Μια γυναικεία μορφή κρατάει τρυφερά στην αγκαλιά της ένα βρέφος, προσφέροντάς του το στήθος της.
Η Άρτεμις Κουροτρόφος με μικρό κορίτσι στην αγκαλιά.
Η Άρτεμις Κουροτρόφος με μικρό κορίτσι στην αγκαλιά.
Δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.0.
Μουσείο Βραυρώνας. Φωτογραφία της συγγραφέως.
Μια εικόνα τόσο οικεία και τόσο μαγικήσυνάμα. Ανακαλεί τη δική μας βρεφική ηλικία, καθώς μας κάνει ν’ αναπολούμε υποσυνείδητα τις γλυκές στιγμές που ζήσαμε στη μητρική αγκαλιά. Μια εμπειρία πανανθρώπινη, η οποία διασχίζει τις αμέτρητες χιλιετίες της ύπαρξης του είδους μας πάνω στον πλανήτη.
Η Μάνα και το Βρέφος. Μορφές που αποτυπώθηκαν στην πέτρα, στον πηλό, στις χρωματιστές επιφάνειες ναών και τάφων. Περιβλήθηκαν με πλήθος νοήματα και συμβολισμούς μες στους αιώνες, απόκτησαν διαστάσεις θεϊκές, καθώς δεν έπαψαν ποτέ να μιλούν στην ψυχή των ανθρώπων. Αβίαστα έρχεται στο νου η γλυκιά όψη της Παναγίας με το μικρό Ιησού. Κι όμως, αν στρέψουμε το βλέμμα μας πιο βαθιά στο χρόνο, θα δούμε να περνούν από μπροστά μας σαν ταινία πλήθος διαφορετικές μορφές της Βρεφοκρατούσας.
Η Κουροτρόφος και η Βρεφοκρατούσα Ίσιδα
Μια απ’ αυτές τις μορφές είναι η Κουροτρόφος από το Σέσκλο της Θεσσαλίας, ένα πήλινο αγαλματάκι γυναίκας καθιστής σε σκαμνί που κρατάει σφιχτά ένα μωρό
H νεολιθική κουροτρόφος από το Σέσκλο της Θεσσαλίας.
Μια εικόνα τόσο οικεία και τόσο μαγικήσυνάμα. Ανακαλεί τη δική μας βρεφική ηλικία, καθώς μας κάνει ν’ αναπολούμε υποσυνείδητα τις γλυκές στιγμές που ζήσαμε στη μητρική αγκαλιά. Μια εμπειρία πανανθρώπινη, η οποία διασχίζει τις αμέτρητες χιλιετίες της ύπαρξης του είδους μας πάνω στον πλανήτη.
Η Μάνα και το Βρέφος. Μορφές που αποτυπώθηκαν στην πέτρα, στον πηλό, στις χρωματιστές επιφάνειες ναών και τάφων. Περιβλήθηκαν με πλήθος νοήματα και συμβολισμούς μες στους αιώνες, απόκτησαν διαστάσεις θεϊκές, καθώς δεν έπαψαν ποτέ να μιλούν στην ψυχή των ανθρώπων. Αβίαστα έρχεται στο νου η γλυκιά όψη της Παναγίας με το μικρό Ιησού. Κι όμως, αν στρέψουμε το βλέμμα μας πιο βαθιά στο χρόνο, θα δούμε να περνούν από μπροστά μας σαν ταινία πλήθος διαφορετικές μορφές της Βρεφοκρατούσας.
Η Κουροτρόφος και η Βρεφοκρατούσα Ίσιδα
Μια απ’ αυτές τις μορφές είναι η Κουροτρόφος από το Σέσκλο της Θεσσαλίας, ένα πήλινο αγαλματάκι γυναίκας καθιστής σε σκαμνί που κρατάει σφιχτά ένα μωρό
H νεολιθική κουροτρόφος από το Σέσκλο της Θεσσαλίας.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Φωτογραφία της συγγραφέως.
στην αγκαλιά της. Πανάρχαιο εύρημα, νεολιθικό – οι αρχαιολόγοι το τοποθετούν στα 4800-4500 π.0. Εξίσου παλιά, ίσως κι ακόμη αρχαιότερα, είναι τα ειδώλια των Κουροτρόφων από την Μεσοποταμία. Ένα απ’ τα πιο εντυπωσιακά έχει το πρόσωπο ερπετού, δηλώνοντας τα πολλαπλά του νοήματα.[1] Στην Κύπρο ένα παρόμοιο εύρημα εμφανίζεται με πρόσωπο πουλιού. Η ένωση ανθρώπου-ζώου μέσα στην τέχνη δίνει τη μυθική διάσταση των όντων – δεν πρόκειται για ανθρώπινες γυναίκες αλλά κατά πάσα πιθανότητα για θεές.
Η λέξη Κουροτρόφος προέρχεται από το ρήμα τρέφω και το ουσιαστικό κοῦρος: (αγόρι) ή κούρη (κόρη, κορίτσι). Ο τίτλος αυτός δινόταν σε ποικίλες θεές, όπως η Άρτεμη, που θεωρείται και προστάτιδα των παιδιών, και η Ειλείθυια, αρμόδια για τον τοκετό. Αποδόθηκε – τι σύμπτωση! – και στην Παναγία. Ο Ακάθιστος Ύμνος την προσφωνεί: «Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων».[2]
Όμως, η πιο διάσημη βρεφοκρατούσα πριν την Παναγία ήταν η Ίσιδα, η οποία συχνά παρουσιάζεται να κρατά ή και να θηλάζει τον μικρό Ώρο. Είναι η αρχετυπική Μητέρα, εκείνη που ακτινοβολεί τη στοργή, τη συμπόνια, την καλοσύνη. Η προέλευσή της χάνεται στα βάθη των αιώνων – τοποθετείται στην προδυναστική Αίγυπτο, δηλαδή πριν το 3100 π.0. Στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια η λατρεία της εξαπλώθηκε σε όλη τη Μεσόγειο, καθώς ταυτίστηκε με ποικίλες θεότητες. Τα Μυστήριά της γοήτευσαν αυτοκράτορες, διανοούμενους (όπως ο Πλούταρχος, ο Απουλήιος και ο Ηρώδης ο Αττικός) αλλά και απλούς ανθρώπους.
Αποτελεί πλέον κοινό μυστικό ότι η εικονογραφία της Παναγίας Βρεφοκρατούσας βασίστηκε στην απεικόνιση της Ίσιδας με το γιο της. Μα οι ομοιότητές τους δεν σταματούν εκεί. Για παράδειγμα, την Αιγύπτια Μητέρα συνήθιζαν να την αποκαλούν «Κυρία των Ουρανών», ένας τίτλος που αργότερα αποδόθηκε στη Θεοτόκο από τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Αλλά και η τελευταία βρέθηκε επίσης στην Αίγυπτο, μαζί το μικρό Ιησού, για ν’ αποφύγει τη «σφαγή των νηπίων», αν πιστέψουμε το Κατά Ματθαίον (2.13-23). Τι κι αν η ιστορικότητα αυτών των αφηγήσεων αμφισβητείται από τους ειδικούς; Κάθε θρησκεία αποτελεί μίγμα ιστορίας και μύθου, γι’ αυτό και τα όποια «γεγονότα» πρέπει να τα βλέπουμε όχι μόνο κυριολεκτικά αλλά και συμβολικά.
Ας μην ξεχνάμε ότι και η Παρθένος Μαρία κάποτε λατρεύτηκε σαν θεά, ένα φαινόμενο που περιγράφεται με τον όρο μαριολατρία. Mια από τις ομάδες που την τιμούσαν ως Θεϊκή Μητέρα ήταν οι Κολλυριδιανοί – ή τουλάχιστον έτσι τους ονομάζει ο Επιφάνιος, χριστιανός αιρεσιολόγος και επίσκοπος, στο έργο του Πανάριον (78-79). Η «κολλυρίδα» ήταν το ιερό ψωμί που της πρόσφεραν. Αξίζει να σημειωθεί ότι η «αίρεση» αυτή είχε εμφανιστεί στην Αραβία κατά τον 4ο αιώνα και ότι ασκούνταν κυρίως από γυναίκες – μάλιστα, περιλάμβανε ακόμη και γυναίκες ιερείς. Ίσως η Αραβία να μοιάζει μακρινή, ωστόσο σύμφωνα με τον Επιφάνιο, οι διδασκαλίες τους προήλθαν από τη Θράκη!
Βέβαια, ο χριστιανός συγγραφέας δεν παραλείπει να μας πληροφορήσει ότι όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν παρά «γυναικείες ανοησίες». Με τα δικά του λόγια, «το γυναικείο φύλο εύκολα πέφτει σε λάθη, είναι επιρρεπές στις πλάνες και έχει φτωχή νοημοσύνη. Είναι προφανές ότι ο διάβολος ξέρασε αυτή την αίρεση μέσα από τις γυναίκες».[3] Όμως, όσο κι αν η Εκκλησία (ανατολική και δυτική) χρησιμοποίησε κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για να εξαλείψει τη μαριολατρία, δεν κατάφερε και πολλά πράγματα.
Η μορφή της Παναγίας, αν και περιθωριοποιήθηκε στον προτεσταντισμό, έχει αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα της τόσο στην ορθοδοξία όσο και στον καθολικισμό. Το ανεξάντλητα θαύματα που της αποδίδονται, οι αμέτρητες εκκλησίες και οι άπειρες απεικονίσεις της αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες. Αλλά και το πλήθος των πιστών που σπεύδει να προσκυνήσει στην Μεγαλόχαρη της Τήνου, στη Notre Dame του Παρισιού ή σε όποιον άλλο χώρο της είναι αφιερωμένος δεν αφήνει πολλές αμφιβολίες. Παρεμπιπτόντως, αξίζει να αναρωτηθούμε πόσοι απ’ αυτούς τους ιερούς χώρους του Χριστιανισμού ήταν άλλοτε αφιερωμένοι στις θεές της αρχαιότητας…
Η θεά Δήμητρα και οι Παναγίες ιέρειες
Ανιχνεύοντας τη μορφή της Μητέρας και του θεϊκού Παιδιού μες στους αιώνες, η γιορτή των Χριστουγέννων αποκτά μια διαφορετική, αρχετυπική διάσταση.
Η Ίσιδα με το μικρό Ώρο. Χάλκινο ειδώλιο.
στην αγκαλιά της. Πανάρχαιο εύρημα, νεολιθικό – οι αρχαιολόγοι το τοποθετούν στα 4800-4500 π.0. Εξίσου παλιά, ίσως κι ακόμη αρχαιότερα, είναι τα ειδώλια των Κουροτρόφων από την Μεσοποταμία. Ένα απ’ τα πιο εντυπωσιακά έχει το πρόσωπο ερπετού, δηλώνοντας τα πολλαπλά του νοήματα.[1] Στην Κύπρο ένα παρόμοιο εύρημα εμφανίζεται με πρόσωπο πουλιού. Η ένωση ανθρώπου-ζώου μέσα στην τέχνη δίνει τη μυθική διάσταση των όντων – δεν πρόκειται για ανθρώπινες γυναίκες αλλά κατά πάσα πιθανότητα για θεές.
Η λέξη Κουροτρόφος προέρχεται από το ρήμα τρέφω και το ουσιαστικό κοῦρος: (αγόρι) ή κούρη (κόρη, κορίτσι). Ο τίτλος αυτός δινόταν σε ποικίλες θεές, όπως η Άρτεμη, που θεωρείται και προστάτιδα των παιδιών, και η Ειλείθυια, αρμόδια για τον τοκετό. Αποδόθηκε – τι σύμπτωση! – και στην Παναγία. Ο Ακάθιστος Ύμνος την προσφωνεί: «Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων».[2]
Όμως, η πιο διάσημη βρεφοκρατούσα πριν την Παναγία ήταν η Ίσιδα, η οποία συχνά παρουσιάζεται να κρατά ή και να θηλάζει τον μικρό Ώρο. Είναι η αρχετυπική Μητέρα, εκείνη που ακτινοβολεί τη στοργή, τη συμπόνια, την καλοσύνη. Η προέλευσή της χάνεται στα βάθη των αιώνων – τοποθετείται στην προδυναστική Αίγυπτο, δηλαδή πριν το 3100 π.0. Στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια η λατρεία της εξαπλώθηκε σε όλη τη Μεσόγειο, καθώς ταυτίστηκε με ποικίλες θεότητες. Τα Μυστήριά της γοήτευσαν αυτοκράτορες, διανοούμενους (όπως ο Πλούταρχος, ο Απουλήιος και ο Ηρώδης ο Αττικός) αλλά και απλούς ανθρώπους.
Αποτελεί πλέον κοινό μυστικό ότι η εικονογραφία της Παναγίας Βρεφοκρατούσας βασίστηκε στην απεικόνιση της Ίσιδας με το γιο της. Μα οι ομοιότητές τους δεν σταματούν εκεί. Για παράδειγμα, την Αιγύπτια Μητέρα συνήθιζαν να την αποκαλούν «Κυρία των Ουρανών», ένας τίτλος που αργότερα αποδόθηκε στη Θεοτόκο από τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Αλλά και η τελευταία βρέθηκε επίσης στην Αίγυπτο, μαζί το μικρό Ιησού, για ν’ αποφύγει τη «σφαγή των νηπίων», αν πιστέψουμε το Κατά Ματθαίον (2.13-23). Τι κι αν η ιστορικότητα αυτών των αφηγήσεων αμφισβητείται από τους ειδικούς; Κάθε θρησκεία αποτελεί μίγμα ιστορίας και μύθου, γι’ αυτό και τα όποια «γεγονότα» πρέπει να τα βλέπουμε όχι μόνο κυριολεκτικά αλλά και συμβολικά.
Ας μην ξεχνάμε ότι και η Παρθένος Μαρία κάποτε λατρεύτηκε σαν θεά, ένα φαινόμενο που περιγράφεται με τον όρο μαριολατρία. Mια από τις ομάδες που την τιμούσαν ως Θεϊκή Μητέρα ήταν οι Κολλυριδιανοί – ή τουλάχιστον έτσι τους ονομάζει ο Επιφάνιος, χριστιανός αιρεσιολόγος και επίσκοπος, στο έργο του Πανάριον (78-79). Η «κολλυρίδα» ήταν το ιερό ψωμί που της πρόσφεραν. Αξίζει να σημειωθεί ότι η «αίρεση» αυτή είχε εμφανιστεί στην Αραβία κατά τον 4ο αιώνα και ότι ασκούνταν κυρίως από γυναίκες – μάλιστα, περιλάμβανε ακόμη και γυναίκες ιερείς. Ίσως η Αραβία να μοιάζει μακρινή, ωστόσο σύμφωνα με τον Επιφάνιο, οι διδασκαλίες τους προήλθαν από τη Θράκη!
Βέβαια, ο χριστιανός συγγραφέας δεν παραλείπει να μας πληροφορήσει ότι όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν παρά «γυναικείες ανοησίες». Με τα δικά του λόγια, «το γυναικείο φύλο εύκολα πέφτει σε λάθη, είναι επιρρεπές στις πλάνες και έχει φτωχή νοημοσύνη. Είναι προφανές ότι ο διάβολος ξέρασε αυτή την αίρεση μέσα από τις γυναίκες».[3] Όμως, όσο κι αν η Εκκλησία (ανατολική και δυτική) χρησιμοποίησε κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για να εξαλείψει τη μαριολατρία, δεν κατάφερε και πολλά πράγματα.
Η μορφή της Παναγίας, αν και περιθωριοποιήθηκε στον προτεσταντισμό, έχει αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα της τόσο στην ορθοδοξία όσο και στον καθολικισμό. Το ανεξάντλητα θαύματα που της αποδίδονται, οι αμέτρητες εκκλησίες και οι άπειρες απεικονίσεις της αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες. Αλλά και το πλήθος των πιστών που σπεύδει να προσκυνήσει στην Μεγαλόχαρη της Τήνου, στη Notre Dame του Παρισιού ή σε όποιον άλλο χώρο της είναι αφιερωμένος δεν αφήνει πολλές αμφιβολίες. Παρεμπιπτόντως, αξίζει να αναρωτηθούμε πόσοι απ’ αυτούς τους ιερούς χώρους του Χριστιανισμού ήταν άλλοτε αφιερωμένοι στις θεές της αρχαιότητας…
Η θεά Δήμητρα και οι Παναγίες ιέρειες
Ανιχνεύοντας τη μορφή της Μητέρας και του θεϊκού Παιδιού μες στους αιώνες, η γιορτή των Χριστουγέννων αποκτά μια διαφορετική, αρχετυπική διάσταση.
Η Ίσιδα με το μικρό Ώρο. Χάλκινο ειδώλιο.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Φωτογραφία της συγγραφέως.
Μετατρέπεται σε μύηση στα μυστήρια του ανθρώπινου νου, ο οποίος προβάλλει προς τα έξω τους αιώνιους σύμβολισμούς του. Αν πιστέψουμε τον Καρλ Γιουγκ, τον πατέρα της αρχετυπικής ψυχολογίας, η θρησκεία και ο μύθος αποτελούν αντανάκλαση της εσωτερικής μας πραγματικότητας: «Οι μύθοι έχουν ένα ζωτικό νόημα. Δεν αναπαριστούν απλά, αλλά είναι η ψυχική ζωή της πρωτόγονης φυλής… Η μυθολογία μιας φυλής είναι η ζωντανή της θρησκεία… Η θρησκεία είναι ένας ζωντανός κρίκος με τις ψυχικές διαδικασίες που λειτουργούν ανεξάρτητα και πέρα από τη συνείδηση, μέσα στα σκοτεινά βάθη της ψυχής».[4]
Για παράδειγμα, δεν είναι τυχαίο ότι τα Χριστούγεννα τοποθετήθηκαν αμέσως μετά το Ηλιοστάσιο. Όπως αναφέρει ο Κερένυϊ, «ο ήλιος που ανατέλλει και το νεογέννητο παιδί αποτελούν μια αλληγορία του Αρχέγονου Παιδιού, όπως και το Αρχέγονο Παιδί αποτελεί μια αλληγορία του ανατέλλοντος ήλιου και όλων των νεογέννητων παιδιών στον κόσμο».[5] Συνάμα, το αρχετυπικό Παιδί ενσαρκώνει την ελπίδα του καινούριου, τη νέα ζωή ή τις νέες δυνατότητες που κυοφορούνται εντός μας. Στην αρχαία ελληνική παράδοση έπαιρνε τη μορφή του Διόνυσου, του Ερμή, του Ηρακλή, του Έρωτα.
Αν το Παιδί συμβολίζει το καινούριο, η Μητέρα μπορεί να παραπέμπει στη δύναμη να το φέρνει κανείς στο φως, είτε πρόκειται για μια νέα ύπαρξη είτε για μια φρέσκια δημιουργία. Έτσι, είναι συγχρόνως η Μάνα Φύση που γεννάει τα πάντα αλλά και η ίδια η δημιουργική ικανότητα που κατοικεί μέσα μας. Τέτοιου είδους μορφές αποκτούν ποικίλες προεκτάσεις και πολλαπλά νοήματα. Οι ρίζες τους φτάνουν βαθιά μέσα στην ανθρώπινη ψυχή.
Για το λόγο αυτό, μάλλον δεν είναι σύμπτωση ότι η σημαντικότερη μυστηριακή λατρεία της αρχαίας Ελλάδας εστιαζόταν στην αρχέγονη δυάδα Μάνα-Παιδί. Μόνο που εκεί δεν επρόκειτο για γιο αλλά για θυγατέρα, η οποία εμφανίζεται ως Κόρη/Περσεφόνη. Κατά τον Κερένυϊ, «η μορφή του παιδιού παίζει στη μυθολογία ένα ρόλο παρόμοιο με εκείνον του κοριτσιού που βρίσκεται σε ηλικία γάμου, ή της Κόρης και της μητέρας».[6] Η κατεξοχήν Μητέρα της ελληνικής θρησκείας δεν είναι άλλη από τη Δήμητρα, την προστάτιδα της γεωργίας, μια άλλη όψη της πανάρχαιας Μάνας Γαίας.
Μια γυναικεία γιορτή προς τιμήν της Δήμητρας, τα Αλώα (από τη λέξη ἅλως: αλώνι), έπεφτε κοντά στην ημερομηνία των Χριστουγέννων. Τελούνταν στις 26 του σεληνιακού μήνα Ποσειδεώνος, ο οποίος αντιστοιχεί περίπου στο Δεκέμβριο. Πλούσιο τραπέζι στρωνόταν για να τιμηθεί η θεά που τρέφει τους ανθρώπους με τα αγαθά της. Μαζί της λάτρευαν και το Διόνυσο, ο οποίος σε κάποιους μύθους θεωρούνταν γιος της Κόρης.
Η γονιμότητα της γυναίκας ήταν αξεδιάλυτα δεμένη στο νου των αρχαίων με την ευφορία της Γης. Στα Αλώα, αντί να γιορτάζουν τη γέννηση ενός ιερού βρέφους από τη Θεομητέρα, τιμούσαν τη δύναμή της να γεννάει καρπούς. Για να την τονώσουν χρησιμοποιούσαν τη συμπαθητική μαγεία. Έτσι, το συμπόσιο που γινόταν συνοδευόταν και από γλυκά, όπως σήμερα έχουμε τους κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα, μόνο που τότε λέγεται ότι τους δινόταν το σχήμα γυναικείων και ανδρικών γεννητικών οργάνων. Πιστεύεται ότι παρόμοια ομοιώματα φυτεύονταν στο χώμα, αναπαριστώντας συμβολικά τον Ιερό Γάμο.[7]
Πότε πότε η Θεοτόκος και η Δήμητρα έρχονται κοντά η μια στην άλλη. Για παράδειγμα, κάποιοι μελετητές/τριες έχουν τη γνώμη ότι οι ιέρειες της θεάς στην Ελευσίνα ονομάζονταν παναγείς ή παναγίαι. Σύμφωνα με το γνωστό βυζαντινό λεξικό του Ησύχιου του Αλεξανδρέα, παναγία: ἱέρεια, ἥτις οὐ μίσγεται ἀνδρὶ.[8]
Το ψωμί, δώρο της Δήμητρας, που χάρισε το σιτάρι και τα άλλα δημητριακά στην ανθρωπότητα, συνδέθηκε επίσης με τη Θεομήτορα. Όχι, δεν αναφέρομαι εδώ στις αιρετικές Κολλυριδιανές του 4ου αιώνα αλλά στους «ορθόδοξους» χριστιανούς του Βυζαντίου, μοναχούς και αυτοκράτορες. Ο άρτος που προσέφεραν στη μητέρα του Ιησού ονομαζόταν παναγία. Παναγιάριο λεγόταν ο ειδικός δίσκος στον οποίο τον τοποθετούσαν.
Κι αν τα παραπάνω δεν είναι αρκετά για να σας πείσουν, αρκεί να αναφερθεί ότι οι Aρβανίτες κάτοικοι της Ελευσίνας τιμούσαν τη θεά της γεωργίας ακόμη και στις αρχές του 20ού αιώνα, ταυτίζοντάς την κάποτε με τη Μαρία. Ο Βαγγέλης Λιάπης, στο βιβλίο του Η Ελευσίνα στα νεότερα χρόνια, γράφει τα εξής: «Πίστευαν στον Ιησού Χριστό και στον Άη Γιώργη καβαλάρη, ελευθερωτή των αδυνάτων, πίστευαν όμως και στην ακατάλυτη δύναμη της Γης, που γεννούσε ζωή για όλα τα έμβια όντα. Οι γυναίκες ανακάτευαν την Παναγιά με την θεά Δήμητρα. Είχε επικρατήσει μάλιστα να την λένε “αγία Δήμητρα”».[9] Σήμερα, στο χώρο του Ελευσίνιου ιερού είναι χτισμένο ένα εκκλησάκι αφιερωμένο στη Θεοτόκο. Σύμπτωση;
Η «άγια νύχτα» της μύησης
Οι μύθοι και οι θρησκείες αναπόφευκτα περικλείουν πολλά επίπεδα και πολλαπλά νοήματα. Έτσι, θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι που θα επιμένουν να βλέπουν τα Χριστούγεννα κυριολεκτικά, σαν να πρόκειται για τη γέννηση ενός πραγματικού βρέφους από μια ανθρώπινη μητέρα. Υπάρχει όμως και μια άλλη, πιο συμβολική ερμηνεία: η γέννηση του Θεϊκού Παιδιού μες από τα σκοτάδια και το κρύο του χειμώνα ανακαλεί μυητικές εμπειρίες. Άλλωστε, η μύηση περιγράφεται συχνά ως ο θάνατος του παλιού εαυτού και η γέννηση του καινούριου.
Η «άγια νύχτα» των Χριστουγέννων μπορεί να μας φέρει στο νου τη «μεγάλη νύχτα» των Ελευσινίων Μυστηρίων. Εξάλλου, τόσο η Δήμητρα όσο και η Ίσιδα ήταν συνάμα και προστάτιδες των Μυστηρίων. Έτσι, η αρχετυπική Μάνα γίνεται συνάμα και Μυήτρια, εκείνη που με τη σοφία της μας καθοδηγεί στο μονοπάτι της αναγέννησης. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι η Παναγία αποκαλείται Οδηγήτρια σε κάποιες από τις εικόνες που εμφανίζεται με το μικρό Χριστό καθισμένο στην αγκαλιά της.
Σε ψυχολογικό επίπεδο, λοιπόν, τα Χριστούγεννα αντανακλούν τη γέννηση των στοιχείων που κυοφορούνται εντός μας. Είναι εκείνες οι ιδιότητες οι οποίες θέλουν να έρθουν στο φως μέσα από το σκοτάδι του ασυνείδητου. Η Μητέρα συμβολίζει την εσωτερική δύναμη που μας αναγεννάει, τη ζωογόνα πηγή της δημιουργίας. Ίσως τελικά το λαμπερό βρέφος που μας χαμογελά γλυκά μες απ’ τη ζεστασιά της φάτνης και μας κλείνει πονηρά το μάτι να μην είναι άλλο απ’ τον ίδιο τον εαυτό μας. Λέτε αυτό να εννοούν θεολόγοι και γέροντες όταν λένε ότι «ο Χριστός είναι μέσα μας»;
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Το πήλινο αυτό ειδώλιο προέρχεται από την Ουρ και χρονολογείται στο 5500-4000 π.0. Βλ. φωτογραφία “Dea serpente,” “Raffigurazioni femminili nell’Antichità: NEOLITICO in Siria ed Iraq,” digilander.libero.it/Righel40/VEP/NEO/SYR/SYR.htm.
[2] «Χαίρε, συ, που είσαι η καλή τροφός των παρθένων» ή «χαίρε, συ, που ενώ είσαι μια από τις παρθένες, τρέφεις παιδί». Για το πλήρες κείμενο του Ακάθιστου Ύμνου βλ.http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/anonymo_akathistos.html.
[3] Επιφάνιος, Πανάριον 79, στο Women’s Religions in the Greco-Roman World: A Sourcebook, επ. Ross Shepard Kraemer (New York: Oxford University Press, 2004).
[4] C.G. Jung, «Η ψυχολογία του παιδιού αρχετύπου», στο C.G. Jung and C. Kerényi, Η επιστήμη της μυθολογίας, μετ. Κώστας Ζάρρας (Αθήνα: Ιάμβλιχος, 1989), 101 (πρώτη έκδοση New York: Bollingen Foundation, 1949).
[5] C. Kerényi, «Το αρχέτυπο παιδί στους αρχέτυπους καιρούς», Η επιστήμη της μυθολογίας, 61.
[6] Ό.π., 39.
[7] Οι πρωτογενείς πηγές σχετικά με τα Αλώα είναι Δημοσθένης 1385.2, Φιλόχορος 161, Λουκιανός Εταιρικοί Διάλογοι 7. 3. Για τα Αλώα και το ρόλο των γυναικών στις ελευσίνιες λατρείες βλ. επίσης Joan Breton Connelly, Portrait of a Priestess: Women and Ritual in Ancient Greece (Princeton, NJ: Princeton University Press, 2007), 64-69.
[8] Για τις παρθένες ιέρειες της Ελευσίνας βλ. Marguerite Rigoglioso, Virgin Mother Goddesses of Antiquity (repr. New York: Palgrave Macmillan, 2013), 171. Η Jennifer Reif πιστεύει ότι η Δήμητρα πιθανόν είχε και η ίδια τον τίτλο παναγία.
Βλ. Reif, Mysteries of Demeter (York Beach, ME: Samuel Weiser, 1999), 42.
[9] Βαγγέλης Λιάπης, Η Ελευσίνα στα νεότερα χρόνια, 1993. Παρατίθεται από τον Αναστάσιο Δ. Στάμο, «Θεά Δήμητρα και νεώτερη εποχή», Ένατον συμπόσιον ιστορίας και λαογραφίας Αττικής, 23 Ιουνίου 2003, Σχολική βιβλιοθήκη, http://3gym-kerats.att.sch.gr/library/spip.php?article10.
Μετατρέπεται σε μύηση στα μυστήρια του ανθρώπινου νου, ο οποίος προβάλλει προς τα έξω τους αιώνιους σύμβολισμούς του. Αν πιστέψουμε τον Καρλ Γιουγκ, τον πατέρα της αρχετυπικής ψυχολογίας, η θρησκεία και ο μύθος αποτελούν αντανάκλαση της εσωτερικής μας πραγματικότητας: «Οι μύθοι έχουν ένα ζωτικό νόημα. Δεν αναπαριστούν απλά, αλλά είναι η ψυχική ζωή της πρωτόγονης φυλής… Η μυθολογία μιας φυλής είναι η ζωντανή της θρησκεία… Η θρησκεία είναι ένας ζωντανός κρίκος με τις ψυχικές διαδικασίες που λειτουργούν ανεξάρτητα και πέρα από τη συνείδηση, μέσα στα σκοτεινά βάθη της ψυχής».[4]
Για παράδειγμα, δεν είναι τυχαίο ότι τα Χριστούγεννα τοποθετήθηκαν αμέσως μετά το Ηλιοστάσιο. Όπως αναφέρει ο Κερένυϊ, «ο ήλιος που ανατέλλει και το νεογέννητο παιδί αποτελούν μια αλληγορία του Αρχέγονου Παιδιού, όπως και το Αρχέγονο Παιδί αποτελεί μια αλληγορία του ανατέλλοντος ήλιου και όλων των νεογέννητων παιδιών στον κόσμο».[5] Συνάμα, το αρχετυπικό Παιδί ενσαρκώνει την ελπίδα του καινούριου, τη νέα ζωή ή τις νέες δυνατότητες που κυοφορούνται εντός μας. Στην αρχαία ελληνική παράδοση έπαιρνε τη μορφή του Διόνυσου, του Ερμή, του Ηρακλή, του Έρωτα.
Αν το Παιδί συμβολίζει το καινούριο, η Μητέρα μπορεί να παραπέμπει στη δύναμη να το φέρνει κανείς στο φως, είτε πρόκειται για μια νέα ύπαρξη είτε για μια φρέσκια δημιουργία. Έτσι, είναι συγχρόνως η Μάνα Φύση που γεννάει τα πάντα αλλά και η ίδια η δημιουργική ικανότητα που κατοικεί μέσα μας. Τέτοιου είδους μορφές αποκτούν ποικίλες προεκτάσεις και πολλαπλά νοήματα. Οι ρίζες τους φτάνουν βαθιά μέσα στην ανθρώπινη ψυχή.
Για το λόγο αυτό, μάλλον δεν είναι σύμπτωση ότι η σημαντικότερη μυστηριακή λατρεία της αρχαίας Ελλάδας εστιαζόταν στην αρχέγονη δυάδα Μάνα-Παιδί. Μόνο που εκεί δεν επρόκειτο για γιο αλλά για θυγατέρα, η οποία εμφανίζεται ως Κόρη/Περσεφόνη. Κατά τον Κερένυϊ, «η μορφή του παιδιού παίζει στη μυθολογία ένα ρόλο παρόμοιο με εκείνον του κοριτσιού που βρίσκεται σε ηλικία γάμου, ή της Κόρης και της μητέρας».[6] Η κατεξοχήν Μητέρα της ελληνικής θρησκείας δεν είναι άλλη από τη Δήμητρα, την προστάτιδα της γεωργίας, μια άλλη όψη της πανάρχαιας Μάνας Γαίας.
Μια γυναικεία γιορτή προς τιμήν της Δήμητρας, τα Αλώα (από τη λέξη ἅλως: αλώνι), έπεφτε κοντά στην ημερομηνία των Χριστουγέννων. Τελούνταν στις 26 του σεληνιακού μήνα Ποσειδεώνος, ο οποίος αντιστοιχεί περίπου στο Δεκέμβριο. Πλούσιο τραπέζι στρωνόταν για να τιμηθεί η θεά που τρέφει τους ανθρώπους με τα αγαθά της. Μαζί της λάτρευαν και το Διόνυσο, ο οποίος σε κάποιους μύθους θεωρούνταν γιος της Κόρης.
Η γονιμότητα της γυναίκας ήταν αξεδιάλυτα δεμένη στο νου των αρχαίων με την ευφορία της Γης. Στα Αλώα, αντί να γιορτάζουν τη γέννηση ενός ιερού βρέφους από τη Θεομητέρα, τιμούσαν τη δύναμή της να γεννάει καρπούς. Για να την τονώσουν χρησιμοποιούσαν τη συμπαθητική μαγεία. Έτσι, το συμπόσιο που γινόταν συνοδευόταν και από γλυκά, όπως σήμερα έχουμε τους κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα, μόνο που τότε λέγεται ότι τους δινόταν το σχήμα γυναικείων και ανδρικών γεννητικών οργάνων. Πιστεύεται ότι παρόμοια ομοιώματα φυτεύονταν στο χώμα, αναπαριστώντας συμβολικά τον Ιερό Γάμο.[7]
Πότε πότε η Θεοτόκος και η Δήμητρα έρχονται κοντά η μια στην άλλη. Για παράδειγμα, κάποιοι μελετητές/τριες έχουν τη γνώμη ότι οι ιέρειες της θεάς στην Ελευσίνα ονομάζονταν παναγείς ή παναγίαι. Σύμφωνα με το γνωστό βυζαντινό λεξικό του Ησύχιου του Αλεξανδρέα, παναγία: ἱέρεια, ἥτις οὐ μίσγεται ἀνδρὶ.[8]
Το ψωμί, δώρο της Δήμητρας, που χάρισε το σιτάρι και τα άλλα δημητριακά στην ανθρωπότητα, συνδέθηκε επίσης με τη Θεομήτορα. Όχι, δεν αναφέρομαι εδώ στις αιρετικές Κολλυριδιανές του 4ου αιώνα αλλά στους «ορθόδοξους» χριστιανούς του Βυζαντίου, μοναχούς και αυτοκράτορες. Ο άρτος που προσέφεραν στη μητέρα του Ιησού ονομαζόταν παναγία. Παναγιάριο λεγόταν ο ειδικός δίσκος στον οποίο τον τοποθετούσαν.
Κι αν τα παραπάνω δεν είναι αρκετά για να σας πείσουν, αρκεί να αναφερθεί ότι οι Aρβανίτες κάτοικοι της Ελευσίνας τιμούσαν τη θεά της γεωργίας ακόμη και στις αρχές του 20ού αιώνα, ταυτίζοντάς την κάποτε με τη Μαρία. Ο Βαγγέλης Λιάπης, στο βιβλίο του Η Ελευσίνα στα νεότερα χρόνια, γράφει τα εξής: «Πίστευαν στον Ιησού Χριστό και στον Άη Γιώργη καβαλάρη, ελευθερωτή των αδυνάτων, πίστευαν όμως και στην ακατάλυτη δύναμη της Γης, που γεννούσε ζωή για όλα τα έμβια όντα. Οι γυναίκες ανακάτευαν την Παναγιά με την θεά Δήμητρα. Είχε επικρατήσει μάλιστα να την λένε “αγία Δήμητρα”».[9] Σήμερα, στο χώρο του Ελευσίνιου ιερού είναι χτισμένο ένα εκκλησάκι αφιερωμένο στη Θεοτόκο. Σύμπτωση;
Η «άγια νύχτα» της μύησης
Οι μύθοι και οι θρησκείες αναπόφευκτα περικλείουν πολλά επίπεδα και πολλαπλά νοήματα. Έτσι, θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι που θα επιμένουν να βλέπουν τα Χριστούγεννα κυριολεκτικά, σαν να πρόκειται για τη γέννηση ενός πραγματικού βρέφους από μια ανθρώπινη μητέρα. Υπάρχει όμως και μια άλλη, πιο συμβολική ερμηνεία: η γέννηση του Θεϊκού Παιδιού μες από τα σκοτάδια και το κρύο του χειμώνα ανακαλεί μυητικές εμπειρίες. Άλλωστε, η μύηση περιγράφεται συχνά ως ο θάνατος του παλιού εαυτού και η γέννηση του καινούριου.
Η «άγια νύχτα» των Χριστουγέννων μπορεί να μας φέρει στο νου τη «μεγάλη νύχτα» των Ελευσινίων Μυστηρίων. Εξάλλου, τόσο η Δήμητρα όσο και η Ίσιδα ήταν συνάμα και προστάτιδες των Μυστηρίων. Έτσι, η αρχετυπική Μάνα γίνεται συνάμα και Μυήτρια, εκείνη που με τη σοφία της μας καθοδηγεί στο μονοπάτι της αναγέννησης. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι η Παναγία αποκαλείται Οδηγήτρια σε κάποιες από τις εικόνες που εμφανίζεται με το μικρό Χριστό καθισμένο στην αγκαλιά της.
Σε ψυχολογικό επίπεδο, λοιπόν, τα Χριστούγεννα αντανακλούν τη γέννηση των στοιχείων που κυοφορούνται εντός μας. Είναι εκείνες οι ιδιότητες οι οποίες θέλουν να έρθουν στο φως μέσα από το σκοτάδι του ασυνείδητου. Η Μητέρα συμβολίζει την εσωτερική δύναμη που μας αναγεννάει, τη ζωογόνα πηγή της δημιουργίας. Ίσως τελικά το λαμπερό βρέφος που μας χαμογελά γλυκά μες απ’ τη ζεστασιά της φάτνης και μας κλείνει πονηρά το μάτι να μην είναι άλλο απ’ τον ίδιο τον εαυτό μας. Λέτε αυτό να εννοούν θεολόγοι και γέροντες όταν λένε ότι «ο Χριστός είναι μέσα μας»;
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Το πήλινο αυτό ειδώλιο προέρχεται από την Ουρ και χρονολογείται στο 5500-4000 π.0. Βλ. φωτογραφία “Dea serpente,” “Raffigurazioni femminili nell’Antichità: NEOLITICO in Siria ed Iraq,” digilander.libero.it/Righel40/VEP/NEO/SYR/SYR.htm.
[2] «Χαίρε, συ, που είσαι η καλή τροφός των παρθένων» ή «χαίρε, συ, που ενώ είσαι μια από τις παρθένες, τρέφεις παιδί». Για το πλήρες κείμενο του Ακάθιστου Ύμνου βλ.http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/anonymo_akathistos.html.
[3] Επιφάνιος, Πανάριον 79, στο Women’s Religions in the Greco-Roman World: A Sourcebook, επ. Ross Shepard Kraemer (New York: Oxford University Press, 2004).
[4] C.G. Jung, «Η ψυχολογία του παιδιού αρχετύπου», στο C.G. Jung and C. Kerényi, Η επιστήμη της μυθολογίας, μετ. Κώστας Ζάρρας (Αθήνα: Ιάμβλιχος, 1989), 101 (πρώτη έκδοση New York: Bollingen Foundation, 1949).
[5] C. Kerényi, «Το αρχέτυπο παιδί στους αρχέτυπους καιρούς», Η επιστήμη της μυθολογίας, 61.
[6] Ό.π., 39.
[7] Οι πρωτογενείς πηγές σχετικά με τα Αλώα είναι Δημοσθένης 1385.2, Φιλόχορος 161, Λουκιανός Εταιρικοί Διάλογοι 7. 3. Για τα Αλώα και το ρόλο των γυναικών στις ελευσίνιες λατρείες βλ. επίσης Joan Breton Connelly, Portrait of a Priestess: Women and Ritual in Ancient Greece (Princeton, NJ: Princeton University Press, 2007), 64-69.
[8] Για τις παρθένες ιέρειες της Ελευσίνας βλ. Marguerite Rigoglioso, Virgin Mother Goddesses of Antiquity (repr. New York: Palgrave Macmillan, 2013), 171. Η Jennifer Reif πιστεύει ότι η Δήμητρα πιθανόν είχε και η ίδια τον τίτλο παναγία.
Βλ. Reif, Mysteries of Demeter (York Beach, ME: Samuel Weiser, 1999), 42.
[9] Βαγγέλης Λιάπης, Η Ελευσίνα στα νεότερα χρόνια, 1993. Παρατίθεται από τον Αναστάσιο Δ. Στάμο, «Θεά Δήμητρα και νεώτερη εποχή», Ένατον συμπόσιον ιστορίας και λαογραφίας Αττικής, 23 Ιουνίου 2003, Σχολική βιβλιοθήκη, http://3gym-kerats.att.sch.gr/library/spip.php?article10.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου