Τετάρτη 6 Απριλίου 2016

Ο άγνωστος πολιτισμός των Σουμερίων

  






















ΟΙ ΚΕΝΓΚΙΡ ΟΠΩΣ ΑΥΤΟΑΠΟΚΑΛΟΥΝΤΑΝ ΟΙ ΣΟΥΜΕΡΙΟΙ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΣΗΜΙΤΙΚΟ ΦΥΛΟ ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ «ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ» ΚΥΚΛΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΣΗΜΙΤΕΣ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΤΟΥΣ ΟΠΩΣ ΕΚΑΝΑΝ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΤΑ ΦΥΛΛΑ ΑΥΤΑ. ΑΚΑΔΙΟΙ ΒΑΒΥΛΩΝΙΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ 


Ο λαός των Σουμερίων ήταν πανάρχαιος ,δεν ήταν σημιτικής καταγωγής και ανέδειξε έναν πολύ σημαντικό πολιτισμό.
Οι Σουμέριοι κατοίκισαν στην περιοχή της Μεσοποταμίας, μεταξύ του Τίγρη και του Ευφράτη.

Η περιοχή αυτή που ονομάζουμε Μεσοποταμία περιορίζεται στην ανατολή από τα βουνά του Ελάμ και από τους ποταμούς που κατευθύνονται προς το οροπέδιο του Ιράν και προς την Ινδία. Στη δύση βρίσκεται η έρημος της Συρίας και στο βορρά φτάνει μέχρι την Ασσυρία και Μιτανιία, και ακόμα μέχρι την Αρμενία και τον Καύκασο.
Οι Σουμέριοι ήταν οι πρώτοι που εγκαταστάθηκαν στη Μεσοποταμία γύρω στην αρχή της 4ης χιλιετηρίδας π.Χ.


Τους βρίσκουμε ξαφνικά εγκαταστημένους σε αναπτυγμένες πόλεις, όπου υπήρχε μια αγροτική θρησκεία.






Έτσι για τους περισσοτέρους αγνοείται η καταγωγή αυτού του λαού. Διακρίνεται η διαφορά τους κυρίως από τα σημιτικά φύλα, και σύμφωνα με τις ανασκαφές παρουσιάζονται με κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Με ευθεία μύτη, μικρό στόμα, χείλη στενά και μέτωπο χαμηλό, καθώς και με μάτια που παρουσιάζουν μογγολικά χαρακτηριστικά.








Οι Σουμέριοι είναι οι εφευρέτες της σφηνοειδούς γραφής, την οποία οι αρχαιολόγοι έχουν καταφέρει να την διαβάζουν, έτσι με αυτό τον τρόπο μπορεί να καταστεί δυνατή η μελέτη του πολιτισμού αυτού.


Γνωρίζουμε επαρκώς την εξωτερική έκφραση κυρίως της θρησκείας τους, μέσα από τα κείμενα που έχουν βρεθεί, μέσα από τα ευρήματα, τους ναούς τους, τα αγάλματα και τα διάφορα κειμήλια που βρέθηκαν στους τάφους τους, και από αυτά τα ευρήματα συμπεραίνουμε ότι οι Σουμέριοι πίστευαν στην μεταθανάτια ζωή....





Κατά την κοσμογονική τους θεωρία , αρχικώς υπήρχε το Νερό, και από αυτό δημιουργήθηκε αργότερα η Γη. Τα δυο κύρια ποτάμια ο Τίγρης και ο Ευφράτης, έπαιξαν για την Μεσοποταμία τον ίδιο ζωτικό και μαγικό ρόλο που έπαιξε ο Νείλος στους Αιγύπτιους.


Έτσι βλέπουμε ότι όλες οι θρησκείες στη Μεσοποτάμια αποδίδουν πολύτιμη αξία στο συμβολισμό των ποταμών και των γλυκών νερών ειδικά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αυτά τα ρεύματα νερού έχουν διαμορφώσει, στη διαδρομή τους, μία ζώνη εξαιρετικής γονιμότητας, που έκανε μερικούς συγγραφείς να συγκρίνουν και να ταυτίσουν τη Μεσοποταμία με τον Παράδεισο της Βίβλου.

   


Για την σουμεριακή κοσμογονία λοιπόν όπου η Ζωή προέρχεται από το Νερό, όλα ξεκινούν από έναν Πρωταρχικό Ωκεανό, τον ΕΝΚΙ ο γιός του οποίου, ο ΝΤΟΥΜΟΥΖΙ είναι μια γονιμοποιητική θεότητα, σε άμεση σχέση με τον εκδηλωμένο κόσμο.


Έτσι το Θείο Ζευγάρι ΝΤΟΥΜΟΥΖΙ και ΙΝΑΝΑ λατρεύτηκε (σαν λατρεία διπλής γονιμότητας) ο θεός βοσκός και η θεά της ζωής, της γονιμότητας, όπου οι Σουμέριοι αναπαρίσταναν τη Μητέρα της Γονιμότητας με αγαλματίδια από πηλό, κρατώντας ένα μωρό στο κεφάλι της ή ένα φίδι, σύμβολο της γης, που αργότερα συμπληρώθηκε με την ένωση Ουρανού και Γης.
  
Έτσι η Ινάνα παριστανόταν με κεφάλι πουλιού, όπως σε άλλες συμβολολογίες έχουμε το φετρωτό φίδι.
Αλλά η υδάτινη αρχή δε χάνεται, ούτε και ο σεβασμός για τα Νερά.
Κατά τον Βερωσό ( 3ο αι. μ.Χ.) οι Μεσοποτάμιοι διδάχτηκαν τις τέχνες και τις εργασίες από μια ειδική φυλή, από σοφούς ή "ανθρώπους ψάρια" , που αναδύθηκαν από τη θάλασσά και είχαν αρχηγό τους κάποιο ΟΑΝΝΕΣ που μοιάζει με τον Ιωνά της Βίβλου

Αργότερα σχηματίστηκε ένας δυαδισμός Νερό - Γη και αφού ολοκληρώθηκε η Δημιουργία από τους πρωταρχικούς Υδάτινους Θεούς, αυτοί έφυγαν στα πιο ψηλά βουνά και άφησαν ελεύθερο πέρασμα σε δευτερεύουσες θεότητες που είχαν αυστηρά ανθρώπινες και γήινες λειτουργίες.




Φαίνεται ότι γύρω στο 2670 π.Χ. ο πολιτισμός των Σουμερίων είχε φτάσει στην ακμή του, και κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ουροκαγνίνα της Λαγας, όπου έφερε σοβαρές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, η μεταλλουργία, η ξυλουργία, η κατεργασία δερμάτων, σημείωσαν μεγάλη πρόοδο.
Αξιοσημείωτη είναι επίσης η νομοθεσία των Σουμέριων, η οποία δεν διακρίνεται από σκληρότητα.
Η γυναίκα είχε την θέση της στην κοινωνία, και είχε το δικαίωμα να ασχολείται με το εμπόριο.
Σε όλη την Μεσοποταμία η γραφή, η χρονολογία, οι αριθμοί, το ημερολόγιο, ο ζωδιακός κύκλος, η διαίρεση του κύκλου σε 360μ, το δεκαδικό σύστημα, η αστρονομία, η γλυπτική, η αγγειοπλαστική, η αρχιτεκτονική, η μουσική και άλλες τέχνες , κατά ένα βαθμό όχι βέβαια στο επίπεδο που σήμερα γνωρίζουμε, αυτόν που ανέπτυξε ο ελληνικός πολιτισμός, οφείλονται στους Σουμέριους.
Και όταν αργότερα οι Ακάδιοι, Σημιτικός λαός κατά νομάδες κατέκτησαν την περιοχή, και άρχισε η παρακμή των Σουμεριων γύρω στο 2100 π.Χ……


Έμειναν έκθαμβοι. Ιστορικά σήμερα για διαφόρους λόγους προσπαθούν ορισμένοι ιστορικοί να πείσουν ότι ο πολιτισμός αυτός ανήκει και στους σημιτικούς λαούς αλλά αυτό δεν γίνεται πιστευτό ίσως αυτούς τους χρόνους …αλλά στο μέλλον ποιος ξέρει.




Οι Ακάδιοι οικειοποιήθηκαν τον πολιτισμό αυτό και εμφανίστηκαν ως οι δημιουργοί του . Την Επιστήμη όμως την είχαν διδαχθεί από τους Σουμέριους, η τέχνη τους υπήρξε απομίμηση των κατακτηθέντων, η Βίβλος, η Γένεση είναι αντιγραφή και αρκετά παραμορφωμένη μάλιστα των Αγίων Γραφών των Σουμερίων.


Οι ηγεμόνες των Ακάδιων εξαφάνισαν τους Σουμέριους, και έτσι ο μεγάλος αυτός πολιτισμός των πρώτων κατοίκων της Μεσοποταμίας εξαφανίστηκε καθώς εγκατέλειψε στα χέρια των κατακτητών τους την δάδα με την οποία είχε φωτίσει τον κόσμο....


 

Ο ίσως πρώτος μεγάλος πολιτισμός που σήμερα γνωρίζουμε ήταν αυτός των Σουμερίων.
Στη γη της Μεσοποταμίας εμφανίστηκε πρώτη φορά αυτό που λέμε αστικός τρόπος ζωής.
Οι Σουμέριοι εκμεταλλεύτηκαν πλήρως το ιδανικό περιβάλλον που ζούσαν, τελειοποιώντας την καλλιέργεια της γης κάτι που επέτρεψε το χτίσιμο μεγάλων πόλεων.
Αυτές οι πόλεις έγιναν μεγάλα πολιτιστικά και θρησκευτικά κέντρα προσφέροντας το κατάλληλο έδαφος για την ανάπτυξη μιας πλουσιότατης φιλολογικής παράδοσης.
Είναι ευτύχημα που αυτή η παράδοση καταγράφηκε σε πλάκες κι έτσι έχουμε στις μέρες μας πρόσβαση στη μυθολογία αυτού του λαού.
Η αυτοκρατορία των Σουμερίων κατέρρευσε οριστικά στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.χ. αλλά οι κατακτητές της ουσιαστικά υιοθέτησαν τον πολιτισμό και τη θρησκεία της με ελάχιστες μεταβολές.
Έτσι την θρησκεία της Μεσοποταμίας μπορούμε να τη χωρίσουμε σε δυο περιόδους: τη Σουμεριακή και την μετέπειτα εποχή των Ακκαδιών, των Βαβυλωνίων και των Ασσυρίων. Βασικό θέμα στην κοσμολογία της Μεσοποταμίας παίζει το υγρό στοιχείο.
Οι Σουμέριοι πίστευαν πώς όλα ξεκίνησαν από την αρχέγονη θάλασσα Απσού που την κυβερνούσε η θεά Ναμού ενώ οι Ακκάδιοι την προσωποποίησαν ως ένωση του Απσού και της Τίαματ.
Από εκεί αναδύθηκε το κοσμικό βουνό ʼνκι που διαχωρίστηκε από τον Ελλίλ (Ενλίλ για τους Σουμέριους) αλλά και από εκεί ήρθε ο παραλίγο αφανισμός των ανθρώπων.





ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΙ ΘΕΟΙ: (ΣΕ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ ΤΑ ΣΟΥΜΕΡΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ)
Ανού (Αν): ο θεός του ουρανού και βασιλιάς των θεών. Θεωρούνταν γιός της Ναμού για τους σουμερίους και του Ανσάρ και της Κισάρ για τους Ακκάδιους.

Ελίλ (Ενλίλ):
θεός του αέρα και της βροχής. Αυτός ήταν που προκάλεσε τον μεγάλο κατακλυσμό. Θεωρούνταν γιός του Αν και της Κι για τους Σουμέριους και του Ανσάρ και της Κισάρ για τους Ακκάδιους.


Έα (Ενκί):
Θεός του νερού και της σοφίας και φύλακας των θείων νόμων. Αυτός ήταν που προειδοποίησε για τον κατακλυσμό.
Θεωρούνταν γιός της Ναμού για τους Σουμέριους και του Ανσάρ και της Κισάρ για τους Ακκάδιους.

Κισαρ (Κι): θεά της γης.

Σαμάς(Ούτου):
θεός του ήλιου και της δικαιοσύνης.

Σιν (Νανά):
θεός του φεγγαριού.

Ιστάρ(Ινανά):
θεά της γονιμότητας και του έρωτα. Κορη του Σιν ή, κατά μια άλλη εκδοχή, του Ανού.

Ερεσκιγκάλ
: η βασίλισα του κάτω κόσμου. Αδελφή της Ιστάρ.

 Νεργκάλ: σύντροφος της Ερεσκιγκάλ.

Μάρδουκ
: βαβυλωνιακός θεός των κεραυνών που σύμφωνα με το έπος της δημιουργίας έγινε αρχηγός των θεών αφού νίκησε την Τίαματ και τον Μούμου.



Οι Σουμέριοι, που ήκμασαν στα μέσα της 4ης π.Χ. χιλιετίας, θεωρούνται από τους πρώτους πολιτισμούς της ανθρωπότητας. Παρέμειναν, ωστόσο, άγνωστοι στο φως της ιστορικής έρευνας. Μόλις πριν από εκατό χρόνια ανακαλύφθηκαν τα πρώτα αρχαιολογικά τους ευρήματα στην περιοχή της Μεσοποταμίας. Ουσιαστικά υπήρξε ένας αρχαίος ειρηνικός λαός με πλούσια προσφορά στις τέχνες και τα γράμματα.







Ανακάλυψαν τη σφηνοειδή γραφή και έκτιζαν πανύψηλα και επιβλητικά κτίρια, όπως π.χ. τα πανάρχαια Ζιγκουράτ με τις γνωστές κλιμακωτές κατασκευές με τεράστια αρχιτεκτονική σημασία.
Γιατί όμως επιδίωκαν τις ψηλές κατασκευές;
Γιατί προσπαθούσαν να κερδίζουν ύψος στη διάρκεια της πολυτάραχης ιστορίας τους;
Η απάντηση ανήκει στη θρησκευτική τους πίστη και αφοσίωση. Ήθελαν να φθάσουν κοντά στο θεό.
Θεωρούσαν ότι ο υπέρτατος θεός κατοικούσε ψηλά στα βουνά, γι’ αυτό τα κτίσματά τους είχαν σκοπό να είναι όσο πιο κοντά στην ουράνια θεότητα.
Η περίπτωση αυτή με τα θεόρατα κτίρια, μας θυμίζει το γνωστό Πύργο της Βαβέλ στην Παλαιά Διαθήκη.
Εξοργίστηκε, όμως, ο Θεός και έδωσε στους ανθρώπους διαφορετικές γλώσσες με αποτέλεσμα να μην έχουν μεταξύ τους επικοινωνία και ο Πύργος της Βαβέλ να μείνει ημιτελής.



Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ


Οι κυριότερες πόλεις των Σουμερίων ήταν η Ουρούκ και η Λαγκάς.
Ο Καθηγητής Ινστιτούτου Μελετών Εγγύς Ανατολής, Giovanni Garbini (Πανεπιστήμιο Ρώμης), στον 2ο τόμο της σειράς «Παγκόσμια Ιστορία Τέχνης» (εκδόσεις Χρυσός Τύπος - Φυτράκης) επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι: «Ο μεγάλος ιερέας, ο Εν, με τη βοήθεια πολλών υποτακτικών, αντιπροσώπευε το θεό: Συνδύαζε θρησκευτικές και πολιτικές εξουσίες.
Ο Ενσί, ή Κυβερνήτης, είχε παρόμοια θέση.
Μόνο σε μεταγενέστερη φάση της ιστορίας των Σουμερίων η πολιτική εξουσία ενσαρκωμένη στο πρόσωπο του λαγκάλ, ή βασιλιά, ανεξαρτητοποιήθηκε από το ναό· ιδανικός κυβερνήτης ήταν ο ειρηνόφιλος, ο πάντοτε πρόθυμος να χτίζει ναούς για το θεό και να ανοίγει κανάλια για το λαό του…
Για τους Σουμέριους αυτή η αντίληψη ήταν κάτι περισσότερο από ένα ανθρωπιστικό συναίσθημα.
Ήταν μια ζωντανή πραγματικότητα, εξαιρετικά σημαντική για την περίοδο της διαμορφώσεως του πολιτισμού τους, προορισμένη να διατηρήσει την αποτελεσματικότητά της σ’ ολόκληρη τη διαδρομή της ιστορίας τους».





Ο ΥΨΗΛΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟ ΕΠΟΣ του Γιλγαμές, ασφαλώς και είναι η πιο δημοφιλής ιστορία των Σουμερίων.
Μέσα από αυτόν το μύθο ανακαλύπτει κανείς το κυνήγι της αθανασίας. Μια υπέρτατη προσέγγιση ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο. Ο Κρίστοφερ Πάρτριτζ στο έργο του «Οι θρησκείες του Κόσμου» (εκδόσεις Ψυχογιός) μιλά για τον θεό-ήλιο: «Οι θεοί των Σουμερίων συνιστούσαν δυνάμεις της φύσης, έτσι όπως αυτές αποκαλύπτονταν στον κόσμο.
Υπό αυτή την έννοια, ο θεός-ήλιος αντιπροσώπευε τον ήλιο και τη δύναμη που έκρυβε.
Όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, έτσι και οι Σουμέριοι αναρωτιόνταν σχετικά με τα γιατί της ύπαρξης του κόσμου και της δημιουργίας της ανθρωπότητας» (σελ. 58).
Το κτίσιμο ενός υψηλού ναού είχε ως απαρχή την αναζήτηση της γνώσης, μέσα από μια υπερφυσική αντίληψη. Ο Giovanni Garbini λέει χαρακτηριστικά: «Οι Σουμέριοι πίστευαν ότι ο θεός κατοικούσε πάνω σε βουνό, δηλαδή κυριολεκτικά και μεταφορικά βρισκόταν σε υψηλότερο επίπεδο από τον άνθρωπο.
Αυτή η αντίληψη για τη θεότητα, που βρίσκει την αρχιτεκτονική της έκφραση στη δημιουργία του ''υψηλού ναού'', ο οποίος προαναγγέλλει το πραγματικό ζιγκουράτ, των μεταγενέστερων χρόνων, δείχνει την απαρχή της επιγνώσεως για τον υπερφυσικό χαρακτήρα του θείου.
Στην κυρίως Σουμερία τα λίγα έργα που σώθηκαν, έχουν ασυνήθιστη δύναμη και εκφραστικότητα.
Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη καλλιτεχνικού κέντρου που τα δημιούργησε και το οποίο ακόμα δεν ήρθε στο φως».



ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗ


ΔΕΝ είναι ολοκληρωτικά ξεκαθαρισμένο το γεγονός της προέλευσης των Σουμερίων.
Αν και η αρχαιότητα λέει ότι ήρθαν από τα ορεινά μέρη του Ιράν, εντούτοις υπάρχουν ακόμα αρκετές ασάφειες. Κάποιοι ερευνητές ισχυρίζονται ότι οι Σουμέριοι κατάγονται από ένα άλλο ηλιακό σύστημα, μακριά στο διάστημα.
Βέβαια καμιά απολύτως απόδειξη δεν υπάρχει, εκτός από εικασίες βασισμένες σε μη εξακριβωμένες θέσεις.
Ωστόσο, ο εκπληκτικός αυτός πολιτισμός, έχει να επιδείξει αρκετά σημαντικά ευρήματα, τιμώντας την παγκόσμια ιστορία του ανθρώπου, οριοθετώντας την αναμέτρηση ανάμεσα στα υπαρξιακά ερωτήματα και την έννοια της λατρευτικής πίστης σε μια ανώτερη δύναμη.




ΟΙ ΣΟΥΜΕΡΙΟΙ ΗΣΑΝ ΠΑΝΑΡΧΑΙΟΙ ΚΡΗΤΕΣ;;

Ο Ευήμερος αναφέρει ότι, οι πανάρχαιοι Έλληνες Μινωικοί Κρήτες οδηγούμενοι υπό του Διός, είχαν εποικήσει την Αραβία, την Περσία, τα νησιά του Ινδικού Ωκεανού, την νήσο Παγχαία, την Μεσοποταμία, όπου πολύ αργότερα ονομάσθηκαν Σουμέριοι, μέχρι και τον Εύξεινο Πόντο, όπου εμφανίσθηκαν και εγκαταστάθηκαν ως Χάλυβες. Φιλέλληνες Ινδοί της Καλκούτας, λένε: <<Πιστεύουμε ότι ήρθαμε απ'τήν Κρήτη πολύ πριν από τον Αλέξανδρο (τουλάχιστον κάποιοι από εμάς). Κρητικές σφραγίδες έχουν ανακαλυφθεί στην περιοχή μας.
Το λιμάνι Γιάνγκ ήταν πολύ αρχαίο λιμάνι και η ιστορία των πραγματικών Αργοναυτικών πρέπει να είναι κρυμμένη εκεί >> (<<Οικονομικός Ταχυδρόμος>>, 6-10-94). Μήπως αυτή η λεγόμενη <<Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα>> και η κάποια <<άγνωστη μεσογειακή>>, θα έπρεπε να λέγεται Ελληνοκρητομινωϊκή;.

O αρχαιολόγος S.K.CHATTERGI στο κεφάλαιο του περίφημου βιβλίου του <<Ιστορία και πολιτισμός του Ινδικού λαού>> όχι μονάχα παραδέχεται τη μεγάλη μετανάστευση από τα νησιά του Αιγαίου με επίκεντρο τη νήσο Κρήτη, αλλά επιμένει στην καταγωγή του ινδικού λαού από τους <<προέλληνες>> του Αιγαίου.

Ένας Ινδός αρχαιολόγος αναζητώντας παλιούς ναούς βουδικούς στο Πακιστάν το 1922, βρήκε τον ένα μετά τον άλλο έξι σφραγιδόλιθους με εικονογραφική ανάγλυφη παράσταση, τέλειας τέχνης.
Μην κατορθώνοντας να ερμηνεύσει αυτούς αποτείνεται στον ανατολιστή αρχαιολόγο SIR JOHN MARSHAL, στο οποίο παρέδωσε τα ευρήματα του.
Στα 1925 γίνηκε γνωστό, ότι κάποια σχέση ανάμεσα σ'αυτούς τους δακτυλιόλιθους πρέπει να υπάρχει, με την εικονογραφική παράσταση του Δίσκου της Φαιστού.





Η ΕΙΚΟΝΑ ΛΗΦΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΝΟ 279. ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2004. ΣΕΛ. 40. 
Η ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΠΟΥ ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΕΤΑΙ ΕΔΩ, ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ "ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ", ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΣΟΥΜΕΡΙΩΝ, ΑΠΟ ΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΗ ΕΠΟΧΗ, ΓΥΡΩ ΣΤΟ 2.550 Π.Χ. ΘΕΩΡΟΥΝ ΟΤΙ ΕΝΑ ΑΝΑΓΛΥΦΟ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΔΥΟ ΑΤΟΜΑ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΟΝ ΗΛΙΟ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΛΑΝΗΤΕΣ ΤΟΥ ΗΛ. ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ



ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΕΡΑΜΕΙΚΗ 

Οι Κενγκίρ ή Σουμέριοι ήταν ακόμα στο Νεολιθικό στάδιο πολιτισμού ή άρχισαν να βγαίνουν απ' αυτό, αλλά το είχαν ανεβάσει σ' ένα σπάνιο ύψος λαμπρότητας. 
Η γραπτή κεραμική τους δείχνει στενή συγγένεια με την κεραμική τού λαού των Σούσων, στη Νότια Περσία, και θα φαινόταν πως είναι ένας τοπικός ειδικευμένος κλάδος της γραπτής Νεολιθικής αγγειοπλαστικής, που η μόδα του απλωνόταν προς τα Ανατολικά ως το Βελουχιστάν και προς τα Βόρεια ως τη Μογγολία.
ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ ΣΕ ΦΑΛΑΓΓΑ ΑΠΟ ΣΟΥΜΕΡΙΑΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ


Βασικά αγρότες (οι αξίνες τους από πυριτόλιθο και τα δρεπάνια τους από ψημένο πηλό βρέθηκαν σε καταπληκτική ποσότητα σε όλες τις θέσεις της περιόδου αλ Ουμπαϊντ) ήσαν ακόμα και ιδρυτές πολιτειών, και μερικά από τα μεγάλα αστικά κέντρα της ιστορικής εποχής, ανάγουν την αρχή τους σ' αυτούς τους πρώτους αποίκους.
 




H εμφάνιση στις επιχώσεις της περιόδου Ουρούκ (4.000 - 3.500) τροχηλάτων αγγείων (γκρίζων, μαύρων και ερυθρών), που διαφοροποιούνται από την προηγούμενη γραπτή κεραμική της Ουμπαϊντ, καθώς και η αυξημένη χρήση μετάλλου, οδήγησε μερικούς επιστήμονες στην υπόθεση πως οι φορείς τού πολιτισμού Ουρούκ ήταν επήλυδες στη Νότια Μεσοποταμία και ότι αυτοί οι νεοφερμένοι, που υπέταξαν τον ντόπιο πληθυσμό (ίσως σημιτικής καταγωγής) τής περιόδου Ουμπαϊντ, πρέπει να θεωρηθούν - άποψη που υποστήριξε ο Σ. Ν. Κράμερ - ως οι πρώτοι Σουμέριοι. 
Την υπόθεση τού Κράμερ υιοθέτησε ο Σερ Λ. Γούλεϋ, και η Ε. Coult, η οποία υποστήριξε την 4η χιλιετία ως τον χρονικό ορίζοντα έλευσης των Σουμερίων στη Μεσοποταμία.











Όμως δεν είναι εντελώς ασφαλής ο συσχετισμός τής νέας τεχνοτροπίας στην κεραμική με την εισβολή ενός νέου λαού στην περιοχή. Ο F. Schachermeyr μάλιστα υποστήριξε πως οι όποιες αλλαγές στην κεραμική είναι πιθανότερο να οφείλονται στην εισαγωγή τού κεραμικού τροχού ως νεωτερισμού, αποτέλεσμα ειλημμένης γνώσης από τις εμπορικές σχέσεις, και στην παραγωγή μεταλλικών αγγείων, τα οποία εντέλει μιμούντο οι αγγειοπλάστες, παρά στην έλευση ενός νέου λαού. 

Έτσι, σύμφωνα με την τελευταία άποψη, ο πολιτισμός Ουρούκ, αποτέλεσε "αβίαστη συνέχεια" τού πολιτισμου Ουμπαϊντ, ως δημιούργημα τού ίδιου ουσιαστικά λαού. Ο Στέφεν Λάνγκντον έφθασε να ισχυριστεί πως οι Σουμέριοι βρίσκονταν στη Μεσοποταμία ήδη πριν από το 5.000 π.Χ., χρονικό διάστημα απαραίτητο προκειμένου να βρεθούν στο κέντρο τών ζυμώσεων τής δημιουργίας τού Μεσοποταμιακού πολιτiσμού κατά τη διάρκεια τής 4ης και 3ης χιλιετίας π.Χ.


ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΝΙΑ:
 Σχετικά με την καταγωγή και την κοιτίδα τών Σουμερίων, πολύτιμες πληροφορίες προσφέρουν η φυσική ανθρωπολογία και η γλωσσολογία.
 Τα κρανία που βρέθηκαν στους Σουμεριακούς τάφους καθώς και οι παραστάσεις Σουμερίων στα έργα τέχνης τους, δείχνουν ότι οι Σουμέριοι αποτελούσαν ανάμιξη τής λεγόμενης "πρωσωασιατικής ή αρμενοειδούς φυλής" ("Vorderasiatische Rasse"), χαρακτηριστικό τής οποίας είναι το βραχύ σχήμα κρανίου, και τής συγγενούς "μεσογειακής φυλής", στην οποία επικρατούν οι δολιχοκέφαλοι τύποι. 
Επίσης οι γλωσσολογικές ενδείξεις, αν και δείχνουν πως η Σουμεριακή είναι μια εντελώς ιδιόμορφη γλώσσα, ωστόσο ως προς τη δομή της, παρουσιάζει κάποια συγγένεια με τις καυκασιανές γλώσσες.
 Οι περισσότεροι επιστήμονες σήμερα, δέχονται πως αρχική κοιτίδα τών Σουμερίων είναι κάποια περιοχή της Κεντρικής Ασίας, κοντά στην Κασπία Θάλασσα (Κόρπους Νο 5: σ. 44, 45). Οι Σουμέριοι ονόμαζαν τη χώρα τους «Κενγκί» ή «Κενγκίρ», που σημαίνει «πολιτισμένο έδαφος», τη γλώσσα τους: «Εμεγκίρ», και τον εαυτό τους: «Σαγγίγγα, δηλαδή: «μαυροκέφαλους». Το όνομα «Σουμέρ», παράγεται από το Βαβυλωνιακό όνομα για τη Βόρεια Μεσοποταμία: «Χαλί Ουμερί», δηλαδή: «Το έδαφος Σουμέρ», του οποίου η έννοια είναι άγνωστη.

 

Καθώς το πέπλο της Προϊστορίας ανασύρεται επάνω από την Μεσοποταμία (c. 3000 π.Χ.), οι πρώτες αχνές αχτίδες του ήλιου της Ιστορίας αποκαλύπτουν την ύπαρξη μιάς δωδεκάδας και πλέον πόλεων (Δωδεκάπολις).
 Οι πόλεις αυτές είναι (από Ν. προς Β.) : 
α) στην Νοτιοδυτική Σουμερία (πλησίον του π. Ευφράτη): - Ερύθεια (Eridu) (στην αρχαία παραλία της Ερυθράς θάλασσας (μγν. Περσικός κόλπος)), - Ώρεια (Ορόη, Ούρ, Ur) (στις εκβολές του ποταμού), - Λάρισα (Λάρσα, Larsa) (λίγο βορειότερα)] και - Ωρύγεια (Ουρούκ, Ορχόη, Uruk). 
β) στην Νοτιοανατολική Σουμερία (πλησίον του π. Τίγρητα (αρχαίος ρους)): - Αδάβεια (Αντάμπ, Adab), - Νίνεια (Νίνα, Nina), - Λαγάσεια (Λαγκάς, Lagash) - Γέρσεια (Γκιρσού, Girsu) - Βαδιβήρεια (Μπαντιβίρα, Bad-tibira) (σε περίπου ίση απόσταση από τους δύο ποταμούς).
 γ) στην Κεντρική Σουμερία - Ώμμεια (Ούμμα, Umma) (στις όχθες του αρχαίου ρου του π. Τίγρητα)]. - Συροππάγεια (Σουρουπάκ, Suruppak) (στο μέσο της απόστασης μεταξύ Ωρύγειας και Νιππύρειας, στις όχθες του αρχαίου ρου του Ευφράτη). - Λαράγεια (Λαράκ, Larak) (στην αριστερή όχθη του αρχαίου ρου του π. Τίγρητα). - Νιππύρεια (Νιππούρ, Nippur) (χρησιμοποιούμενη ήδη ως λατρευτικό κέντρο (ανάλογο με τους Δελφούς της κλασσικής Ελλάδας). δ) στην Βόρεια Σουμερία - Κίσεια (Κις, Kish) (πλησίον (στα ΒΑ.) της μγν. Βαβυλώνας) 
ε) στην μεταγενέστερη Ακκαδία - Σιππάρεια (Σιππούρ, Sippur) (πλησίον του π. Ευφράτη) - Αξάγεια (Ακσάκ, Akshak) (πλησίον π. Τίγρητα) (ίσως η μεταγενέστερη Κτησιφώνα)].



Αν παρατηρήσει κανείς την ταχύτητα πρόσχωσης των ποταμών της Κάτω Μεσοποταμίας (Ευφράτη, Τίγρητα καθώς και των γειτονικών τους δηλ. του Χόασπιδος (modern Karhe) και του Ευλαίου (modern Karun) (Ίσως ο ποταμός Ευλαίος να ταυτίζεται κατά την Τρίτη χιλιετηρίδα με τον ποταμό Πασιτίγρητα, γνωστό στην Ελληνιστική εποχή) θα αντιληφθεί ότι η αρχαία παραλία βρισκόταν πολύ πιο βόρεια από την σημερινή.
  


Φαίνεται πολύ πιθανόν ότι πλησίον της πανάρχαιας παραλίας (κατά την τέταρτη ή πέμπτη χιλιετηρίδα) βρισκόταν οι εξής πόλεις: η Ωρύγεια (Uruk) (στις εκβολές του π. Ευφράτη), η Γίρσεια (Girsu) (στις εκβολές του π. Τίγρητα), η Πατίβηρις (Bad-tibira) (στην παραλία μεταξύ των δύο ποταμών) και τέλος στο ύστατο δυτικό άκρο της παραλίας αυτής η Ερύθεια (Eridu) (που πιθανότατα έδωσε και το όνομά της στην παρακείμενη θάλασσα). 
Αντιδιαμετρικά, στο ανατολικό άκρο της βρισκόταν οι εκβολές του Χοάσπιδος (ο Χόασπις την εποχή αυτή ήταν ανεξάρτητος ποταμός και όχι παραπόταμος) Καθώς όμως η πρόσχωση του κόλπου προχωρούσε απαιτήθηκε η ίδρυση νέου λιμένα, οπότε ιδρύθηκε η Λάρισα (Larsa) και (σχετικά) λίγο αργότερα, για τον ίδιο λόγο, η Ώρεια (Ur) πάντοτε στις μετακινούμενες εκβολές του Ευφράτη. 
Αντίστοιχα και για τον ίδιο λόγο, φαίνεται πως δημιουργήθηκαν στις, επίσης μετακινούμενες, εκβολές του π. Τίγρητα πρώτα η Λαγάσεια (Lagash) και μετά η Νίνεια (Nina)), ενώ παράλληλα ο Χόασπις έπαυσε να είναι ανεξάρτητος και μετατράπηκε σε παραπόταμο του π. Τίγρητα. 
Τέλος πρέπει να αναφερθεί είναι σχεδόν βέβαιο ότι όλες αυτές οι πόλεις είναι Προ-Σουμεριακές δηλ. όταν οι Σουμέριοι κατέβηκαν από τα Β. (προφανώς από την Άνω Μεσοποταμία, την οποία οι ίδιοι αποκαλούσαν μετά Συβαρτία (Subar-tu) (compr. Subar < Sumer)) και κατέκτησαν την Κάτω Μεσοποταμία (περί το 3200?) οι πόλεις αυτές υπήρχαν ήδη).
 



ΠΡΟ-ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΑ ΕΠΟΧΗ :
Ήδη, όπως ήταν αναμενόμενο, οι πρώτες αχτίδες της Ιστορίας αποκαλύπτουν και τον πολεμικό ανταγωνισμό μεταξύ των υπαρχόντων πόλεων για την ηγεμονία της χώρας. (Εκτός από πολιτικός, ο αγώνας αυτός ήταν και οικονομικός καθώς η κυριαρχία στο ήδη κατασκευασθέν, από την προηγούμενη (ή ακόμα και την προ-προηγούμενη) χιλιετηρίδα, αρδευτικό δίκτυο έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο στην επιβίωση του πληθυσμού της κάθε πόλης).
 Έτσι με την ανάσυρση της προϊστορικής αχλύος ο ηγεμονικός ρόλος εμφανίζεται στις πόλεις της Νότιας Σουμερίας με πρώτη την Ερύθεια (Eridu) και δεύτερη την Πατιγήριδα (Bad-tibira). Στην συνέχεια, η ηγεμονία περνά στην Κεντρική Σουμερία με την Λαράγεια (Larak). 
Τέταρτη στον ρόλο αυτό εμφανίζεται απροσδόκητα η Σιππάρεια (Sippar), μία πόλη που βρισκόταν στά Β., στην Ακκαδία, έξω από την κυρίως Σουμερία (Πιθανότατα την εποχή αυτή, οι Σουμέριοι συγκατέλεγαν και την Ακκαδία στην ονομασία "Συβαρτία χώρα" (διαφαίνεται ετυμολογική σχέση Sippar < Subar), μία ονομασία που πρέπει να χρησιμοποιούσαν αρχικά για όλη την χώρα που εκτεινόταν βόρεια από την Κάτω Μεσοποταμία). 
(Επομένως κατά την ίδρυσή της, κατά τους προηγούμενους αιώνες, η Σίππαρεια (Sippar) πρέπει ήταν μία Σουμεριακή εμπορική αποικία, σε μία αλλοεθνή περιοχή). 
Τελικά, με βάση πάντοτε τον Σουμεριακό βασιλικό κατάλογο (Sumerian royal list), η ηγεμονία επιστρέφει στην Κεντρική Σουμερία και ειδικότερα στην πόλη Συροππάγεια (Suruppak) που η ηγεμονία της τερματίζεται από τον Κατακλυσμό (before 2900 BC). 
Είναι πιθανόν περιστασιακά να δημιουργήθηκε και κατά την 4η χιλιετία μία μεγάλη αυτοκρατορία που κάλυψε όλο τον χώρο της Ευφόρου Ημισελήνου και μετεξελίχθηκε στους μεταγενέστερους χρόνους στην Ατλαντίδα του Σόλωνα και του Πλάτωνα.

 ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΟΣ ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ :
Ο Κατακλυσμός είναι αρκετά περίπλοκο θέμα. 
Φαίνεται όμως ότι γύρω στο 2900 π.Χ. μία συγκυρία κλιματικών παραγόντων οδήγησε σε μία πρωτοφανή, για κάθε ιστορική περίοδο, καταστροφή.
 Πιθανόν μία πολύμηνη περίοδος υπερβολικών βροχοπτώσεων οδήγησε τους μεγάλους ποταμούς της Μεσοποταμίας (Τίγρις και Ευράτης) να πλημμυρίσουν σε τεράστια έκταση με αποτέλεσμα να καταστρέψουν όλο το εξαιρετικό αρδευτικό δίκτυο που επί σειρά αιώνων οι κάτοικοι της Νότιας Μεσοποταμίας (Σουμέριοι και Προ-Σουμέριοι) είχαν κατασκευάσει και που είχε μετατρέψει την χώρα τους στην Εδέμ (Eden) της Βίβλου ή την Ατλαντίδα του Πλάτωνα. 
Το γεγονός αυτό πέρασε στις θρησκείες των διαφόρων λαών ως θεϊκή τιμωρία.







Χάρτης των των μεγάλων Σουμεριακών Αυτοκρατοριών που δημιουργήθηκαν περιστασιακά, από τις Σουμεριακές πόλεις Ωρύγεια (Uruk), Αδάβεια (Adab), Ώρεια (Ur) κ.α., κατά την 3η χιλιετηρίδα π.Χ.
 Μετά τον Κατακλυσμό αρχίζουν να υπάρχουν οι πρώτες συγκεκριμένες ιστορικές αναφορές για μεγάλους βασιλείς που οδήγησαν και πάλι την Σουμερία στην ευημερία. Μερικοί από τους βασιλείς αυτούς συνδέθηκαν με μυθικά κατορθώματα και εντυπωσιακές ιστορίες και αργότερα θεωρήθηκαν θεοί ή ημίθεοι.

 Όπως γράφουν τα κείμενα: "η βασιλεία κατέβηκε ξανά από τους Ουρανούς". Αρχικά, όπως ήταν φυσικό μετά τον Κατακλυσμό που έπληξε κυρίως την Νότια Σουμερία, επικράτησε παρατεταμένη εποχή αναρχίας. 
Η πρώτη ιστορική αναφορά για τερματισμό αυτής της κατάστασης είναι εκείνη που αναφέρεται στον βασιλέα Ετάνη της Κίσειας (Kish) (περ. 2800 π.Χ.).
 Ήταν ο πρώτος βασιλέας "που όρισαν οι θεοί για να κυβερνήσει τους ανθρώπους". 
Ο Ετάνης ενοποίησε κάτω την εξουσία του και τις δώδεκα μεγάλες Σουμεριακές πόλεις - κράτη και οργάνωσε εκστρατείες κατά των γειτονικών λαών, βάζοντας τις βάσεις για μια σταθερή ανάπτυξη της χώρας. 
Για αυτό αναφέρεται στις πηγές ως "αυτός που σταθεροποίησε τις χώρες" Μεταγενέστεροι Σουμέριοι συγγραφείς του απέδωσαν μυθικά κατορθώματα. 
Σύμφωνα με το μύθο, ψάχνοντας να βρει ένα μαγικό φυτό που θα τον βοηθούσε να κάνει διαδόχους, ανέβηκε σε ένα όρος, πάνω στο οποίο ένας αετός είχε αιχμαλωτιστεί από ένα όφιδα. 
Ο Ετάνης ελευθέρωσε τον αετό, ο οποίος τον δέχθηκε στην πλάτη του, και πέταξε στους ουρανούς.
 Όμως ο αετός και ο Ετάνα πέρασαν τα επιτρεπτά όρια και έπεσαν στον Κάτω Κόσμο για να αντιμετωπίσουν, εκεί, νέες δοκιμασίες.


 
Τον θάνατο του Ετάνη ακολούθησε μια εποχή έντονων συγκρούσεων με σκοπό την κυριαρχία στην περιοχή. 
Τελικά, η ηγεμονία πέρασε στην Ωρύγεια (Uruk), υπό τον βασιλέα Μεσκαγγάσορα (Mesh-kiang-gasher), ο οποίος κατέκτησε γειτονικές χώρες και εξετράτευσε στην οροσειρά του Ζάγρου. 
Ονομάστηκε "υιος του Ώτου (Utu)", του θεού του Ήλιου.
 Τον Meskiaggasher διαδέχθηκε ο γιος του Εμμέρκωρ (En-merkar), (περ. 2750 π.Χ.) και αυτόν ο στρατηγός του, Λυκοβάνδης (Lugalbanda). 
Στην συνέχεια, η ηγεμονία επανέρχεται στην Κίσεια (Kish) υπό τον βασιλέα της Εμμεβράγαζο (Enmebaragge-si) (περ. 2700 π.Χ.). Στα επιτυχίες του συμπεριλαμβάνεται η νίκη κατά των Ελυμαίων (Elamites). Επίσης, σε αυτόν αποδίδεται η κατασκευή του ναού του θεού Ενλίλου (Enlil), στη Νιππύρεια (Nippur), η οποία, μετα-κατακλυσμιαία έγινε το πνευματικό και πολιτιστικό κέντρο της Σουμερίας. 
Ο γιος του, Άγγης (Agga), ήταν ο τελευταίος ισχυρός ηγεμόνας της δυναστείας του Ετάνη. 
Τα ηνία πήρε κατόπιν η 1η δυναστεία της Ωρείας (Ur) με πρώτο ηγεμόνα τον Μεσαννιπάδη (Mesanna-padda) (περ. 2670 π.Χ.). Μετά το θάνατό του, η κυριαρχία περνάει ξανά στην πόλη της Ωρύγειας (Uruk) υπό την ηγεσία του βασιλέα-ήρωα Γίλγαμου (περ. 2650 με 2600 π.Χ.), του οποίου τα κατορθώματα περιγράφονται στο διάσημο "Γιλγάμειο Έπος ".
 Ο Γίλγαμος κατασκεύασε τα τείχη της πόλης του και επανέφερε τη Σουμερία σε μια περίοδο ακμής. Στα τέλη του 26ου αι. π.Χ. η Σουμερία αποτελεί μια Αυτοκρατορία που εκτείνεται από την οροσειρά του Ζάγρου ως τη Μεσόγειο, υπό την ηγεμονία του Λυκαννίμυνδου(Lugal-anni-mundu), βασιλέα της Αδάβειας (Adab). 
Αυτή η εποχή αποτελεί την αποκορύφωση του Σουμεριακού πολιτισμού, που τώρα πια έχει αποκτήσει ενότητα και κοινά πολιτισμικά στοιχεία. 
Αν και αρκετοί Σημιτικοί γειτονικοί λαοί επιθυμούν την κυριαρχία στην περιοχή, η ανωτερότητα των Σουμερίων, τόσο στο πολιτισμικό τομέα όσο και στην στρατιωτική ισχύ, τους καθιστά αδιαμφισβήτητους κυρίαρχους του Μεσοανατολικού Χώρου.
 Τον θάνατο του Λυκαννίμυνδου(Lugal-anni-mundu), ακολουθεί αναρχία και τέλος η ηγεμονία περιέρχεται για άλλη μία φορά στην Κίσεια (Kish), υπό την ηγεσία του Μέσαλμου (Mesilim), γύρω στο 2500 π.Χ. Τ
ο τέλος της βασιλείας του, σηματοδοτεί και το τέλος της Κλασσικής εποχής της Σουμερίας. 
Ίσως μέχρι τώρα το αρχαιότερο ερωτικό ποίημα..




Γαμπρέ αγαπημένε της καρδιάς μου, σαν το μέλι γλυκιά είναι η ομορφιά σου. Λιοντάρι, αγαπημένο της καρδιάς μου, με μάγεψες Άσε με να σταθώ τρέμοντας μπροστά σου, να σε αγγίξω με το χάδι μου.
 Το χάδι μου είναι ακριβό, πιο απολαυστικό είναι απο την ομορφιά. 
Σαν το μέλι με το γάλα. Γαμπρέ,πες στην μητέρα μου, θα σου δώσει λιχουδιές, Στον πατέρα μου, θα σου δώσει δώρα Την ψυχή σου να ζωντανέψω ξέρω, Γαμπρέ κοιμήσου στο σπίτι μας ως την αυγή.. 
Την καρδιά σου ξέρω πως να ευχαριστήσω. Λιοντάρι κοιμήσου στο σπίτι μας ως την αυγή.. 
Εσύ,επειδή μ'αγαπάς,κύριέ μου, κύριε προστάτη μου, Σουσίν μου, Εσύ που ευφραίνεις την καρδιά της Ενλίλ, αγγιξέ με με το χάδι σου. 

ΠΟΙΗΜΑ ΤΩΝ ΣΟΥΜΕΡΙΩΝ (2037π.Χ.)






ΑΛΙΝΑ ΣΑΡΑΝΤΗ
 «ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ» 
DIADIKTIAKH PHOTO 
«ΣΗΜΕΡΙΝΗ» 
«ΕΡΕΥΝΑ-ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ»
 ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ 
SCIENCE WIKI 
ΝΙΟΒΗ ΛΟΝΤΟΥ 
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΕΞΑΣ Η.Π.Α. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου