Η οφιολατρία αποτελεί επίσης χαρακτηριστικό στοιχείο του Βουντού. Η τελετή που περιγράφτηκε στην αρχή, η οποία είχε στο επίκεντρό της ένα ζωντανό ερπετό, γινόταν προς τιμήν του θεού Νταμπαλά (Damballah), ενός από τα σημαντικότερα πνεύματα.
Παριστάνεται με τη μορφή ενός όφι και συνδέεται με το ζωογόνο νερό, με τις πηγές και τα ποτάμια, και κατ’ επέκταση με την ευεργετική δύναμη της ζωής και της γονιμότητας.
Για το λόγο αυτό πιστεύεται ότι φέρνει ευημερία και καλή τύχη.
Η συσχέτιση ανάμεσα στα ερπετά και το νερό, που συχνά αποτελεί την κατοικία τους, είναι πολύ συνηθισμένη. Ο ομηρικός ύμνος 3 προς τιμήν του Απόλλωνα, για παράδειγμα, μας πληροφορεί ότι η δράκαινα των Δελφών κατοικούσε πλάι σε «κρήνην καλλίρροον» (στ. 300).
Η ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορεί να τιμούν ένα πραγματικό φίδι, όπως συμβαίνει κάποιες φορές στο Βουντού, ίσως να μοιάζει γελοία ή αποκρουστική.
Κι όμως, αυτό ακριβώς συνέβαινε στην καρδιά του αρχαίου κόσμου: στην κλασική Αθήνα.
Όπως μας πληροφορεί ο Ησύχιος, ο «οικουρός όφις», που ανήκε στην Αθηνά Πολιάδα («Πολιούχο»), κατοικούσε στο ιερό του αρχαίου ήρωα Ερεχθέα στην Ακρόπολη.
Οικουρός σημαίνει κυριολεκτικά «φρουρός του οίκου», όμως η λέξη οίκος δεν δηλώνει μόνο το σπίτι αλλά και την πατρίδα.
Με άλλα λόγια, το ζώο αυτό, που το τάιζαν καθημερινά μελόπιτες, το θεωρούσαν φύλακα του ιερού βράχου και κατ’ επέκταση της ίδιας της πόλης –τόσο μεγάλη ήταν η σημασία του! Άλλωστε, η θεά της σοφίας αγαπούσε ιδιαίτερα τα φίδια, για αυτό και κοσμούσαν πάντοτε την αιγίδα της.
Κάποτε ταυτίζεται μαζί τους και αποκαλείται «δράκαινα», όπως δείχνει ο ορφικός ύμνος προς τιμήν της.
Την παρουσία ζωντανών ερπετών τη συναντάμε επίσης σε λατρείες της «μαύρης ηπείρου». Για παράδειγμα, στο λιμάνι Ουϊντά (Whydah) της δυτικής Αφρικής υπήρχε μέχρι και το 18ο αιώνα μεγάλος ναός με φίδια. Ένα σημαντικό μέρος των δούλων της Αϊτής προερχόταν από την περιοχή αυτή, πράγμα που εξηγεί την παρουσία ζωντανών όφεων στο Βουντού.
Κατά παράξενο τρόπο όμως, και η Αθηνά σχετίζεται με την Αφρική: κατά μια παράδοση γεννήθηκε στην λίμνη Τριτωνίδα που βρισκόταν στη Λιβύη…
Την προσφορά τροφής στο θεϊκό Φίδι τη βρίσκουμε όχι μόνο στην αρχαία Αθήνα, αλλά και στην Αϊτή, στα τέλη του 18ου αιώνα: εκεί οι σκλάβες και οι σκλάβοι απέδιδαν τιμές σε ένα ερπετό, ενώ οι ιερείς και οι ιέρειες του απεύθυναν προσευχές. Επίσης, του άφηναν κρέας, ψάρια και γάλα μπροστά στο τεράστιο δέντρο όπου ζούσε.
Η περιγραφή αυτή θυμίζει ένα άλλο σύμβολο, επίσης χθόνιας προέλευσης, το οποίο συνδέεται με τον όφι: το Ιερό Δέντρο.
Στην Ακρόπολη έπαιρνε της μορφή της περίφημης ελιάς, που ήταν το δώρο της Αθηνάς στην πόλη της.
Ωστόσο, το Ιερό Δέντρο ανήκει επίσης στη Μάνα Γαία, η οποία τρέφει τους ανθρώπους με τους πολύτιμους καρπούς της.
Στην ελληνική μυθολογία το δέντρο και το ερπετό συχνά εμφανίζονται μαζί.
Για παράδειγμα, ένας δράκοντας, ο Λάδων, γιος της Γης, φύλαγε τη μηλιά με τα χρυσά μήλα, δώρο της ίδιας, στον κήπο των Εσπερίδων.
Ένα άλλο φιδίσιο παιδί της φρουρούσε την οξιά όπου ήταν τοποθετημένο το περιζήτητο χρυσόμαλλο δέρας.
Στη Γένεση της Παλαιάς Διαθήκης συναντάμε ξανά το ερπετό και το δέντρο, μόνο που έχουν χάσει τον αρχικό τους χαρακτήρα και έχουν μετατραπεί σε σύμβολα του Κακού. Όμως, όσες και όσοι έχουν μυηθεί στο Βουντού διατηρούν μια δική τους εκδοχή αυτού του μύθου: γι’ αυτούς ο Όφις δεν είναι ο Σατανάς, αλλά ο θεός Νταμπαλά, ο οποίος προσφέρει τον καρπό του Δέντρου της Γνώσης σε μια γυναίκα. Δεν πρόκειται για τη γνωστή μας Εύα, αλλά για την πρώτη και πολυμαθέστερη mambo, όπως ονομάζονται οι ιέρειες της θρησκείας αυτής.
]
Το ερπετό εδώ εμφανίζεται ως σύμβολο της σοφίας, πράγμα που μας παραπέμπει σε πανάρχαιες αντιλήψεις…
Ένα ακόμη αξιοπρόσεκτο στοιχείο είναι ότι το σύμβολο του Νταμπαλά απεικονίζει δύο αντικριστά φίδια, ανάμεσα στα οποία βρίσκεται ένας στύλος –γνωστό υποκατάστατο του δέντρου.
Ο μελετητής του Βουντού Μιλό Ριγκό (Milo Rigaud) παρατηρεί επίσης ότι το έμβλημα της θρησκείας αυτής είναι δύο ερπετά που τυλίγονται γύρω από την κεντρική κολόνα του ναού. Το παραλληλίζει με το κηρύκειο του Ερμή, το οποίο περιβαλλόταν από δύο όφεις.[28] Ο τελευταίος μάλλον δεν θα ενοχλούνταν από την ομοιότητα αυτή, αν λάβουμε υπόψιν τις στενές του σχέσεις με τη μαγεία και τη μαντική!
Τα δύο ενωμένα φίδια στο ραβδί του Ερμή, το ένα θηλυκό και το άλλο αρσενικό, υποδηλώνουν συγχρόνως τη σχέση του με τον έρωτα και τη γονιμότητα.
Ο συμβολισμός των δύο ερπετών στο Βουντού είναι επίσης σεξουαλικός: ο Νταμπαλά συνοδεύεται από τη σύντροφό του, τη φιδογυναίκα Aida Wédo, που εκπροσωπεί την ομορφιά και τον πλούτο. Η ίδια συνδέεται με την καρποφόρα γη, με τη «γλυκιά και ώριμη μπανάνα» αλλά και το αγνό γάλα, κι ακόμη με τη συζυγική πίστη, την ειρήνη και την καρδιά.[29]
Ωστόσο, το μοτίβο του διπλού φιδιού δεν το συναντάμε μόνο στο Βουντού και στο κηρύκειο του αγγελιοφόρου των θεών.
Το βρίσκουμε ακόμη και στα δύο μινωικά γυναικεία αγαλματίδια που κοσμούσαν το βωμό στο «ανάκτορο» της Κνωσού, γνωστά ως Θεές των Όφεων. Η μία κρατάει ένα ερπετό στο κάθε της χέρι, ενώ η άλλη απλώνει τα μπράτσα της προς τα εμπρός, με τα φίδια τυλιγμένα πάνω τους.
Κάποτε οι αριστουργηματικές αυτές μορφές ονομάζονται «Ιέρειες των Όφεων», πράγμα που μάλλον δεν απέχει από την αλήθεια: εκείνες οι οποίες υπηρετούσαν τις θεές θα τις ενσάρκωναν στη διάρκεια της τελετουργίας. Τα μάτια τους, ορθάνοιχτα και απόκοσμα, καθηλώνουν, δίνοντας την αίσθηση ότι βρίσκονται σε έκσταση. Ίσως, όπως συνέβη με τη mambo στην τελετή που περιγράφτηκε στην αρχή, να τις έχει καταλάβει το πανίσχυρο και μυστηριώδες πνεύμα του Φιδιού…
ΕΝΑ ΑΝΕΞΙΧΝΙΑΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ
Όσο κι αν μας εκπλήσσει το γεγονός, είναι πολλές ακόμη οι ομοιότητες ανάμεσα στο Βουντού και την αρχαία ελληνική θρησκεία.
Ανάμεσα στις παραδόσεις της Αϊτής συναντάμε τη λατρεία του Ήλιου και της Σελήνης, όπως και στον κλασικό κόσμο. Βρίσκουμε ακόμη τη θεά της ομορφιάς και του έρωτα, την Erzulie, η οποία, όχι τυχαία, φέρει τον τίτλο La BelleVénus: «η Ωραία Αφροδίτη». Σύμβολό της, όπως και της Ελληνίδας αντίστοιχής της, είναι ο καθρέφτης, ενώ συνδέονται και οι δύο με τη θάλασσα και τα ναυτικά ταξίδια.
Συγχρόνως, στους ναούς του Βουντού καίει αέναα η ιερή φλόγα –η φωτιά της Εστίας στην αρχαιότητα.
Στις τελετουργίες προΐσταται μια αρχιέρεια κι ένας αρχιερέας, όπως συνέβαινε και στα Ελευσίνια Μυστήρια.
Άλλωστε, οι μυήσεις παίζουν σημαντικό ρόλο, και μάλιστα η θεότητα ονομάζονται και mystère, που δεν είναι άλλη από την ελληνική λέξη μυστήριο. Ανακαλύπτουμε ακόμη το θεατρικό αλλά και το φαλλικό στοιχείο, τα οποία παραπέμπουν ξανά στο Διόνυσο.
Πώς να τα ερμηνεύσουμε άραγε όλα αυτά;
Αν εξαιρέσουμε κάποιες επιρροές που οφείλονται στους Γάλλους αποικιοκράτες, οι υπόλοιπες ομοιότητες είναι δύσκολο να εξηγηθούν.
Ίσως να έχουν τη ρίζα τους στην ίδια την ανθρώπινη ψυχή, η οποία δεν διαφέρει πολύ από τόπο σε τόπο.
Μπορεί πάλι να προέρχονται από το γεγονός ότι όλες οι πολυθεϊστικές θρησκείες βασίζονται στη Φύση και για αυτό ερωτοτροπούν με τα ίδια βασικά μοτίβα, παρμένα από τους δικούς της κόλπους.
Τέλος, όσο κι αν ο αρχαίος ελληνικός κόσμος και η σύγχρονη Αϊτή χωρίζονται από έναν ωκεανό κι ένα απέραντο βάθος χρόνου, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε κάποιες αλληλεπιδράσεις. Στο κάτω κάτω το Βουντού κατάγεται από την Αφρική, η οποία δεν βρίσκεται τόσο μακριά από την Ελλάδα. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι η μινωική Κρήτη είχε εμπορικές σχέσεις με την Αίγυπτο, ενώ τον 7ο αιώνα άποικοι από τη Θήρα ίδρυσαν στη Λιβύη την Κυρήνη, πόλη με ακμαίο πολιτισμό. Εξάλλου, για αιώνες το βόρειο τμήμα της «μαύρης ηπείρου» ήταν υπό ρωμαϊκή κατοχή, η οποία έφερε πολλές ελληνικές επιρροές.
Ενδεχομένως όλα αυτά να έπαιξαν το ρόλο τους, μικρό ή μεγάλο. Οι επιστήμες της αρχαιολογίας και της συγκριτικής θρησκειολογίας μπορεί κάποτε να μας δώσουν πιο συγκεκριμένες απαντήσεις.
Μέχρι τότε το μυστήριο θα παραμείνει ανεξιχνίαστο.
Κι ωστόσο, είναι παρήγορο να γνωρίζουμε ότι κάτι από το πνεύμα της αρχαίας Ελλάδας παραμένει ζωντανό σε τόπους μακρινούς. Ίσως ο Διόνυσος, εξόριστος από τη χώρα του, να επισκέπτεται πότε πότε τους ναούς της Αϊτής για να χύσει τη γλυκιά μέθη της έκστασης σε όσες και όσους καταφτάνουν εκεί για
να παραδοθούν στη δική του ιερή μανία…
Χαρίτα Μήνη
ΠΗΓΗ
ΒΟΥΝΤΟΥ[ΜΙΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ;]ΜέροςΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου