2013/03
Τέσσερις νέοι βασιλικοί τάφοι εντυπωσιακής αρχιτεκτονικής που χρονολογούνται 2.500 χρόνια πριν ήταν το απροσδόκητο εύρημα που ήρθε στο φως στη νεκρόπολη των Αιγών κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών τη χρονιά που πέρασε. Πρόκειται για ένα ακόμη μακεδονικό τάφο, ο 13ος που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα, ένα λιθόκτιστο κιβωτιόσχημο τάφο ανδρός, λιτά διακοσμημένο με μπλε και κόκκινες ζωγραφιστές ταινίες, ενώ βόρεια και νότια από αυτόν υπάρχουν δύο άλλοι μνημειακοί τάφοι ενός αρχιτεκτονικού τύπου που ήταν άγνωστος μέχρι τώρα.
«Με δεδομένη την χρονολόγηση του μνημείου, αλλά και την θέση του στα όρια της αρχαίας ταφικής συστάδας των Τημενιδών, η υπόθεση πως εδώ θα μπορούσαν να έχουν ταφεί τα οστά του Φιλίππου Γ΄ Αρριδαίου και της συζύγου του Ευρυδίκης που ο Κάσσανδρος ανακόμισε στις Αιγές μου φαίνεται ιδιαίτερα δελεαστική και μοιάζει να ενισχύεται από τα εντυπωσιακά ευρήματα των τελευταίων εβδομάδων. Εδώ και ένα χρόνο βρίσκεται σε εξέλιξη το έργο της ανάπλασης- ανάδειξης του νεκροταφείου των τύμβων και της βασιλικής συστάδας των Τημενιδών . Για την κατασκευή του στεγάστρου που προβλέπεται από την εγκεκριμένη μελέτη έγιναν ανασκαφικοί καθαρισμοί και δοκιμαστικές τομές στη συστάδα των Τημενιδών οι οποίες οδήγησαν σε απροσδόκητες ανακαλύψεις. Στα νότια του μακεδονικού τάφου βρέθηκε ένα τεράστιο όρυγμα διαταραγμένο από νεώτερες επεμβάσεις. Το ταφικό κτίσμα, προφανώς κατεστραμμένο, όπως δείχνουν οι ράμπες από όπου τράβηξαν τους λίθους των τοίχων του για να τους ξαναχρησιμοποιήσουν, δεν έχει βρεθεί ακόμη, ωστόσο διάσπαρτοι θολίτες, κομμάτια από μια μνημειακή μαρμάρινη πόρτα με διακοσμητικές εφηλίδες και κυρίως η παρουσία του χαρακτηριστικού δρόμου που οδηγεί προς τα νότια δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία ότι εδώ υπήρχε ένας ακόμη μακεδονικός τάφος, ο δέκατος τρίτος που βρίσκεται στη νεκρόπολη των Αιγών, ο οποίος ήταν χτισμένος κάθετα προς τον προηγούμενο».
Η ίδια συμπληρώνει: «Ανάμεσα στους Μακεδονικούς και στην ομάδα των παλιότερα ανασκαμμένων τάφων της συστάδας βρέθηκαν στη σειρά άλλα τρία εντυπωσιακά ταφικά μνημεία: Ένας μεγάλος λιθόκτιστος κιβωτιόσχημος τάφος που σώζεται σχεδόν σε όλο του το ύψος, με λευκά κονιάματα στους τοίχους, λιτά διακοσμημένος με μπλε και κόκκινες ζωγραφιστές ταινίες, και με το χαρακτηριστικό λίθινο βάθρο που ορίζει τη θέση της νεκρικής κλίνης και της τεφροδόχου τοποθετημένο στη νότια πλευρά, αποκαλύφθηκε στη μέση της σειράς, ενώ βόρεια και νότια από αυτόν υπάρχουν δύο άλλοι μνημειακοί τάφοι ενός αρχιτεκτονικού τύπου που ήταν άγνωστος μέχρι τώρα. Ο νότιος, η ανασκαφή του οποίου δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, είναι καταστραμμένος σε σημαντικό βαθμό, όμως ο βόρειος σώζεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση και μας επιτρέπει να αποκτήσουμε μια πολύ πιο πλήρη εικόνα του κτηρίου που προφανώς στάθηκε ένας σημαντικός σταθμός στην προσπάθεια της δημιουργίας μιας υπόγειας αιώνιας κατοικίας, αντάξιας για τον νεκρό ηγεμόνα, αποτελώντας τον άμεσο πρόγονο των λεγόμενων «μακεδονικών» τάφων».
Σχετικά με την αρχιτεκτονική διαμόρφωση του ενός εκ των δυο υπόστηλων αυτών τάφων, ο οποίος και έχει ερευνηθεί περισσότερο μέχρι σήμερα, υπογραμμίζει: «Ο τάφος, το εσωτερικό ύψος του οποίου οπωσδήποτε ξεπερνούσε τα 4,50 μ., σώζεται λίγο παραπάνω από τη μέση του αρχικού ύψους του και έχει τη μορφή μιας ευρύχωρης υπόστυλης ορθογώνιας αίθουσας με διαστάσεις περ. 7Χ5 μ. Δύο αράβδωτοι ιωνικοί κίονες με αρκετά ψηλές τετράγωνες βάσεις τοποθετημένοι στον κατά μήκος άξονα υποβάσταζαν την, προφανώς, λίθινη οροφή της αίθουσας, ενώ ημικίονες –ανά δύο στις μακριές και ανά ένας στις στενές- πλευρές άρθρωναν αρχιτεκτονικά τις επιφάνειες των τοίχων, προσδίδοντας κομψότητα και μεγαλοπρέπεια στον χώρο. Στις γωνίες αντί παραστάδες προτιμήθηκε να τοποθετηθούν τεταρτοκίονες, μια λύση ιδιαίτερα εξεζητημένη, εφόσον μάλιστα θα απαιτούσε ειδική διαχείριση των ελικωτών γωνιακών κιονοκράνων. Ένα κιονόκρανο σώθηκε πεσμένο δίπλα από τον δυτικό ημικίονα. Καλυμμένο με λευκό κονίαμα, με τα περιγράμματα των ελίκων αποδοσμένα με γαλάζιο χρώμα και τους οφθαλμούς με κόκκινο επαναλαμβάνει έναν τύπο γνωστό από μνημεία που χρονολογούνται γύρω στα μέσα του 5ου προχριστιανικού αιώνα. Πλαισιωμένο από δύο ημικίονες το θυραίο άνοιγμα στο οποίο οδηγεί μια μνημειακή λίθινη σκάλα βρίσκεται στη μέση της βόρειας μακριάς πλευράς. Απέναντί του ήταν τοποθετημένο το λίθινο βάθρο που παραδοσιακά σχετίζεται με την κλίνη και την νεκρική τεφροδόχο. Κατασκευασμένο με ιδιαίτερη φροντίδα, προσοχή και επιμέλεια, με πολύ καλής ποιότητας λευκά και κόκκινα κονιάματα το πρωτότυπο αυτό κτήριο υπόσχεται να ανοίξει μια νέα σελίδα στη μελέτη της μακεδονικής αρχιτεκτονικής και ένα νέο κεφάλαιο στη συζήτηση της καταγωγής του τύπου του «μακεδονικού» τάφου».
Βίαια λεηλατημένοι
Δυστυχώς, όλοι οι τάφοι βρέθηκαν βίαια λεηλατημένοι, γεγονός που πιθανότατα συνδέεται, όπως εξηγεί η κ. Κοτταρίδη «με την καταστροφή της βασιλικής νεκρόπολης των Αιγών το 276 π.Χ. από τους Γαλάτες μισθοφόρους του Πύρρου που μαρτυρείται από τον Διόδωρο, ωστόσο και στους τρεις τάφους υπάρχουν ακόμη έντονα ίχνη από τις επιβλητικές ταφικές πυρές στις οποίες δαπανήθηκαν τα σώματα των νεκρών. Ένα χρυσό βελανίδι που βρέθηκε στον κιβωτιόσχημο τάφο μαρτυρά την παρουσία χρυσού στεφανιού βελανιδιάς, γεγονός που σημαίνει ότι ο κάτοχος του ήταν άντρας. Στην ίδια κατεύθυνση οδηγούν και τα ίχνη από έναν χάλκινο φολιδωτό θώρακα που βρέθηκαν στον υπόστυλο τάφο, ενώ δεν λείπουν και τα χρυσά δισκάρια με το χαρακτηριστικό αστέρι που βρέθηκαν παρά τη σύληση και στους τρεις τάφους. Ανάμεσα στον υπόστυλο τάφο και στον κιβωτιόσχημο τάφο στον οποίο βρέθηκε το χρυσό ανάγλυφο με τους πολεμιστές από την διακόσμηση χρυσοποίκιλτης ασπίδας, σχεδόν στην επιφάνεια του εδάφους και παρά τις πολυποίκιλες σύγχρονες παρεμβάσεις, βρέθηκε δάπεδο στρωμένο με βοτσαλωτό το μήκος του οποίου ξεπερνά τα 15 μέτρα καθώς και κομμάτια από λευκά και χρωματιστά επιτοίχια κονιάματα τοίχων.
Το οικοδόμημα που είχε λιθολογηθεί βάναυσα δεν άφησε άλλα ίχνη, ωστόσο τα θραύσματα από αλαβάστρινα μυροδοχεία και μια χάλκινη επικασιτερωμένη φιάλη που βρέθηκαν επάνω στο δάπεδο αποτελούν ίσως ενδείξεις ταφικής λατρείας, ενώ ένα νόμισμα Περδίκκα Β΄(454-413 π.Χ.) βοηθά στη χρονολόγηση. Με υπέργειο σήμα-μνημείο σχετίζονται και τα εξαιρετικής ποιότητας θραύσματα ενός πολύπλοκου μεγάλου ολόγλυφου φυτικού κοσμήματος με ελικωτά βλαστάρια μπουμπούκια και φύλλα άκανθας που ανακαλεί το κεντρικό ακρωτήριο του Παρθενώνα, τα οποία βρέθηκαν διάσπαρτα στην περιοχή του υπόστυλου τάφου, ενώ η στρωματογραφία δείχνει ότι στην περιοχή της συστάδας πιθανότατα υπάρχουν ακόμη τρεις - τέσσερεις τάφοι. Η ολοκλήρωση της ανασκαφής, η συντήρηση και η μελέτη των ευρημάτων θα βοηθήσουν να αποσαφηνιστεί η εικόνα και δεν αποκλείεται να προκύψουν στοιχεία που θα βοηθήσουν τη συσχέτιση των μνημείων με τα πρόσωπα που από τον Αμύντα Α΄(530-498π.Χ.) και τον Αλέξανδρο Α΄(498-454π.Χ.) μέχρι τον Φίλιππο Β΄(359-336 π.Χ.) καθόρισαν τις τύχες του βασιλείου».
Μυστηριώδες γεγονός
Ιδιαίτερα εντυπωσιακό, ωστόσο, είναι πέρα από αυτά τα βασιλικά μνημεία το μυστηριώδες γεγονός που στοιχειώνει τα λείψανα του υπόστυλου τάφου σύμφωνα με την κ. Κοτταρίδη: «Δεκαπέντε άλογα, μερικά σκυλιά, μια ντουζίνα ενήλικες, κάμποσα μωρά και νήπια πετάχτηκαν νεκρά μαζί με ένα φόρτωμα αγγεία και κεραμίδια (κυρίως καλυπτήρες) κομμάτια από μια μαρμάρινη επιτύμβια στήλη και έναν κατάδεσμο στον άδειο βασιλικό τάφο που είχε ήδη εν μέρει λιθολογηθεί και έγινε αποθέτης του μακάβριου συνόλου. Η στρωματογραφία, τα οστά που φαίνονται να αποτέθηκαν συναρθρωμένα και τα αγγεία που συγκολλούνται από θραύσματα διάσπαρτα σε όλο το πάχος της επίχωσης μαρτυρούν ότι δεν ήταν μια σταδιακή απόθεση αλλά ένα συγκεκριμένο γεγονός, ένα τραγικό συμβάν που, όπως δείχνει η κεραμική και ένα χάλκινο νόμισμα, πρέπει να σχετίζεται με την καταστροφή των Αιγών που ακολούθησε την ήττα του Περσέα από τους Ρωμαίους στην Πύδνα το 168 π.Χ. και την κατάλυση του Μακεδονικού Βασιλείου».
Ιστορικό προηγούμενων τάφων
Η σωστική ανασκαφή στον περιβάλλοντα χώρο του δημαρχείου της Βεργίνας έγινε αιτία πριν 15 χρόνια να έρθει στο φως μια ομάδα τάφων (πέντε λακκοειδείς και έξι μεγάλοι κτιστοί κιβωτιόσχημοι) που βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νεκροταφείου των τύμβων, ανάμεσα σε αυτό και την αρχαϊκή νεκρόπολη των Αιγών, οι οποίοι χρονολογούνται από το πρώτο μισό του 6ου ως το τέλος του 5ου προχριστιανικού αιώνα. Σχεδόν όλοι ήταν συλημένοι, μερικοί μάλιστα και λιθολογημένοι σε σημαντικό βαθμό, ωστόσο το μέγεθος των ίδιων των ταφικών μνημείων, η πολυτέλεια των κτερισμάτων (χρυσά κοσμήματα, χρυσοποίκιλτα όπλα, πολύτιμα αγγεία και σκεύη κ.λ.π.) που βρέθηκαν παρά την σύληση και εντυπωσιάζουν με την ποικιλία, την ποιότητα και την ποσότητά τους, κερδίζοντας επάξια τον χαρακτηρισμό «θησαυροί», καθώς και η χρήση του εθίμου της καύσης με μεγαλοπρεπείς νεκρικές πυρές και πλούσιες προσφορές που ανακαλούν τις ταφικές αντιλήψεις των επών και προοιωνίζονται την ταφή του Φιλίππου Β΄ μας έκαναν να θεωρήσουμε από την αρχή αυτή την ταφική συστάδα βασιλική και να την ονομάσουμε «συστάδα των Τημενιδών».
Στην ίδια ομάδα ανήκει προφανώς και ένας κατεστραμμένος μακεδονικός τάφος με ιωνική πρόσοψη που ερευνήθηκε στο βορειοανατολικό άκρο της συστάδας το 1987 από την κ. Στέλλα Δρούγου. Ο τάφος αυτός που χρονολογείται στο τέλος του 4ου προχριστιανικού αιώνα τεκμηριώνει την χαρακτηριστική για τις βασιλικές ταφικές συστάδες διαχρονική χρήση που εδώ πλησιάζει τους τρεις αιώνες ακολουθώντας προφανώς την εξέλιξη της δυναστείας των Τημενιδών.
Με ιδιαίτερα βαθύ προθάλαμο (προθάλαμος πλάτος 3,85 Χ μήκος 3,55 μ., θάλαμος πλάτος 3,85Χ μήκος 4,30μ.), μια ιδιομορφία που παρουσιάζει και ο τάφος του Φιλίππου Β΄ και προκύπτει από την ανάγκη να τοποθετηθεί στον προθάλαμο του μια δεύτερη κλίνη για τη νεκρή που βρισκόταν θαμμένη εκεί, ο ιωνικός τάφος της «συστάδας των Τημενιδών» φαίνεται πως φιλοξενούσε δύο ταφές, μία στον θάλαμο (του άνδρα στον οποίο ανήκε το σιδερένιο κράνος που βρέθηκε εκεί) και μία στον προθάλαμο.
ΠΗΓΗ: ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ /2013/03/
«Με δεδομένη την χρονολόγηση του μνημείου, αλλά και την θέση του στα όρια της αρχαίας ταφικής συστάδας των Τημενιδών, η υπόθεση πως εδώ θα μπορούσαν να έχουν ταφεί τα οστά του Φιλίππου Γ΄ Αρριδαίου και της συζύγου του Ευρυδίκης που ο Κάσσανδρος ανακόμισε στις Αιγές μου φαίνεται ιδιαίτερα δελεαστική και μοιάζει να ενισχύεται από τα εντυπωσιακά ευρήματα των τελευταίων εβδομάδων. Εδώ και ένα χρόνο βρίσκεται σε εξέλιξη το έργο της ανάπλασης- ανάδειξης του νεκροταφείου των τύμβων και της βασιλικής συστάδας των Τημενιδών . Για την κατασκευή του στεγάστρου που προβλέπεται από την εγκεκριμένη μελέτη έγιναν ανασκαφικοί καθαρισμοί και δοκιμαστικές τομές στη συστάδα των Τημενιδών οι οποίες οδήγησαν σε απροσδόκητες ανακαλύψεις. Στα νότια του μακεδονικού τάφου βρέθηκε ένα τεράστιο όρυγμα διαταραγμένο από νεώτερες επεμβάσεις. Το ταφικό κτίσμα, προφανώς κατεστραμμένο, όπως δείχνουν οι ράμπες από όπου τράβηξαν τους λίθους των τοίχων του για να τους ξαναχρησιμοποιήσουν, δεν έχει βρεθεί ακόμη, ωστόσο διάσπαρτοι θολίτες, κομμάτια από μια μνημειακή μαρμάρινη πόρτα με διακοσμητικές εφηλίδες και κυρίως η παρουσία του χαρακτηριστικού δρόμου που οδηγεί προς τα νότια δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία ότι εδώ υπήρχε ένας ακόμη μακεδονικός τάφος, ο δέκατος τρίτος που βρίσκεται στη νεκρόπολη των Αιγών, ο οποίος ήταν χτισμένος κάθετα προς τον προηγούμενο».
Η ίδια συμπληρώνει: «Ανάμεσα στους Μακεδονικούς και στην ομάδα των παλιότερα ανασκαμμένων τάφων της συστάδας βρέθηκαν στη σειρά άλλα τρία εντυπωσιακά ταφικά μνημεία: Ένας μεγάλος λιθόκτιστος κιβωτιόσχημος τάφος που σώζεται σχεδόν σε όλο του το ύψος, με λευκά κονιάματα στους τοίχους, λιτά διακοσμημένος με μπλε και κόκκινες ζωγραφιστές ταινίες, και με το χαρακτηριστικό λίθινο βάθρο που ορίζει τη θέση της νεκρικής κλίνης και της τεφροδόχου τοποθετημένο στη νότια πλευρά, αποκαλύφθηκε στη μέση της σειράς, ενώ βόρεια και νότια από αυτόν υπάρχουν δύο άλλοι μνημειακοί τάφοι ενός αρχιτεκτονικού τύπου που ήταν άγνωστος μέχρι τώρα. Ο νότιος, η ανασκαφή του οποίου δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, είναι καταστραμμένος σε σημαντικό βαθμό, όμως ο βόρειος σώζεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση και μας επιτρέπει να αποκτήσουμε μια πολύ πιο πλήρη εικόνα του κτηρίου που προφανώς στάθηκε ένας σημαντικός σταθμός στην προσπάθεια της δημιουργίας μιας υπόγειας αιώνιας κατοικίας, αντάξιας για τον νεκρό ηγεμόνα, αποτελώντας τον άμεσο πρόγονο των λεγόμενων «μακεδονικών» τάφων».
Σχετικά με την αρχιτεκτονική διαμόρφωση του ενός εκ των δυο υπόστηλων αυτών τάφων, ο οποίος και έχει ερευνηθεί περισσότερο μέχρι σήμερα, υπογραμμίζει: «Ο τάφος, το εσωτερικό ύψος του οποίου οπωσδήποτε ξεπερνούσε τα 4,50 μ., σώζεται λίγο παραπάνω από τη μέση του αρχικού ύψους του και έχει τη μορφή μιας ευρύχωρης υπόστυλης ορθογώνιας αίθουσας με διαστάσεις περ. 7Χ5 μ. Δύο αράβδωτοι ιωνικοί κίονες με αρκετά ψηλές τετράγωνες βάσεις τοποθετημένοι στον κατά μήκος άξονα υποβάσταζαν την, προφανώς, λίθινη οροφή της αίθουσας, ενώ ημικίονες –ανά δύο στις μακριές και ανά ένας στις στενές- πλευρές άρθρωναν αρχιτεκτονικά τις επιφάνειες των τοίχων, προσδίδοντας κομψότητα και μεγαλοπρέπεια στον χώρο. Στις γωνίες αντί παραστάδες προτιμήθηκε να τοποθετηθούν τεταρτοκίονες, μια λύση ιδιαίτερα εξεζητημένη, εφόσον μάλιστα θα απαιτούσε ειδική διαχείριση των ελικωτών γωνιακών κιονοκράνων. Ένα κιονόκρανο σώθηκε πεσμένο δίπλα από τον δυτικό ημικίονα. Καλυμμένο με λευκό κονίαμα, με τα περιγράμματα των ελίκων αποδοσμένα με γαλάζιο χρώμα και τους οφθαλμούς με κόκκινο επαναλαμβάνει έναν τύπο γνωστό από μνημεία που χρονολογούνται γύρω στα μέσα του 5ου προχριστιανικού αιώνα. Πλαισιωμένο από δύο ημικίονες το θυραίο άνοιγμα στο οποίο οδηγεί μια μνημειακή λίθινη σκάλα βρίσκεται στη μέση της βόρειας μακριάς πλευράς. Απέναντί του ήταν τοποθετημένο το λίθινο βάθρο που παραδοσιακά σχετίζεται με την κλίνη και την νεκρική τεφροδόχο. Κατασκευασμένο με ιδιαίτερη φροντίδα, προσοχή και επιμέλεια, με πολύ καλής ποιότητας λευκά και κόκκινα κονιάματα το πρωτότυπο αυτό κτήριο υπόσχεται να ανοίξει μια νέα σελίδα στη μελέτη της μακεδονικής αρχιτεκτονικής και ένα νέο κεφάλαιο στη συζήτηση της καταγωγής του τύπου του «μακεδονικού» τάφου».
Βίαια λεηλατημένοι
Δυστυχώς, όλοι οι τάφοι βρέθηκαν βίαια λεηλατημένοι, γεγονός που πιθανότατα συνδέεται, όπως εξηγεί η κ. Κοτταρίδη «με την καταστροφή της βασιλικής νεκρόπολης των Αιγών το 276 π.Χ. από τους Γαλάτες μισθοφόρους του Πύρρου που μαρτυρείται από τον Διόδωρο, ωστόσο και στους τρεις τάφους υπάρχουν ακόμη έντονα ίχνη από τις επιβλητικές ταφικές πυρές στις οποίες δαπανήθηκαν τα σώματα των νεκρών. Ένα χρυσό βελανίδι που βρέθηκε στον κιβωτιόσχημο τάφο μαρτυρά την παρουσία χρυσού στεφανιού βελανιδιάς, γεγονός που σημαίνει ότι ο κάτοχος του ήταν άντρας. Στην ίδια κατεύθυνση οδηγούν και τα ίχνη από έναν χάλκινο φολιδωτό θώρακα που βρέθηκαν στον υπόστυλο τάφο, ενώ δεν λείπουν και τα χρυσά δισκάρια με το χαρακτηριστικό αστέρι που βρέθηκαν παρά τη σύληση και στους τρεις τάφους. Ανάμεσα στον υπόστυλο τάφο και στον κιβωτιόσχημο τάφο στον οποίο βρέθηκε το χρυσό ανάγλυφο με τους πολεμιστές από την διακόσμηση χρυσοποίκιλτης ασπίδας, σχεδόν στην επιφάνεια του εδάφους και παρά τις πολυποίκιλες σύγχρονες παρεμβάσεις, βρέθηκε δάπεδο στρωμένο με βοτσαλωτό το μήκος του οποίου ξεπερνά τα 15 μέτρα καθώς και κομμάτια από λευκά και χρωματιστά επιτοίχια κονιάματα τοίχων.
Το οικοδόμημα που είχε λιθολογηθεί βάναυσα δεν άφησε άλλα ίχνη, ωστόσο τα θραύσματα από αλαβάστρινα μυροδοχεία και μια χάλκινη επικασιτερωμένη φιάλη που βρέθηκαν επάνω στο δάπεδο αποτελούν ίσως ενδείξεις ταφικής λατρείας, ενώ ένα νόμισμα Περδίκκα Β΄(454-413 π.Χ.) βοηθά στη χρονολόγηση. Με υπέργειο σήμα-μνημείο σχετίζονται και τα εξαιρετικής ποιότητας θραύσματα ενός πολύπλοκου μεγάλου ολόγλυφου φυτικού κοσμήματος με ελικωτά βλαστάρια μπουμπούκια και φύλλα άκανθας που ανακαλεί το κεντρικό ακρωτήριο του Παρθενώνα, τα οποία βρέθηκαν διάσπαρτα στην περιοχή του υπόστυλου τάφου, ενώ η στρωματογραφία δείχνει ότι στην περιοχή της συστάδας πιθανότατα υπάρχουν ακόμη τρεις - τέσσερεις τάφοι. Η ολοκλήρωση της ανασκαφής, η συντήρηση και η μελέτη των ευρημάτων θα βοηθήσουν να αποσαφηνιστεί η εικόνα και δεν αποκλείεται να προκύψουν στοιχεία που θα βοηθήσουν τη συσχέτιση των μνημείων με τα πρόσωπα που από τον Αμύντα Α΄(530-498π.Χ.) και τον Αλέξανδρο Α΄(498-454π.Χ.) μέχρι τον Φίλιππο Β΄(359-336 π.Χ.) καθόρισαν τις τύχες του βασιλείου».
Μυστηριώδες γεγονός
Ιδιαίτερα εντυπωσιακό, ωστόσο, είναι πέρα από αυτά τα βασιλικά μνημεία το μυστηριώδες γεγονός που στοιχειώνει τα λείψανα του υπόστυλου τάφου σύμφωνα με την κ. Κοτταρίδη: «Δεκαπέντε άλογα, μερικά σκυλιά, μια ντουζίνα ενήλικες, κάμποσα μωρά και νήπια πετάχτηκαν νεκρά μαζί με ένα φόρτωμα αγγεία και κεραμίδια (κυρίως καλυπτήρες) κομμάτια από μια μαρμάρινη επιτύμβια στήλη και έναν κατάδεσμο στον άδειο βασιλικό τάφο που είχε ήδη εν μέρει λιθολογηθεί και έγινε αποθέτης του μακάβριου συνόλου. Η στρωματογραφία, τα οστά που φαίνονται να αποτέθηκαν συναρθρωμένα και τα αγγεία που συγκολλούνται από θραύσματα διάσπαρτα σε όλο το πάχος της επίχωσης μαρτυρούν ότι δεν ήταν μια σταδιακή απόθεση αλλά ένα συγκεκριμένο γεγονός, ένα τραγικό συμβάν που, όπως δείχνει η κεραμική και ένα χάλκινο νόμισμα, πρέπει να σχετίζεται με την καταστροφή των Αιγών που ακολούθησε την ήττα του Περσέα από τους Ρωμαίους στην Πύδνα το 168 π.Χ. και την κατάλυση του Μακεδονικού Βασιλείου».
Ιστορικό προηγούμενων τάφων
Η σωστική ανασκαφή στον περιβάλλοντα χώρο του δημαρχείου της Βεργίνας έγινε αιτία πριν 15 χρόνια να έρθει στο φως μια ομάδα τάφων (πέντε λακκοειδείς και έξι μεγάλοι κτιστοί κιβωτιόσχημοι) που βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νεκροταφείου των τύμβων, ανάμεσα σε αυτό και την αρχαϊκή νεκρόπολη των Αιγών, οι οποίοι χρονολογούνται από το πρώτο μισό του 6ου ως το τέλος του 5ου προχριστιανικού αιώνα. Σχεδόν όλοι ήταν συλημένοι, μερικοί μάλιστα και λιθολογημένοι σε σημαντικό βαθμό, ωστόσο το μέγεθος των ίδιων των ταφικών μνημείων, η πολυτέλεια των κτερισμάτων (χρυσά κοσμήματα, χρυσοποίκιλτα όπλα, πολύτιμα αγγεία και σκεύη κ.λ.π.) που βρέθηκαν παρά την σύληση και εντυπωσιάζουν με την ποικιλία, την ποιότητα και την ποσότητά τους, κερδίζοντας επάξια τον χαρακτηρισμό «θησαυροί», καθώς και η χρήση του εθίμου της καύσης με μεγαλοπρεπείς νεκρικές πυρές και πλούσιες προσφορές που ανακαλούν τις ταφικές αντιλήψεις των επών και προοιωνίζονται την ταφή του Φιλίππου Β΄ μας έκαναν να θεωρήσουμε από την αρχή αυτή την ταφική συστάδα βασιλική και να την ονομάσουμε «συστάδα των Τημενιδών».
Στην ίδια ομάδα ανήκει προφανώς και ένας κατεστραμμένος μακεδονικός τάφος με ιωνική πρόσοψη που ερευνήθηκε στο βορειοανατολικό άκρο της συστάδας το 1987 από την κ. Στέλλα Δρούγου. Ο τάφος αυτός που χρονολογείται στο τέλος του 4ου προχριστιανικού αιώνα τεκμηριώνει την χαρακτηριστική για τις βασιλικές ταφικές συστάδες διαχρονική χρήση που εδώ πλησιάζει τους τρεις αιώνες ακολουθώντας προφανώς την εξέλιξη της δυναστείας των Τημενιδών.
Με ιδιαίτερα βαθύ προθάλαμο (προθάλαμος πλάτος 3,85 Χ μήκος 3,55 μ., θάλαμος πλάτος 3,85Χ μήκος 4,30μ.), μια ιδιομορφία που παρουσιάζει και ο τάφος του Φιλίππου Β΄ και προκύπτει από την ανάγκη να τοποθετηθεί στον προθάλαμο του μια δεύτερη κλίνη για τη νεκρή που βρισκόταν θαμμένη εκεί, ο ιωνικός τάφος της «συστάδας των Τημενιδών» φαίνεται πως φιλοξενούσε δύο ταφές, μία στον θάλαμο (του άνδρα στον οποίο ανήκε το σιδερένιο κράνος που βρέθηκε εκεί) και μία στον προθάλαμο.
ΠΗΓΗ: ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ /2013/03/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου