1451-1426).
Από την αρίθμηση των ετησίων στρωμάτων πάγου του πυρήνα πού ερευνήθηκε, βρέθηκε ότι η έκρηξη του ηφαιστείου συνέβη το 1390+50 έτη π.Χ. (βλ. Α.Γ. Γαλανοπούλου, Η Μινωική Έκρηξη (χ' έτος), σελ. 217, 234, ιδία 231). Υπάρχει αρκετή επιστημονική αποδεικτική μαρτυρία ώστε να κάνει κανείς δεκτό ότι η έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο συνέπεσε με τον «Κατακλυσμό του Δευκαλίωνος», άποψη την οποία κάνει δεκτή, ως προς το χρόνο, και η ελληνική επιστήμη (βλ. Π. Ι. Μπρατσιώτου, Επίτομος Εισαγωγή, σελ. 30) κατά την οποία ο Μωυσής έζησε κατά πάσα πιθανότητα επί του Φαραώ Αμενώφιος του Β' (1451-1426).
Ως αποτέλεσμα της εκρήξεως της Σαντορίνης η ανάπλαση των υδάτων επέφερε την ολιγόχρονη απόσυρση των υδάτων από την παραλία και του σημείου εκείνου της Μεσογείου παρά τη Ερυθρά Θαλάσση και απέκοψε την εκεί υπάρχουσα λιμνοθάλασσα (Sebcha el Bardawil ή Σίρβονος) από την κυρίως θάλασσα δημιουργηθεισών ούτω των δυνατοτήτων της διαβάσεως των Ισραηλιτών και διά της επανόδου των υδάτων του πνιγμού και καταποντισμού των Αιγυπτίων. Εξ άλλου υπάρχει και επιστημονική μαρτυρία της διασυνδέσεως της εκρήξεως με τις δέκα πληγές του Φαραώ, τουλάχιστον με μερικές εξ αυτών (βλ. Έξοδο, κεφ. Ζ' 10 - ΙΑ' 10 για τις δέκα πληγές του Φαραώ. «Πρέπει να σημειωθεί ότι "Το ηφαίστειο της Σαντορίνης υπήρξε πάντα πλούσιο σε οξείδια τού σιδήρου και θειούχα συστατικά (...) έτσι η χώρα των Φαραώ πρέπει να δέχθηκε καταιγισμό οξειδίων σιδήρου πού κοκκινίζουν τα νερά, θειικών ενώσεων", πού δηλητηριάζουν κάθε γωνιά φλεγόμενης ηφαιστειακής στάχτης πού καίει τη βλάστηση και νεροποντής πού πλημμυρίζει τα πάντα» (βλ. τις σχετικές βιβλικές περικοπές: Έξοδ. ζ' 20-21, η' 10, θ' 23-25, η' 6,13,14,17,18 και 24, ι' 22-23, ιβ' 29-30 ως και Άντ. Ν. Κονταράτου μν. έργ., σελ. 44-55). Ίσως οι αναχωρούντες Ισραηλίτες να έβλεπαν στο βάθος του ορίζοντος τις οπτικές εκδηλώσεις των εκρήξεων (βλ. Έξοδ. ιγ' 21-22).
Βασικό πάντως παραμένει ότι η διάβαση υπήρξε παρέμβαση της ισχυράς δεξιάς του Κυρίου, ως το μέγιστο θαύμα στην ιστορία του Ισραήλ.
Η χρονική συνάντηση της διαβάσεως και της εκρήξεως, αν γίνει δεκτή, εις ουδένα ελαττώνει την εμπειρία του θαύματος.
Ο Κύριος της φύσεως είναι ο Κύριος της Ιστορίας.
Στη Σαντορίνη εκρή-γνυται, στην Ερυθρά Θάλασσα διασώζει τον περιούσιο λαό του. Και τα δύο μαρτυρούν ότι είναι ο Κύριος των δυνάμεων.
Σαντορίνη 1707, Ἓνα νησι ἀναδύεται!
Στὶς ἀρχὲς τοῦ ΙΗ’ αἰώνα τὸ ηφαίστειο τῆς Σαντορίνης ἀφυπνίζεται καὶ πάλι. Τὴν ἒκρηξη τοῦ 1707, ποὺ δημιούργησε τὴ νησίδα Νέα Καμένη, παρακολούθησε καὶ περιγράφει μὲ δραματικὲς λεπτομέρειες, ἓνας Ἰησουίτης μισσιονάριος περιηγητὴς ἐγκατεστημένος στὴ Σαντορίνη, ὁ πατὴρ Tarillon, σὲ μία ἒκθεση πρὸς τοὺς προϊσταμένους του. Στὶς 23 Μαΐου 1707 εἶδε νὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὴ θάλασσα ἓνα καινούργιο νησί, ἀνάμεσα στὴ Μικρὴ καὶ τὴ Μεγάλη Καμένη, κάπου τριάντα μίλια ἀπὸ τὴ Σαντορίνη. ~~~ «Πέντε μέρες πρίν, στὶς 18 Μαΐου, δυὸ μικρὲς σεισμικὲς δονήσεις ἒγιναν αἰσθητὲς στὸ νησί. Δὲν ἒδωσε ὡστόσο κανεὶς προσοχή. Φαίνεται πὼς ἀπὸ κείνη τὴ στιγμὴ ἂρχισε νὰ ἀναδύεται τὸ νησὶ στὰ βάθη τῆς θάλασσας καὶ νὰ ἀνεβαίνῃ στὴν ἐπιφάνεια τῶν νερῶν.
Ὃπως καὶ νἂχῃ τὸ πρᾶγμα, οἱ ναυτικοὶ βλέποντας ἐκεῖνο τὸ πρωὶ νὰ ξεμυτίζουν οἱ κορφὲς τοῦ νησιοῦ πάνω ἀπὸ τὰ κύματα, φαντάσθηκαν πὼς ἦταν ἀπομεινάρια ἀπὸ νυχτερινὸ ναυάγιο.
Μπῆκαν λοιπὸν στὰ πλεούμενα καὶ ἒσπευσαν ἐπὶ τόπου νὰ μαζέψουν τὰ λείψανα τοῦ «καραβιοῦ».
Ἀλλὰ ἀντὶ νὰ βροῦν ναυάγιο ἒπεσαν πάνω σὲ βράχους. Ἒντρομοι οἱ Σαντορινιοὶ γύρισαν γρήγορα γρήγορα στὸ νησὶ καὶ διηγήθηκαν τὸ παράξενο φαινόμενο ποὺ εἶδαν». Πανικὸς ἁπλώθηκε σὲ ὃλη τὴ Σαντορίνη. Οἱ κάτοικοι ἀλλοπαρμένοι ζοῦσαν στιγμὲς ἀγωνίας περιμένοντας ἐκρήξεις καὶ καταποντισμούς. Πέρασαν ὃμως τρεῖς μέρες καὶ καμιὰ συμφορὰ δὲν ἒγινε. Τότε μερικοὶ θαρραλέοι Σαντορινιοὶ ἀποφάσισαν νὰ ζυγώσουν καὶ νὰ δοῦν ἀπὸ κοντὰ τί συμβαίνει. Γύρισαν γύρω γύρω μὲ τὶς βάρκες τους καὶ βλέποντας πὼς δὲν ὑπῆρχε κίνδυνος, ζύγωσαν ἀκόμα πιὸ κοντὰ καὶ πάτησαν τὴν πρωτοφανέρωτη στεριά. Ἀπὸ περιέργεια πέρασαν ἀπὸ βράχο σὲ βράχο καὶ διαπίστωσαν πὼς βρίσκονταν πάνω σὲ μιὰ ἂσπρη λιθόμαζα ποὺ κοβόταν σὰν ψωμί. Μὰλιστα ἒμοιαζε τόσο πολὺ στὸ χρῶμα στὴ σύσταση καὶ στὴ γεύση ἀκόμα, ποὺ μερικοὶ ἒλεγαν πὼς ἦταν κριθαρόψωμο. «Ξαφνικὰ ἒνιωσαν νὰ σαλεύουν οἱ βράχοι κι ὃλα νὰ τρέμουν κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τους. Παράτησαν τὸ νησόπουλο καὶ πήδηξαν στὶς βάρκες τους. Αὐτὴ ἡ δόνηση ἦταν μία ἀνεπαίσθητη κίνηση τοῦ νησιοῦ, ποὺ μεγάλωνε. Μέσα σὲ λίγες μέρες ἒγινε δώδεκα μέτρα φάρδος καὶ ἒξη ὓψος». Τὸ νησὶ, ἂλλαζε συνέχεια μέγεθος· μεγάλωνε, μίκραινε, φούσκωνε καὶ ἃπλωνε.
Ἡ θάλασσα τοῦ κόλπου ἂλλαζε ἀδιάκοπα χρώματα. «Ἀπὸ ζωηρὴ πράσινη γινόταν κοκκινωπὴ κι΄ ὓστερα ἀνοιχτοκίτρινη. Μιὰ βαρειὰ μυρωδιὰ ἀνέβαινε ἀπὸ τὰ βάθη τῶν νερῶν. Στὶς 16 Ἰουλίου φάνηκε γιὰ πρώτη φορὰ νὰ βγαίνῃ καπνὸς ἀπὸ τὸ καινούργιο νησί.
Ὁ καπνὸς τιναζόταν ἀπὸ ἓνα κομπολόι μαύρων βράχων ποὺ εἶχαν ἀναδυθῇ στὸ σημεῖο ὃπου ἡ θάλασσα ἦταν ἒως τότε ἂπατη. Ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς βράχους σχηματίσθηκαν δυὸ χωριστὰ νησόπουλα. Τὸ ἓνα ὠνομάσθηκε Ἀσπρονήσι καὶ τὸ ἂλλο Μαυρονήσι, ἀπὸ τὸ χρῶμα τους.
Σὲ λίγο ὡστόσο ἐνώθηκαν καὶ οἱ μαῦροι βράχοι ἒγιναν τὸ κέντρο τοῦ νησιοῦ. Πυκνὸς καὶ ἀσπρουδερὸς καπνὸς ἀνέβαινε ἀδιάκοπα. Τὴ νύχτα τῆς 19 πρὸς 20 Ἰουλίου, ἀπὸ τὸ κέντρο αὐτοῦ τοῦ καπνοῦ ξεπήδησαν φλόγες. Οἱ Σαντορινιοὶ πανικοβλήθηκαν.
Οἱ Τοῦρκοι ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖνες τὶς μέρες στὸ νησὶ γιὰ νὰ εἰσπράξουν φόρους εἶχαν κατατρομοκρατηθῇ.
Ξέφρενοι μπροστὰ στὸ θέαμα τῆς φωτιᾶς ποὺ ξεπηδοῦσε ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς θάλασσας, ἐξώρκιζαν τὸν κόσμο νὰ ἀρχίσῃ δεήσεις στὸ Θεὸ καὶ καλοῦσαν τὰ παιδιὰ νὰ βγοῦν στοὺς δρόμους καὶ νὰ φωνάζουν «Κύριε Ἐλέησον» γιατὶ τὰ παιδιὰ ἦταν ἁγνὰ καὶ ἡ δέησή τους μποροῦσε νὰ κατευνάσῃ τὴ θεϊκὴ ὀργή». Οἱ καπνοὶ πύκνωναν καὶ τὴ νύχτα φαινόταν μία φλεγόμενη στήλη.
Ἡ καπνούρα τύλιξε ὃλη τὴ Σαντορίνη καὶ οἱ κάτοικοι πνίγονταν καὶ ἀγκομαχοῦσαν· ἒκαψε τὰ σταφύλια ποὺ εἶχαν ἀρχίσει νὰ ὡριμάζουν· τὰ ἀσημικὰ ἂλλαξαν χρώματα καὶ θάμπωσαν.
«Στὶς 31 Ἰουλίου ἡ θάλασσα ἂρχισε νὰ κοχλάζῃ σὲ δύο κυκλικὰ σημεῖα 9 καὶ 18 μέτρα ἀπὸ τὸ μαῦρο νησί. Ὁ βρασμὸς κράτησε ἓνα μῆνα. Νύχτα μέρα ψόφια ψάρια ξενέριζαν στὴ στεριά. Στὶς 17 Αὐγούστου πίδακες πυριφλεγεῖς ξεπηδοῦσαν ἀπὸ τὸ νησὶ καὶ ἡ θάλασσα γύρω κάπνιζε καὶ κόχλαζε ἀφρίζοντας. Ἀπὸ ἐξήντα καὶ πάνω στὸματα ξεχυνόταν φωτιά.
Στὶς 9 Σεπτεμβρίου μόνο τέσσερες ἀπὸ τοὺς ἑξήντα κρατῆρες ἒξακολουθοῦσαν νὰ ξεχύνουν φωτιά. Ἀπὸ τὶς 12 Σεπτεμβρίου ὁ ὑποθαλάσσιος ὀρυμαγδὸς καταλάγιασε λίγο, ἀλλὰ ἀπὸ τὶς 18 οἱ ἐκρήξεις δυνάμωσαν. Ὁλόκληροι βράχοι ξεπηδοῦσαν ἀπὸ τοὺς κρατῆρες καὶ καθὼς χτυποῦσε ὁ ἓνας τὸν ἂλλον στὸν ἀέρα προκαλοῦσαν βρόντους τρομακτικούς. Στὶς 21 Σεπτεμβρίου ἡ Μικρὴ Καμμένη φλεγόταν ὁλόκληρη. Ξαφνικὰ τρεῖς ἀστραπὲς φώτισαν τὸν ὁρίζοντα ἀπ΄ἂκρη σ΄ἂκρη. Ὓστερα τὸ νέο νησὶ σείστηκε συθέμελα, ἀναταράχθηκε καὶ σάλεψε πέρα δῶθε.
Ὃ ἓνας κρατῆρας καταποντίστηκε καὶ θεώρατα βράχια ἐκσφενδονίσθηκαν σὲ ἀπόσταση τριῶν μιλίων. Ἀκολούθησαν τέσσερες μέρες ἠρεμίας. Ὓστερα ἡ θεομηνία ξαναφούντωσε. Ἐκρήξεις ἀπανωτές, τόσο δυνατὲς ποὺ δύο πρόσωπα, ἐνῶ ξεφώνιζαν πλάϊ πλάϊ, δὲν μποροῦσαν νὰ ἀκουσθοῦν καθόλου. Ὁ κόσμος ἒτρεξε στὶς ἐκκλησίες. Ὁ βράχος τοῦ Σκάρου τραμπαλίστηκε κι΄ὃλες οἱ πόρτες τῶν σπιτιῶν ἂνοιξαν ἀπὸ τὴ βουή.
Ὣς τὸ Φεβρουάριο τοῦ 1708 οἱ ἐκρήξεις δὲν σταμάτησαν καθόλου.
Στὶς 10 Φεβρουαρίου τὸ ἡφαίστειο ξέσπασε.
Ὁλόκληρα βουνὰ τινάχτηκαν ἀπὸ τὸν κρατῆρα, τὸ νησὶ ἒτρεμε, μουγκρητὰ ὑποχθόνια ἒκοβαν τὴν ἀνάσα, ἡ θάλασσα ἒβραζε.
Κάθε δύο λεπτὰ καὶ μία ἒκρηξη. Οἱ φλόγες διακρίνονταν γιὰ πρώτη φορὰ καὶ τὴν ἡμέρα. Αὐτὴ ἡ κόλαση συνεχίσθηκε ὣς τὶς 23 Μαΐου.
Τὸ καινούργιο νηςὶ ἃπλωνε καὶ ψήλωνε ἀδιάκοπα. Ὁ μεγάλος κρατῆρας μεγάλωσε ἀπὸ τὴ λάβα. Ὓστερα κόπασε ἡ θεομηνία».
Στὶς 15 Ἰουλίου 1708 ὁ Tarillon ἀποφάσισε νὰ δῇ ἀπὸ κοντὰ τὸ καινούργιο νησί.
Μπῆκε μὲ ἂλλους Σαντορινιοὺς σ΄ἓνα καΐκι καλὰ καλαφατισμένο.
Ἡ τολμηρὴ συντροφιὰ ζύγωσε σ΄ἓνα σημεῖο ποὺ ἡ θάλασσα δὲν ἒβραζε ἀλλὰ κάπνιζε μονάχα. Τὸ νέο νησὶ εἶχε ὓψος ἑξήντα μέτρα στὸ ψηλότερο σημεῖο, πάνω ἀπὸ τριακόσια μέτρα πλάτος καὶ περίμετρο πέντε περίπου μίλια. Ζύγωσαν γιὰ νὰ ξεμπαρκάρουν, ἀλλὰ σὲ ἀπόσταση διακοσίων μέτρων ἀπὸ τὴν ἀκτή, τὸ νερὸ ἦταν ζεματιστό. Μία νέα ἒκρηξη τοὺς ἀνάγκασε νὰ γυρίσουν στὴ Σαντορίνη. Οἱ ἐκρήξεις, οἱ δονήσεις, ὁ βρασμὸς τῆς θάλασσας καὶ οἱ ὑποβρύχιες φλόγες θὰ συνεχιστοῦν πολλὰ χρόνια ἀκόμα ὢσπου νὰ ἠρεμήσῃ τὸ ἡφαίστειο.
Ἓνα γράμμα ἀπὸ τὴ Σαντορίνη (Σεπτέμβριος 1712) πρὸς τὸ συγγραφέα τοῦ χρονικοῦ ποὺ βρισκόταν πιὰ στὸ Παρίσι, δίνει νεώτερα στοιχεῖα: «Πολλὲς φορὲς ἒκανα τὸ γύρω τοῦ νέου νησιοῦ, ἀπὸ ἀλάργα ὃμως γιατὶ τὰ νερὰ βράζουν σὲ ἀπόσταση ἑνὸς τετάρτου τῆς λεύγας ἀπὸ τὶς ἀκτές. Ἐνῶ κωπηλατοῦμε κάποιος πρέπει νὰ βυθίζῃ τὸ χέρι του στὴ θάλασσα, γιατὶ ὑπάρχει κίνδυνος νὰ λειώσῃ ἡ πίσσα στὸ σκαρὶ καὶ νὰ βουλιάξουμε.
Οἱ Σαντορινιοὶ ὠνόμασαν τὸν κρατῆρα τοῦ ἡφαιστείου Μεγάλο Καμίνι.
Κάτω ἀπὸ τὸν κρατῆρα ὑπάρχουν τρία στόμια ποὺ μοιάζουν μὲ πελώριες θρακιές». “ΑΝΙΧΝΕΥΤΕΣ” ΞΕΝΟΙ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1700-1800, Τόμος Β’, Κυριάκου Σιμόπουλου, ΑΘΗΝΑ 1991, σελ. 53-58.
Η ιστορία του ηφαιστείου της Σαντορίνης, ίσως του πιο φημισμένου ηφαιστείου στον κόσμο, αρχίζει με το τέλος του Κατώτερου Πλειστοκαίνου, δηλαδή την εποχή του πρώτου σχηματισμού των νησιών του Αιγαίου. Το αρχικό νησί ήταν η σημερινή περιοχή του Προφήτη Ηλία της Θήρας.
Τα αρχαιότερα ηφαιστειακά κέντρα βρίσκονται στο νότιο τμήμα του νησιού, στην περιοχή του Ακρωτηρίου. Πολύ αργότερα, και αφού είχε επικρατήσει ηρεμία στην περιοχή του Ακρωτηρίου, βορειότερα, και σε απόσταση 3.200 μ. από το Ακρωτήρι, αρχίζει τη δραστηριότητά του το ηφαίστειο της Θήρας, που ήταν στην αρχή υποθαλάσσιο. Οι μεγάλες ποσότητες των ηφαιστειακών υλικών που εκτοξεύτηκαν κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος της Θήρας, με αποτέλεσμα το υποθαλάσσιο ηφαίστειο να αναδυθεί και να ενωθεί με το υπόλοιπο νησί.
Την εποχή που είναι ενεργό το ηφαίστειο της Θήρας παρουσιάζεται βορειότερα, και στη θέση που είναι σήμερα ο όρμος Περιστέρια, μια ανεξάρτητη ομάδα ηφαιστειακών κέντρων, τα ηφαίστεια Περιστεριών. Από τα ηφαιστειακά υλικά που ήρθαν στην επιφάνεια σχηματίστηκαν οι δυο κορυφές του Μικρού Προφήτη Ηλία και ένα μεγάλο τμήμα του Μεγάλου Βουνού και του Κόκκινου Βουνού.
Ακολουθεί μια πολύ μακρά περίοδος ηρεμίας και το 1500 π.Χ. (κατά άλλους το 1650 π.Χ.) έρχεται η μεγάλη καταστροφή. Η καταστροφή αυτή ήταν η μεγαλύτερη των τελευταίων 10.000 χρόνων και πιθανότατα αποτελεί και τη βάση των γραπτών του Πλάτωνα περί της χαμένης ηπείρου της Ατλαντίδας. Περίπου 30 κυβικά χλμ. μάγματος εκτοξεύθηκαν, στάχτη έπεσε σε μια μεγάλη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, ενώ πιθανότατα, η έκρηξη αυτή προκάλεσε και την καταστροφή του μινωικού πολιτισμού. Τα εκρηκτικά φαινόμενα που είχαν σαν αποτέλεσμα την κατακρήμνιση του τεράστιου ηφαιστειακού θόλου και τη δημιουργία έτσι της θηραϊκής καλδέρας, είναι γνωστά με την ονομασία «έκρηξη της κίσσηρης». Με την αποβολή της κίσσηρης δημιουργήθηκαν μεγάλα κενά κάτω από τη στέγη του ηφαιστείου, που είχαν σαν αποτέλεσμα την κατακρήμνιση ολόκληρου του ηφαιστειακού θόλου. Έτσι δημιουργήθηκαν τα 3 νησιά, η Θήρα, η Θηρασιά και το Ασπρονήσι, που περιβάλλουν τη νεοσχηματισμένη καλδέρα. Έτσι, η Σαντορίνη παίρνει την τελική της μορφή, χωρίς να έχουν ακόμα σχηματιστεί στη μεγάλη κεντρική θαλάσσια έκταση τα νησάκια του κέντρου, η Παλαιά και η Νέα Καμένη.
Ο Στράβωνας, για την ηφαιστειακή δράση του 197 π.Χ., γράφει ότι από το μέσο της απόστασης μεταξύ Θήρας και Θηρασιάς έβγαιναν φλόγες από το πέλαγος επί 4 ημέρες και από την ανύψωση του εδάφους σχηματίστηκε το νησί Ιερά, περιμέτρου περίπου 2 χλμ. Σύμφωνα με τον Πλίνιο, κατά την ηφαιστειακή δράση του 19 μ.Χ., σχηματίστηκε ένα νέο νησί, η Θεία, σε απόσταση περίπου 300 μ. από την Ιερά, ένα μέρος του οποίου προσκολλήθηκε σε αυτήν.
Την εποχή που είναι ενεργό το ηφαίστειο της Θήρας παρουσιάζεται βορειότερα, και στη θέση που είναι σήμερα ο όρμος Περιστέρια, μια ανεξάρτητη ομάδα ηφαιστειακών κέντρων, τα ηφαίστεια Περιστεριών. Από τα ηφαιστειακά υλικά που ήρθαν στην επιφάνεια σχηματίστηκαν οι δυο κορυφές του Μικρού Προφήτη Ηλία και ένα μεγάλο τμήμα του Μεγάλου Βουνού και του Κόκκινου Βουνού.
Ακολουθεί μια πολύ μακρά περίοδος ηρεμίας και το 1500 π.Χ. (κατά άλλους το 1650 π.Χ.) έρχεται η μεγάλη καταστροφή. Η καταστροφή αυτή ήταν η μεγαλύτερη των τελευταίων 10.000 χρόνων και πιθανότατα αποτελεί και τη βάση των γραπτών του Πλάτωνα περί της χαμένης ηπείρου της Ατλαντίδας. Περίπου 30 κυβικά χλμ. μάγματος εκτοξεύθηκαν, στάχτη έπεσε σε μια μεγάλη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, ενώ πιθανότατα, η έκρηξη αυτή προκάλεσε και την καταστροφή του μινωικού πολιτισμού. Τα εκρηκτικά φαινόμενα που είχαν σαν αποτέλεσμα την κατακρήμνιση του τεράστιου ηφαιστειακού θόλου και τη δημιουργία έτσι της θηραϊκής καλδέρας, είναι γνωστά με την ονομασία «έκρηξη της κίσσηρης». Με την αποβολή της κίσσηρης δημιουργήθηκαν μεγάλα κενά κάτω από τη στέγη του ηφαιστείου, που είχαν σαν αποτέλεσμα την κατακρήμνιση ολόκληρου του ηφαιστειακού θόλου. Έτσι δημιουργήθηκαν τα 3 νησιά, η Θήρα, η Θηρασιά και το Ασπρονήσι, που περιβάλλουν τη νεοσχηματισμένη καλδέρα. Έτσι, η Σαντορίνη παίρνει την τελική της μορφή, χωρίς να έχουν ακόμα σχηματιστεί στη μεγάλη κεντρική θαλάσσια έκταση τα νησάκια του κέντρου, η Παλαιά και η Νέα Καμένη.
Ο Στράβωνας, για την ηφαιστειακή δράση του 197 π.Χ., γράφει ότι από το μέσο της απόστασης μεταξύ Θήρας και Θηρασιάς έβγαιναν φλόγες από το πέλαγος επί 4 ημέρες και από την ανύψωση του εδάφους σχηματίστηκε το νησί Ιερά, περιμέτρου περίπου 2 χλμ. Σύμφωνα με τον Πλίνιο, κατά την ηφαιστειακή δράση του 19 μ.Χ., σχηματίστηκε ένα νέο νησί, η Θεία, σε απόσταση περίπου 300 μ. από την Ιερά, ένα μέρος του οποίου προσκολλήθηκε σε αυτήν.
Κατά την έκρηξη του 46 μ.Χ. προκλήθηκε σεισμός που έγινε αισθητός στη βόρεια Κρήτη, ενώ οι ακτές της πλήγηκαν από κύμα τσουνάμι.
Κατά την περίοδο από 6 Ιανουαρίου 1866 έως τον Οκτώβριο του 1870 σημειώνεται νέα ηφαιστειακή δράση, με αποτέλεσμα τον τετραπλασιασμό της Νέας Καμένης. Την 1η Φεβρουαρίου 1866, όταν τα φαινόμενα εντάθηκαν πολύ, άρχισε να εμφανίζεται στο μέσο του κόλπου Βουλκάνος, μαύρος βράχος που μεγάλωνε συνεχώς, ενώ κόκκινη λάμψη φώτιζε τη στήλη του λευκού ατμού και σχηματίστηκε έτσι νησίδα, που για τους λόγους αυτούς ονομάστηκε Άγιος Γεώργιος. Αργότερα σχηματίστηκε και άλλη νησίδα στο ΝΔ άκρο της Νέας Καμένης, που ονομάστηκε Αφρόεσσα και τελικά όλα ενώθηκαν με τη Νέα Καμένη.
Το πρώτο τμήμα της Νέας Καμένης σχηματίστηκε κατά τις εκρήξεις της περιόδου 1707-1711 και αργότερα ενώθηκε με τη Μικρή Καμένη. Η έξοδος της λάβας συνεχίστηκε σιγά και αθόρυβα και σχηματίστηκε έτσι το Ασπρονήσι. Η έξοδος της λάβας συνεχίστηκε μέχρι το 1712 και αυτά τα δύο μικρά νησιά, το Μαυρονήσι και το Ασπρονήσι, ενώθηκαν για να σχηματίσουν τη Νέα Καμένη.
Κατά την περίοδο από 6 Ιανουαρίου 1866 έως τον Οκτώβριο του 1870 σημειώνεται νέα ηφαιστειακή δράση, με αποτέλεσμα τον τετραπλασιασμό της Νέας Καμένης. Την 1η Φεβρουαρίου 1866, όταν τα φαινόμενα εντάθηκαν πολύ, άρχισε να εμφανίζεται στο μέσο του κόλπου Βουλκάνος, μαύρος βράχος που μεγάλωνε συνεχώς, ενώ κόκκινη λάμψη φώτιζε τη στήλη του λευκού ατμού και σχηματίστηκε έτσι νησίδα, που για τους λόγους αυτούς ονομάστηκε Άγιος Γεώργιος. Αργότερα σχηματίστηκε και άλλη νησίδα στο ΝΔ άκρο της Νέας Καμένης, που ονομάστηκε Αφρόεσσα και τελικά όλα ενώθηκαν με τη Νέα Καμένη.
Η περίοδος 1925-1928 είναι νέα περίοδος ηφαιστειακής δράσης, με πρώτη και κύρια φάση μεταξύ 11 Αυγούστου 1925 και Ιανουαρίου 1926, με αποτέλεσμα την οριστική ένωση της Μικρής με τη Νέα Καμένη. Η δεύτερη φάση πραγματοποιήθηκε μεταξύ 23 Ιανουαρίου και 17 Μαρτίου 1928. Η ηφαιστειακή δράση 1939-1941 πραγματοποιήθηκε με 5 εκρήξεις στη Νέα Καμένη μεταξύ 20 Αυγούστου 1939 και Ιουλίου 1941. Η ηφαιστειακή δράση, τέλος, του 1950 διήρκεσε από τις 10 Ιανουαρίου μέχρι τις 2 Φεβρουαρίου και είχε σαν συνέπεια το σχηματισμό ηφαιστειακού δόμου σε απόσταση 220 μ. ανατολικά του κρατήρα του Αγίου Γεωργίου.
--------------------------------------------------------------------
ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ:http://www.egolpion.com
http://olympia.gr
http://history-pages.blogspot.gr
http://olympia.gr
http://history-pages.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου