Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2015

Τό χρυσόν δαχτυλίδι τοῦ Ἐζέροβο




















Απόσπασμα από την Ὁμιλία τοῦ καθηγητοῦ τοῦ πανεπιστημίου κ. Χ.Σπυρίδη:

Ὡς προελέχθη γιά τήν γλῶσσαν τῶν ἀρχ. Θρᾳκῶν, γνωρίζομεν ἐλάχιστα στοιχεῖα, λείπουν σχεδόν παντελῶς τά ἐπιγραφικά μνημεῖα καί τά οἰαδήποτε συμπεράσματά μας ὑποχρεούμεθα νά τά ἐξαγαγάγωμεν μελετοῦντες ἀποκλειστικῶς τά κύρια ὀνόματα καί τά τοπωνύμια. Τύχῃ ἀγαθῇ τό 1912 κατά τήν ἐκσκαφήν ἑνός τύμβου εἰς τό χωρίον Ἐζέροβον τῆς περιφερείας Βονισογκράτς τῆς Βουλγαρίας, ἢτοι τό βορειότερον σημεῖον τῆς πάλαι ποτέ μεγάλης θρᾳκικῆς Σαπαϊκῆς (Σάπαι) χώρας, ἢ ἲσως τό νοτιώτερον τμῆμα τῆς τότε χώρας τῶν Μοισῶν Θρᾳκῶν, μεταξύ τῶν πόλεων Χάσκοβον καί Φιλιππουπόλεως, ἀνευρέθη μεγαλοπρεπής τάφος τοῦ 5ου πΧ αἰ. γιά τήν ἀκρίβειαν τῷ 403 πΧ. διαπρεποῦς ἀνδρός ὡς ἐκ τῶν κτερισμάτων τεκμαίρεται.


Εἰς τόν χάρτην δείχνω τήν θέσιν τῆς Φιλιππουπόλεως, τό Χάσκοβο, ἐδῶ βρίσκεται τό χωρίον Ἐζέροβον ὃπου εὐρέθη τό δακτυλίδι, καί σάν ἑλλ. τόπον ἀναφορᾶς ἒχω θέσει τό Ὀρμένιον ἐδῶ.




  







Ὁ νεκρός ἐφόρει χρυσοῦν δακτυλίδιον φέρον πλατεῖαν ἐνεπίγραφον πλᾶκαν, μεθ’ ἑξήκοντα γραμμάτων τοῦ μεγαλογραμμάτου Ἀττικοῦ–Ἰωνικοῦ ἀλφαβήτου. Τά 60 αὐτά γράμματα ἐδόμουν κείμενον συνεχοῦς λόγου, μή χωριζομένων εἰς λέξεις. ἀνερμήνευτον κατά τήν ἐπίσημον ἐκδοχήν, ἒως σήμερον. Ἡ ἐπιγραφή, λόγῳ χώρου εἶναι κεχαραγμένη εἰς ὀκτώ ὑπαλλήλους σειράς καί εἰς ὃλας τάς δημοσιεύσεις της ἀποδίδεται ὡς ἐξῆς :



   






ΡΟΛΙΣΤΑΝΕΑΣΝ
ΕΡΕΝΕΑΤΙΛ
ΤΕΑΝΙΣΚΟΑ
ΡΑΖΕΑΔΟΜ
ΕΛΝΤΙΛΕΖΥ
ΠΤΑΜΙΗΕ
ΡΑΖ
ΗΛΤΑ


Κατά τήν ἐποχήν εἰς ἣν ἐγράφη ἡ ἐπιγραφή, οἱ Θρᾷκαι ὡμίλουν τήν ἑλληνικήν καί τήν ὡμίλουν μέ ἰδιαιτέρους ἰδιωματισμούς, βαρβαρισμούς ἢ καί σολοικισμούς[1]. Ἀλλά καί ὁ τόπος εἰς ὃν ἀνευρέθη ἡ ἐπιγραφή ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα ὃτι πρόκειται περί τοῦ πρώτου μεγάλης ἐκτάσεως θρᾳκικοῦ κειμένου. Τό συγκεκριμένον κείμενον ἐπροκάλεσεν τόν ζωηρόν ἀνδιαφέρον τῶν ἐπιστημόνων τῆς συγκριτικῆς γλωσσολογίας, ἐκ τῆς μελέτης τοῦ ὁποίου ἐλπίζεται νά χυθῇ φῶς εἰς τήν ἀρχαίαν θρᾳκικήν γλῶσσαν.


Πολλοί μελετητές κυρίως Εὐρωπαῖοι μεταξύ τῶν ὁποίων βαλκάνιοι τινές, συμπεριλαμβανομένων καί τῶν Ἑλλήνων, προσεπάθησαν νά ἑρμηνεύσουν ἓκαστος διά τῶν γνώσεών που διαθέτει καί διά τῆς πλουσίας φαντασίας του τήν ἐπιγραφήν. Ἓκαστος τῶν ἐρευνητῶν κατακερματίζει τήν ἐπιγραφήν καθ’ ἲδιον τρόπον καί τάς ἑρμηνεύει ὡς αὐτός κρίνει. Μέ ἀποτέλεσμα ἃπασαι αἱ μέχρις τοῦδε ἑρμηνευτικαί προσπάθειαι, νά ἒχουν ὡς μόνον κοινόν στοιχεῖον τήν αὐθαιρεσίαν. Ὑπό τῶν διαφόρων μελετητῶν τῆς ἐνεπιγράφου πλακός, τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδίου τοῦ Ἐζέροβο, ἐδόθησαν περίπου 26 διαφορετικαί ἑρμηνεῖαι. Δεῖγμα τῶν ἐν λόγῳ ἑρμηνειῶν παραθέτω, ὡς τά ἀνέγνων δημοσιευμένας, μή παραλάσσων κατά τι τήν σύνταξιν αὐτῶν. 


Ντέ Τσέφ δίδει τρεῖς ἐκδοχές καί σᾶς διαβάζω τήν πρώτην :


Ὁ Ρολιστανέας, τοῦ Ἐρενέα τιλαταῖος ἀπό τήν περιοχήν τοῦ ποταμοῦ Ντίσκου, κάτοικος τῆς πόλεως Τιλεγύπτα μέ κατεσκεύασεν γιά τόν ἑαυτόν του.
Ὁ Ρολιστανέας ἀπό τήν γενιάν τοῦ Νερενέα εἶμαι ;; (μέ κατεσκεύασεν καί μέ δώρησεν) ἡ Τιλεγύπτα που πατρίς της εἶναι ἡ Ραζία.
Ὁ Ρολιστανέας ἀπό τήν γενιάν τοῦ Νερενέα γιά τήν Ἢσκο τήν Ἀράζεια (θυγατέρα τοῦ Ἀράζη) ἀπό τήν πόλιν Τιλέγυπτα μέ κατασκεύασεν.


Κρέτσμαν δίδει δύο ἐκδοχές σᾶς διαβάζω τήν πρώτην :


Ἡ Ρολιστενυάς ἀπό τήν γενιάν τοῦ Νερενεία εἶμαι· Μέ κατεσκεύασεν ἢ μέ δώρησεν ἡ Τηλεζύπτα, που πατρίς της εἶναι ἡ Ἀραζία.
Ἡ Ρολιστενυάς ἀπό τήν γενιάν τοῦ Νερενεία εἶμαι ἀπό τήν πόλιν Ἀραζίαν· μέ παντρεύθηκεν ὁ Τηλεζύπτα.


Ριπέτζο(υ) δίνει δύο ἐκδοχές σᾶς διαβάζω τήν μίαν :


Ἡ Ρόλις τοῦ Τενέα θυγατέρα, τοῦ Τιλτεάνου γυναίκα, στόν Αἲαντα τόν γυιόν τοῦ Ἀεζυπταμίου, πρόσφερεν τό δακτυλίδι.
Ἡ Ρόλις τοῦ Τιλτανέα κόρη (ἢ γυναίκα) (καί) ἡ παλλακίς Τελτενειάδα κάνουν δῶρον στόν Λεζυπτάμιον.


Ὑπάρχει ἡ ἐκδοχή τοῦ Σούλτς, ὃπως καί τοῦ Πασαβαρίκιους, τοῦ Ἂταμπεργκ, Νά σᾶς διαβάσω τήν ἐκδοχήν τοῦ Μυρτίλου Ἀποστολίδη,


· Ρολιστενειάς Νερένου Τιλαταία, παιδίσκη ἡ Ἀραζειάς τῶν οἲκων τοῦ Τηλέζυπτα ἠγάσθη με.


Ὁ Κωνσταντίνος Κουρτίδης,


· Ὁ Ρώλης τοῦ Τενέα, ἀνήρ ὢν, Τιλαταῖος ἀπό τόν Ἲσκον, στήν δικήν μου τηλεζύπτα που κατάγεται ἀπό τήν πόλιν Ἂραζον, τοῦτο τό δακτυλίδι ἒδωσεν.


Ὑπάρχουν κι ἂλλες πολλές ἐκδοχές, νά σᾶς διαβάσω τήν τελευταίαν,


· Ὁ Ρολισθένης μέ συναρμολόγησεν, σάν δῶρον γιά τόν Νερένην τόν βασιλιᾶ τῶν Τιλατίων καί χἀραξεν τήν ἐπιγραφήν αὐτήν.


Αὐτές εἶναι μερικές ἀπό τίς μεταφράσεις που ἒγιναν σχετικά μέ τό κείμενον τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδιοῦ. Γιά τήν ἀσφαλῆ ἑρμηνείαν τῆς ἐν λόγῳ ἐπιγραφῆς, καί λόγῳ τοῦ εἰς χεῖρας ἠμῶν ἂχρις στιγμῆς θρᾳκικοῦ γλωσσικοῦ ὑλικοῦ, ἃπαντες οἱ θρακολόγοι, ἐλπίζουν εἰς νεώτερα ἀρχαιολογικά ἐπιγραφικά εὐρήματα. 
Λόγου χάριν εἰς δίγλωσσον τινά ἐπιγραφήν, ὡσάν τήν στήλην τῆς Ροζέτης τοῦ Ζάν Φρανσουά Σανποτιμάν, εἰς ἀρχαίαν θρᾳκικήν κι ἑλληνικήν γλῶσσαν.

 Ὁ φιλόλογος Κοσμᾶς Ἀποστολίδης ἐκ τῆς Φιλιππουπόλεως, εἶχεν ὑποστηρίξει ὃτι ἡ ἐπιγραφή εἶναι στήν ἑλληνικήν γλῶσσαν κι ὁ Κων. Κουρτίδης εἶχεν διατυπώσει τήν γνώμην, ὃτι εἶναι προφανής ὁ θρᾳκικός χαρακτήρ ταύτης.


Προσωπκῶ;ς, ὡς καταγόμενος ἐκ τῆς θρηϊκίας πόλεως τῆς Ξάνθης, ἐνδιεφέρθην διά τό δακτυλίδι τοῦ Ἐζέροβο καί ἀσχολούμενος ἐρευνητικῶς μέ τήν ἀρχαίαν ἑλλ. μουσικήν τοῦ τμήματος Φυσικῆς τῆς σχολῆς τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν, τοῦ Ἀριστοτελείου πανεπιστημίου Θασσαλονίκης, ἐτόλμησα τό 1988 νά δώσω τήν 27ην ἑρμηνευτικήν ἐκδοχήν τοῦ ἐπιγράμματος τούτου.
 Ἒχων ἐντρυφήσει ἐκτενῶς στούς μουσικούς πίνακας τοῦ Ὀβιδίου 4ος μΧ αἰ. ἐγνώριζον ἑκάστην τῶν νοτῶν, τῆς ἀρχαίας ἑλλ. μουσικῆς ἡ ὁποία διά ποίου χαρακτῆρος συνεβολίζετο, διότι γιά τούς ἀρχ. Ἓλληνας, οἱ ἀλφαβητικοί χαρακτῆρες ἦσαν συγχρόνως ἀριθμοί καί νότες. 
Ὑπέθεσα λοιπόν τότε τό 1988, ὃτι ἡ ἐνεπίγραφος πλάξ τοῦ δακτυλιδίου τοῦ Ἐζέροβο, δέν ἐξεπροσώπει πεζόν τι κείμενον, ἀλλά μίαν μουσικήν καταγραφήν θρηϊκίου τινός ὓμνου, εἰς θεότηταν ἢ ἣρωάν τινα, ἲσως τήν φήμην τοῦ προσώπου τοῦ φέροντος τό δακτυλίδιον.


Διά τοῦ ὃρου «φήμη» ἐννοοῦμεν τήν εἰδικήν ψαλμωδίαν ἀναφερομένην στήν προσωπικότηταν καί τήν ἐπαρχίαν ἑνός ἱεράρχου. Συγγράψας εἰδικόν λογισμικόν δι’ἠλεκτρονικόν ὑπολογιστήν, ἀποκωδικοποίησα καί μάλιστα μονοσημάντως τά 61 σύμβολα τῆς ἐπιγραφῆς ὡς ἐξῆς :


(Τόν ἦχον μπορεῖτε νά ἀκούσετε στό DVD ἀπό τό 28.35 ἒως τό 29.22)



Τοιουτοτρόπως προέκυψαν...., (γιά νά τό κατανοήσετε αὐτό, κάθε γράμμα συμβολίζει μίαν νόταν γιά τούς ἀρχαίους Ἓλληνας, ὁ συνδυασμός γράμματος καί νότας ἒδωσεν αὐτό τό ἀποτέλεσμα), ἡ μοναδική στόν κόσμον ἀκεραία μουσική καταγραφή μελωδίας, εἰς ἀρχαιοελληνικήν παρασημαντικήν, ἀποκλειστικῶς διά φωνητικῶν χαρακτήρων. 

Παλαιοτέρα τοῦ ἀποσπάσματος τοῦ Εὐριππίδου ἀπό τήν τραγωδίαν «Ἰφιγένεια ἐν Αὐλίδι».
Ἡ ἐξέλιξις τῆς μελωδίας ἦτο μουσικῶς καί μουσικολογικῶς ὀρθή, καθώς ἐπίσης κι αἰσθητικῶς ἀποδεκτή, εἰς τόν ρυθμόν ἓξη ὂγδοα (6/8). Ἒστω ὑπ’ὂψιν ὑμῶν ὃτι εἰς τόν ρυθμόν αὐτόν, εἶναι συντεθειμένα τά ἂσματα τοῦ ἱερωτέρου χοροῦ τῶν θρᾳκῶν «ζωναράδικου».
 Ἃπασα ἡ ἐκτεθεῖσα ἐργασία ὑπό μορφήν ἀνακοινώσεως καί ὑπό τόν τιτλον «The epigram of the ring of Ezerovo (ancient natural thracian language or ancient musical language ?)» ἢ «Τό ἐπίγραμμα στό δακτυλίδι τοῦ Ἐζέροβο, φυσική ἀρχαία θρᾳκική γλῶσσα ἢ μουσική γλῶσσα ;;»....


Ἐξεφωνήθη εἰς τό πρῶτον ἑλληνικόν συνέδριον, τῆς ἐνώσεως βαλκανίων φυσικῶν, εἰς τήν πόλιν τῆς Θεσσαλονίκης στάς 26, 27, 28, Σεπτεμβρίου τοῦ ἒτους 1991. 
Μέ τήν μουσικήν ἐκδοχήν τοῦ ἐπιγράμματος τοῦ δακτυλιδιοῦ τοῦ Ἐζέροβο, ἐκτελεσμένον διά βιολοντσέλου ὑπό τοῦ καθηγητοῦ τοῦ συγχρόνου ὠδείου μουσικῆς Θεσσαλονίκης κ. Γεωργίου Μανώλα, εἰς παγκόσμιον πρώτην, τό βράδυ τοῦ Σαββάτου 28ης Σεπτεμβρίου τοῦ ἒτους 1990, ἒκλεισεν τό παγκόσμιον συνέδριον μουσικῆς εἰς τήν αἲθουσαν τοῦ Ἀριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
 Μολονότι ἡ ἀντιμετώπισις τήν ὁποίαν ἐχρησιμοποίησα κατά τά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1980 ὡδήγησεν εἰς μίαν σύνθεσιν, μουσικῶς καί μουσικολογικῶς ἀξιοπρεπήν, καθώς ἐπίσης καί αἰσθητικῶς ἀποδεκτήν, ὠθούμενος ἐκ τῆς περιεργίας τοῦ ἐπιστήμονος, συνέχιζον ἐξετάζων τό ἐπίγραμμα ὡς κείμενον...


ΣΠΥΡΙΔΕΙΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΙΣ ΤΟΥ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΑΚΤΥΛΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΖΕΡΟΒΟ


..Τό ὁποῖον διηγεῖτο κάτι. Ἂλλωστε ἡ ἒκτοτε εἰς ἐμέ ὑπάρχουσα ἀβεβαιότης ἢ ἀμφιβολία, ἦτο ἐμφανής ἐκ τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἐρωτηματικοῦ, στόν τίτλον τῆς ἀνακοινώσεώς μου εἰς ἐκεῖνον τό Βαλκάνιον συνέδριον. Ἐγνώριζον ὃτι ἡ ἐπιγραφή αὒτη καί λογικόν ἦτο, εἶχεν διηγείρει τό ἐνδιαφέρον σοφῶν γλωσσολόγων, ἱστορικῶν κι ἀρχαιολόγων διαφόρων ἐθνῶν, ἓκαστος δέ ἐξ αὐτῶν κατεκερμάτισεν τήν ἐπιγραφήν εἰς λέξεις κατά τοιοῦτον τρόπον καί τάς ἑρμήνευεν ὡς ὁ ἲδιος ἒκρινεν, μέ ἀποτέλεσμα ὃλαι αὐταί αἱ ἑμηνευτικαί προσπάθειαι ὡς ἀκούσατε, νά ἒχουν ὡς μόνον κοινόν στοχεῖον τήν αὐθαιρεσίαν. Ὡς φυσικόν μέ ἐνόχλειεν ἡ αὐθαιρεσία καί θά ἢθελα αἱ λέξεις τάς ὁποίας θά ἐνετόπιζαν νά εἶναι αἱ πρέπουσαι. Ἢ λίαν πλησίον τῶν πρεπουσῶν.


Τό μέγα ἐρώτημα ἦτο τίνι τρόπῳ θά ἐπιτυγχάνετο τοῦτον. 
Ἀποφάσισα νά ἀγνοήσω τάς μέχρι τοῦδε ἑρμηνευτικάς προσπαθείας τῶν ἂλλων ἐρευνητῶν καί νά προσπαθήσω νά καταγράψω τό κείμενον τοῦ πρός ἑρμηνείαν ἐπιγράμματος. Παραλλάσσων τήν ρῆσιν τοῦ Κυρίου τήν ὁποίαν μᾶς παραθέτει ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ΙΒ΄ 34, «ἐκ γάρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας τό στόμα λαλεῖ», εἰς «ἐκ τοῦ περισσεύματος τοῦ νοός τό στόμα λαλεῖ», ὃπερ δι’ ἐμέ σημαίνει ὃτι ἀναγνωρίζεις ὃ,τι γνωρίζεις, ἐπραγματοποίησα τό πρῶτον μου βῆμα. Τί ἐγνώριζον ὃμως καί τί ἀνεγνώριζον ;; 
Ἐγνώριζον καλῶς τά ἒπη τοῦ Ὁμήρου, ἠσχολούμην ἐπί ἒτη με τόν Ὃμηρον ερευνητικῶς. Συνέγραψα βιβλία περί τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν. Ἐπαρουσίασα σχετικάς ἀνακοινώσεις εἰς τοπικά καί διεθνῆ συνέδρια, κι ἒδωσα διαλέξεις στόν φιλολογικόν σύλλογον «Παρνασσός» διά τόν θεωρούμενον τυφλόν ραψῳδόν Ὃμηρον.


Ἐγνώριζον ἐπίσης τάς τέσασαρας διαδικασίας συμμετρίας τοῦ ὀρθογωνίου συστήματος συμμετρίας, ἢτοι :
Τήν εὐθεῖαν ἢ Primus
Τήν ἀνάστροφον ἢ Rectus (R)
Τήν ἀντίστροφον ἢ inversus (I)
Tήν ἀνάστροφον τῆς ἀντιστρόφου ἢ rectusinversus (RI)

Ἐκ τοῦ σεμιναρίου, δηλ. ἐκ τοῦ ὑποχρεωτικοῦ μαθήματος τό ὁποῖον διδάσκω εἰς τούς φοιτητάς μου. 
Λόγῳ τῆς ἐρευνητικῆς καί πανεπιστημιακῆς μου ἐργασίας, ἐγνώριζον ἐπίσης, τήν ὀρθήν, τήν ἀνεστραμμένην, τήν ἀπεστραμμένην, τήν πλαγίαν καί τήν κάτω νεύουσαν θέσιν τῆς παρασημαντικῆς τῆς ἀρχαιοελληνικῆς μουσικῆς, ἐκ τῶν πινάκων τοῦ Ἀλιτείου.
 Γιά ὃλους τούς μουσικούς τρόπους καί γιά ὃλα τά μουσικά γένη, καθώς ἐπίσης ἐγνώριζον τήν δομήν τῶν μετρικῶν ποδῶν, τῆς ἀρχαιοελληνικῆς ἀ...ποιΐας (;), ὡς ταῦτα ἐκτίθενται εἰς τό ἐγχειρίδιον «περί μέτρων» ὑπό τοῦ Ἡφαιστίωνος.


Ἐγνώριζον ἐπίσης τόν τρόπον νά κινοῦμαι ἐντός τῶν κειμένων τῆς ἀρχαιοελληνικῆς γραμματείας, διά τήν ἐξόρυξιν πληροφοριῶν, χρησιμοποιῶν πηγάς, λεξικά καί ἰδίως τό DVD TLG (Thesaurus linguae graecae = θησαυρός τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης), ἂνευ τῆς ὑπάρξεως τοῦ ὁποίου οὐδέν θά ἐπετύγχανον. Διαθέτων μόνον αὐτάς τάς γνώσεις, ἀνεγνώριζον ὃτι, ἡ δευτέρα σειρά τοῦ ἐπιγράμματος, ΕΡΕΝΕΑΤΙΛ ἦτο μία σχεδόν καθαρά ὁμηρική ἒκφρασις γραμμένη εἰς ἀνάστροφον δομήν καί λέγω σχεδόν, διότι τό γράμμα Ρ, ἒπρεπεν νά ἦτο Π. Ὁπότε ἡ δευτέρα σειρά τοῦ ἐπιγράμματος θά ἒγραφεν ΛΙΤΑ ΕΝΕΠΕΝ. 
Ἐπί τῇ βάσει αὐτῆς τῆς παρατηρήσεώς μου, ὑποστηρίζω ὃτι στήν ἀρχ. θρᾳκικήν γλῶσσαν, δέν ὑπῆρχεν τό γράμμα Π (πῖ ἢ πεῖ) καί ὃτι τό γράμμα Ρ (ρῶ) ἀναλόγως τοῦ γραμματικοῦ περιβάλλοντός του ἐντός τῆς λέξεως, ἂλλοτε προεφέρετο ὡς τό ἑλλ. γράμμα Π (πῖ ἢ πεῖ) καί ἂλλοτε ὡς τό ἑλλ. γράμμα Ρ (ρῶ).


Ἡ ἂποψίς μου δέν εἶναι οὒτε περίεργος οὒτε πρωτοφανής. Διότι ὡς γνωστόν εἰς τήν λατινικήν δέν ὑπῆρχεν τό γράμμα Ζ. Οἱ Λατῖνοι εἲχον τό γράμμα S (ές), τό ὁποῖον προέφερον ὡς τό ἑλλ. γράμμα σίγμα, λχ. dominus, super. Ὁσάκις τό γράμμα S εὐρίσκετο μεταξύ δύο φωνηέντων τότε τό προέφερον ὡς τό ἑλλ. γράμμα ζῆτα πχ. rosa (ρόζα), asinus(ἂζινους). Τό ἐπίθετον Λιτός ἐκ τοῦ λεξ. Liddle & Scott, ἀναλόγως τοῦ ἂν τό Ι εἶναι μακρόν ἢ βραχύ, ἒχει τάς ἀκολούθους σημασίας :


Λῑτός, ή, όν : ἀπλοῦς ἀπέριττος
Λῐτός, ή, όν : (λίσσομαι) λιτανευτικός, ἱκετευτικός.


Τό ΕΝΕΠΕ (ἒνεπε) εἶναι ἡ προστακτική δευτέρου ἑνικοῦ προσώπου, εἰς χρόνον ἑνεστώτα τοῦ ῥήματος ἐνέπω καί ποιητ. ἐννέπω, ὃπερ σημαίνει λέγω, διηγοῦμαι, ἀναφέρω, περιγράφω - ὁμιλῶ πρός τινα, προσφωνῶ τινά, ἀποτείνομαι πρός τινα.


«Ἂνδρα μοι ἒνεπε μοῦσαν πολύτροπον, ὁς μάλα πολλά πλάγχθη ἐπεί Τροίης ἱερόν πτολίεθρον ἐπερσε»
(Ὃμηρος, Ὁδύσσεια α1-2)...


..λέγει ὁ Ὃμηρος ἀρχίζοντας τήν Ὁδύσσειαν. ΕΝΕΠΕ = λέγε (Ζωναρᾶς λεξ. ἀλφαβητικόν, γράμμα ἒψιλον, 744, 18). Αἱ συγκεκριμέναι δύο λέξεις ΛΙΤΑ ΕΝΕΠΕ,
Προϊδέαζον ὃτι διά τοῦ ἐπιγράμματος ὑμνεῖτο κάποιος/α ἢ κάτι,
Παρεῖχον σαφῶς τήν πληροφορίαν ὃτι τό γράμμα Ρ τοῦ ἀττικοῦ ἀλφαβήτου εἰς τήν συγκεκριμένην γλῶσσαν τῶν κατοίκων τῆς Θρᾴκης προφέρεται ὡς Π (πῖ ἢ πεῖ) ὃταν εὐρίσκετο πρό βραχέως φωνήεντος (ΕΝΕΡΕ).
Ἡ ἀναφερθεῖσα πληροφορία ὑπ’ ἀριθ. 2 μᾶς ὁδηγεῖ νά ἀντιληφθῶμεν ὃτι ἡ πρώτη λέξις τοῦ ἐπιγράμματος ΡΟΛΙΣ, εἶναι ἡ λέξις πόλις καί ἐν συνδυασμῷ μετά τῆς πληροφορίας ὑπ’ ἀριθ. 1 μᾶς ὁδηγεῖ εἰς τό συμπέρασμα ὑπ’ ἀριθ. 3, ὃτι : διά τοῦ ἐπιγράμματος ὑμνεῖται μία πόλις.
Σημειωτέον ὃτι τήν λέξιν ΡΟΛΙΣ οἱ διάφοροι μελετηταί τοῦ ἐπιγράμματος, τήν ἀντιμετώπιζον ὡς Ρώλις, διότι ἱστορικῶς μαρτυρεῖται ἓνας Ρώλης βασιλεύς τῆς θρᾳκικῆς φυλῆς τῶν Γαιτῶν, οἳτινες κατῴκουν πέραν τοῦ Δουνάβεως.
Ἐφ’ ὃσον ἡ λέξις ΡΟΛΙΣ εἶναι πόλις καί εἶναι κεχαραγμένη εἰς εὐθεῖαν primus γραφήν, ἐξ ἀριστερῶν πρός τά δεξιά, προκύπτουν τρία νέα συμπεράσματα.


Τά ὑπόλοιπα γράμματα ΤΕΡΕΑΣΝ τῆς πρώτης σειρᾶς τοῦ ἐπιγράμματος, θά ἀποτελοῦν εἲτε τό ὂνομα τῆς ὑμνουμένης πόλεως, εἲτε ἓτερόν τι πρός τήν ὑμνουμένην πόλιν σέ εὐθεῖαν ἢ primus (P) γραφήν (ἐξ ἀριστερῶν πρός τά δεξιά).
Ἡ εὐθεῖα ἢ primus (P) γραφή τῶν γραμμάτων τῆς πρώτης σειρᾶς (ἐξ ἀριστερῶν πρός τά δεξιά), ἐν συνδυασμῷ πρός τήν ἀνάστροφον ἢ rectus (R) γραφήν τῶν γραμμάτων τῆς δευτέρας σειρᾶς (ἐκ δεξιῶν πρός τά ἀριστερά), ὁδηγεῖ εἰς τό συμπέρασμα ὃτι τό ἐπίγραμμα ἐπί τῆς ἐπιπέδου ἐπιφανείας τῆς πλακός τοῦ δακτυλιδίου εἶναι κεχαραγμένον βουστροφηδόν. Βουστροφηδόν γραφή λέγεται εἶς ἐκ τῶν τρόπων γραφῆς τῶν ἀρχ. Ἓλλήνων, πρό τοῦ 6ου πΧ αἰ.


Τῶν δέ ἀρχαίων οἱ μέν σπειρηδόν ἒγραφον, οἱ δέ πλινθηδόν, οἱ δέ βουστροφηδόν, οἱ δέ κιονηδόν, Διονύσιος ὁ Θρᾴξ, Σχόλια 183, 21-22.






Δεῖγμα κιονηδόν γραφῆς



Δεῖγμα σπειρηδόν γραφῆς


Δεῖγμα βουστροφηδόν γραφῆς

Ἡ λέξις βουστροφηδόν τυγχάνει ἐπίρρημα, ἐκ τῶν Βοῦς + στροφή + κατάληξις (ἐπίθημα) -δόν καί σημαίνει τόν τρόπον κατά τόν ὁποίαν στρέφονται οἱ βόες κατά τήν διαδικασίαν τῆς ἀρόσεως ἢ τήν κίνησιν τῆς σαΐτας (ἀδράχτιον) κατά τήν ὓφανσιν. Κατά τήν βουστροφηδόν γραφήν ἢρχιζον γράφοντες ἐκ δεξιῶν πρός τά ἀριστερά, εἲς τόν ἐπόμενον στίχον ἠκολούθον τήν ἀντίθετον φοράν, ἢτοι ἐξ ἀριστερῶν πρός τά δεξιά, εἶτα πάλιν ἐκ τῶν δεξιῶν πρός τά ἀριστερά κ.ο.κ. Ἡ ἐναλλαγή αὒτη ἐσυνεχίζετο ἒως τό τέλος τοῦ κειμένου.

«Βουστροφηδόν· οὓτως ἒλεγον, ἐπάν ὁμοίως ἀροτριῶσι βουσί τάς ἀντιστροφάς ποιῇ τις, ἒλεγον ἐπί τοῦ γράφειν τρόπῳ τοιούτῳ» Ἡσύχιος, λεξικόν ἀλφαβητικόν γράμμα βῆτα, 980, 1-3.


Κατά τόν Ἀρποκρατίωναν εἰς τήν Ἀττικήν, οἱ νόμοι τοῦ Σόλωνος ἦσαν γεγραμμένοι βουστροφηδόν. Κατά τόν 6ον αἰ. πΧ τό εἶδος τῆς γραφῆς ταύτης, ἐξηφανίσθη καί καθιερώθη ὁ τρόπος γραφῆς ἐξ ἀριστερῶν πρός τά δεςξιά εἰς ὁλόκληρον τήν Ἑλλάδαν. Κατόπιν αὐτῆς τῆς ἀπροσμένου καί καταπληκτικῆς διαπιστώσες περί τῆς βουστροφηδόν χαράξεως τοῦ ἐπιγράμματος, ἐπί τῆς ἐπιπέδου πλακός τῆς ἐπιφανείας τοῦ δακτυλιδίου, εἶμαι εἰς θέσιν νά γράψω τό ἐπίγραμμα, μέ τήν σωστήν ἀλληλουχίαν τῶν γραμμάτων του, ὡς ἐξῆς : (αὐτή ἡ σειρά προέκυψεν ἐκ τῆς βουστροφηδόν ἀντιμετωπίσεως τοῦ κειμένου)


ΠΟΛΙΣΤΕΝΕΑΣΛΙΤΑΕΝΕΡΕΤ
ΕΑΝΗΣΚΟΑΜΟΔΑΕΖΑΡΕΑΝΤ
ΙΑΕΖΥΕΗΙΜΑΤΕΡΑΖΗΛΤΑ


Μέ τήν στάθμησιν ἀλληλουχίας τῶν γραμμάτων τοῦ ἐπιγράμματος, ἒχουν ἢδη ἀνεγνωρισθεῖ τέσσαρες λέξεις τῆς θρᾳκικῆς διαλέκτου:


ΡΟΛΙΣ–ΤΕΝΕΑΣΝ–ΛΙΤΑ–ΕΝΕΡΕ–ΤΕΑΝΙΣΚΟΑΜΟΔΑΕΖΑΡΕΑΝΤΙΑΕΖΥΕΗΙΜΑΤΕΡΑΖΗΛΤΑ


Ἀπό τοῦ σημείου αὐτοῦ κι ἐντεῦθεν ἀρχίζει μία ὁδύσσεια ἐντός ἑνός ὠκεανοῦ, ἀφορώντας εἰς τά γράμματα μίας ἀγνώστου φρυγικῆς γλώσσης, ἃτινα ὁμαδοποιοῦνται συμφώνως πρός μίαν ἂγνωστον φρυγικήν γραμματικήν παντοιοτρόπως. Σχηματίζοντα φρυγικάς λέξεις διεπομένας ὑπό ἑνός ἀγνώστου φρυγικοῦ συντακτικοῦ. Ἐν ἀρχῇ ἐπί τῇ βάσει τῶν 6 πρώτων διαπιστώσεών μου, ὑπέθεσα κατ’ ἀνάγκην ὃτι οἱ Θρήϊκες Ἓλληνες εἶχον εἰς τήν γλῶσσαν των λέξεις ὡσάν τίς ἑλληνικές, γραφομένας διά τῶν γραμμάτων τοῦ ἀττικοῦ ἀλφαβήτου, δομουμένας καί παραλλασσομένας εἰς τύπους διά μίας γραμματικῆς ὡσάν τήν ἑλληνικήν καί συνδεδεμένας ἐν συνεχῇ λόγῳ, δι’ ἑνός συντακτικοῦ ὡσάν τό ἑλληνικόν. Ἐν συνεχείᾳ ὡς φυσικός κατεκερμάτισα τήν ἀλληλουχίαν τῶν γραμμάτων τοῦ ἐπιγράμματος μέ τήν ἐρευνητικήν μέθοδον «Trial and error». Δοκιμή καί λάθος, ἒχων σάν ἀποκλειστικόν σύμβουλον τό DVD τῆς TLG που σᾶς προεῖπον, τῆς ἀμερικανίδος καθηγητρίας κλασσικῶν σπουδῶν τοῦ πανεπιστημίου Irvine τῆς Καλιφόρνια, κας Μαριάννας Μακ Ντόναλντ.


Τό ἐν λόγῳ DVD περιέχει τά ἂρθρα τῶν ἑλλήνων συγγραφέων ἀπό τόν 8ον αἰ. πΧ. ἒως τόν 16ον αἰ. μΧ. ἢτοι ἀπό τοῦ Ὁμήρου, μέχρις τόν Γεώργιον Φραντζῆν τήν περίοδον τῆς τουρκοκρατίας, τοῦτον σημαίνει 11.000 ἒργων, 3.000 συγγραφέων, ἐν ἂλλοις λόγοις, μίαν βάσιν δεδομένων 76.000.000 ξεχωριστῶν τύπων ἑλλ. λέξεων. Συνελῶν δέ λέγω ὃτι ἡ πολυετής ἐνασχόλησίς μου μετά τοῦ ἐπιγράμματος τοῦ δακτυλιδίου τοῦ Ἐζέροβο, ἀπό τοῦ ἒτους 1988 μέχρις τήν 30ήν Δεκεμβρίου τοῦ ἒτους 2013, μέ ὡδήγησεν εἰς τόν ἀκόλουθον κατακερματισμόν τῆς ἀλληλουχίας τοῦ ἐπιγράμματος διότι αἱ προκύπτουσαι λέξεις, ἀντικειμενικῶς εἶχον νοηματικόν περιεχόμενον καί κατ’ ἐμέ, ἐδόμουν μίαν ἱστορίαν τήν ὁποίαν ἐδιηγοῦντο πλεῖστοι ὃσοι ἀρχαιοέλληνες, συγγραφεῖς, τραγικοί καί ἱστορικοί.


Ἡ κατάτμησις (segmentation) εἶναι ἡ ἐξῆς :


ΡΟΛΙΣ ΤΕΝΕΑΣ ΛΙΤΑ ΕΝΕΠΕΝ ΤΕΑΝΙΣΚΟΑΜ ΟΔΑΕΖ ΑΡΕΑΝ ΤΙΑ ΕΖΥΙΕΗ ΜΑΤΕΡΑ ΖΗΛΤΑ


θά σᾶς ἐξηγήσω πῶς.... Ἐκ τῶν ἀναγνωρισθεισῶν λέξεων, θέσιν ὀμφαλοῦ κατέχει ἡ λέξις ΑΡΕΑΝ, Εἰς τήν ὁποίαν ὑποστηρίζω πώς τό γράμμα Ρ ἐπέχει θέσιν ρῶ (Ρ) ἐπειδή εὐρίσκεται πρό διπλοῦ φωνήεντος. Δέχομαι ὃτι ἡ ἐν λόγῳ λέξις εἶναι οὐσιαστικόν, γένους θηλυκοῦ εἰς τήν αἰτιατικήν πτῶσιν καί συγκεκριμένως δέχομαι ὃτι πρόκειται περί τῆς λέξεως Ἂρεαν ἢ Ἀρέαν ἢ Ἀρᾶν. Ὑπό τό ὂνομα Ἂρεα ἠ Ἀρέα ἢ Ἀρᾶ, ἐκ τῆς μυθολογίας εἶναι γνωστή ἡ θυγάτηρ τοῦ Ἀθάμαντος βασιλέως τῶν Μινυῶν τοῦ Ὀρχομενοῦ τῆς Βοιωτίας καί κατόπιν τῆς Ἀθαμαντίας τῆς Θεσσαλίας. Ὁ λεξικογράφος Ἡσύχιος εἰς τό ἀλφαβητικόν λεξικόν του γράμμα Μῦ 1396, 1 ἀναφέρει : «Μινύαι οἱ Ὀρχομένιοι καί Μάγνητες». Ὁ Ἀθάμας ἐβασίλευσεν ἀρχικῶς στούς Μινύας τοῦ Ὀρχομενοῦ τῆς Βοιωτίας καί κατόπιν εἰς τήν Ἀθαμαντίαν τῆς Θεσσαλίας.


«Ἐξ Ἀκραιφνίου δέ ἰόντι εὐθεῖαν ἐπί λίμνην τήν Κηφισσίδαν–οἱ δέ Κωπαΐδαν ὀνομάζουσι τήν αὐτήν–πεδίον ἐστι καλούμενον Ἀθαμάντιον· οἰκῆσαι δέ Ἀθάμαντα ἐν αὐτῷ φασίν», Παυσανίας ὁ περιηγητής, Ἑλλάδος περιήγησις 9, 24, 1, 1. Τοιουτοτρόπως ἀνήκει καί ὁ γενάρχης τῶν Μινυῶν Ἀθάμας εἰς τούς ἀρχαιοαιολεῖς, οἳτινες ἐκυριάρχουν εἰς τάς ἑλληνικάς χώρας κατά τήν περίοδον ἀπό τούς Πελασγούς εἰς τούς Ἓλληνας. Παραλείπω τήν ὑπόλοιπον πολυκύμαντον ἱστορίαν τοῦ Ἀθάμαντος διότι παρέλκει. Ἀλλά τονίζω τό γεγονός ὃτι οὖτος εἶχεν μίαν θυγατέραν, ὀνομαζομένην Ἂρεα ἢ Ἀρέα ἢ Ἀρᾶ, ἱσχυρίζομαι ὃτι ἡ συγκεκριμένη λέξις ἐννοεῖ τήν θυγατέραν τοῦ Ἀθάμαντος, λίαν συντόμως δέ θά ἀποδεχθῆτε καί ὑμεῖς αὐτόν τόν ἰσχυρισμόν.


Ἐπομένη κομβικῆς σημασίας λέξις τοῦ ἐπιγράμματος εἶναι ἡ λέξις ΤΙΑ ἣτις ὡς ῥίζα ἐμφανιζεται δύο εἰσέτι φοράς εἰς τό ἐπίγραμμα, συγκεκριμένως δέ ὑπό τάς μορφάς ΤΕΝΕΑΣΝ καί ΤΕΑΝΙΣΚΟΑΜ, ὑποστηρίζω πώς ἡ λέξις ΤΙΑ σημαίνει ΤΕΩΣ καί ἀναφέρεται εἰς τήν πόλιν Τέω τῆς Ἰωνίας. Ἐν συνεχείᾳ θά δειχθῇ ὃτι αὒται αἱ τρεῖς ἀρχαιοφρυγικαί λέξεις, ἒχουν ἂμεσον σχέσιν μέ τήν λέξιν ΑΡΕΑΝ καί ἰδού γιατί :


Ἡ πόλις Τέως (ἀρχ. Γεωγραφία) :














Χάρτης τῆς χερσονήσου τῆς νοτίου ἀκτῆς τῆς Ἐρυθραίας εἰς τήν Λυδίαν τῆς Ἰωνίας.












Ἡ Τέως λοιπόν εἶναι ἀρχαιοτάτη πόλις καί λιμήν τῆς Ἰωνίας, εἰς τήν Λυδίαν. Αὐτό εἶναι τό ἐπίκεντρον ὃλης τῆς μελέτης. Εἰς τήν πόλιν Τέω ἣτις ἦτο φημισμένη διά τόν οἶνον της, ἐλατρεύετο ὁ θεός Διόνυσος.





Ὁ χάρτης αὐτός ἐμφανίζει τήν Τέων ὡς ἀκμαιοτάτην πόλιν τῆς ἀρχαιότητος καί ἡ ὁποία ἀπετέλει σημαντικήν ἀποικίαν ἀπό τῆς ἰδρύσεώς της καί ἀναφέρεται εἰς πλείστους χάρτες τῆς ἀρχαιότητος.








Ὁ ἐπόμενος χάρτης δείχνει τήν Τέων ὡς ἀκμαιοτάτην πόλιν τήν ἐποχήν τοῦ 11ου μΧ. αἰῶνος. Ὡς πρῶτος οἰκιστής τῆς Τέω ἀναφέρεται ὁ Ἀθάμας καί διά τοῦτον ὁ Ἀνακρέων τήν ἀποκαλεῖ ἀθαμαντίδαν.

«Τέων δέ Ἀθάμας μέν πρότερον διόπερ Ἀθαμαντίδαν καλεῖ αὐτήν Ἀνακρέων» Στράβων, Γεωγραφικά 14, 1, 3, 27.



«Τέων δέ ᾢκουν μέν Ὀρχομένιοι Μινύες σύν Ἀθάμαντι ἐς αὐτήν ἐλθόντες»
Παυσανίας ὁ περιηγητής, Ἑλλάδος περιήγησις, 7, 3, 6, 1.


Ὠνομάσθη δέ ἡ πόλις Τέως, ἀπό τήν Ἂρεαν ἢ Ἀρέαν, τήν θυγατέραν τοῦ Ἀθάμαντος κατά τόν ἀκόλουθον τρόπον :


Κατά τό διάστημα καθ’ ὃ ὁ Ἀθάμας ἀνεζήτει κατάλληλον τοποθεσίαν διά τήν ἲδρυσιν πόλεως, ἡ μικρά θυγάτηρ του, ἡ Ἂρεα ἢ Ἀρέα ἢ Ἀρᾶ παίζουσα καί τραγουδοῦσα παιδικά ἂσματα, συνεκέντρωσεν μικρούς φίλους καί ἀνήγειραν οἰκίαν. Σήμερα λέγομεν «παίζουσα σπιτάκια». Εἰς τήν ἐρώτησιν τοῦ ἐπιστρέψαντος πατρός της, «τί κάμνεις ἐκεῖ ;;» Αὒτη ἐπέδειξεν τό δημιούργημά της λέγουσα, «τέως ὃσον καιρόν ἐσύ ἒψαχνες γιά τόπον προκειμένου νά κτίσῃς πόλιν, ἐγώ σοῦ ἒκτισα τήν πόλιν». Ὁ Ἀθάμας παρακινηθείς ἐξ αὐτῆς τῆς λέξεως, «τέως» τῆς θυγατρός του, ὠνόμασεν τήν νεόδμητον πόλιν Τέως.


Ἑτέρα πληροφορία σχετική. Σχολιαστῶν στόν Πλάτωναν, «παρά δέ Φερεκύδη καί τοὒνομα τῆς ἰωνικῆς πόλεως, λέγω δέ τῆς Τέω, κείμενον εὖρον, ὃθεν ἦν Ἀνακρέων ὁ μελοποιός, ἀπό τοῦ τέως. Ὁ γάρ Ἀθάμας φησίν, ἀναχωρῶν ἐκ τῆς χώρας, εὐρών Ἂρεαν τήν θυγατέραν ἀθύρουσαν καί λίθους συμφοροῦσαν τούς νῦν ὂντας ἐν Τέῳ, ἢρετο ταύτην, τί ποιεῖς ;; Ἡ δέ εἶπεν τέως σύ ἐζήτεις πόλιν ἲνα κτίσῃς εὖρον. Ἀφ’ οὗ ἀνακινηθείς τήν πόλιν ὠνόμασεν Τέω», Φερεκύδης, «Σπαράγματα», σπάραγμα 112, 1-9. Ἀρχικῶς ὁ κάτοικος τῆς Τέω, ἐλέγετο Τέϊος καί Τεῖος, κατόπιν κατά τήν ἰωνικήν διάλεκτον ἐλέγετοΤήϊος καί Τηΐα. Τήν ἰδίαν πληροφορίαν μᾶς μεταφέρει καί ὁ Στέφανος εἰς τά «Ἐθνικά» του:


«Τέως πόλις τῆς Ἰωνίας, ἒστι δέ μέσῃ Ἰωνίας, ὡς Ἡρόδοτος ἐν πρώτῃ, ἣν πρῶτον ἒκτισεν Ἀθάμας, ὃθεν Ἀθαμαντίδαν καλεῖ αὐτήν Ἀνακρέων. Ἐκλήθη δέ ἀπό τῆς Ἀθάμαντος θυγατρός Ἀρᾶς. Σκοπουμένου γάρ τοῦ Ἀθάμαντος ἒνθα ἰδρύσει τόν λαόν, ἀθύρουσα οἷα δή παῖς ἐκ λίθων οἰκίαν δειμαμένην ἒλεγεν ἒως σύ χῶρον ἐσκόπεις, τέως ἐγώ πόλιν σοί ἐδειμάμην. καί διά τοῦτο ἡ πόλις οὓτω ὠνομάσθη, τό ἐθνικόν Τήϊος, ἐστι γάρ πρῶτον Τέϊος καί Τεῖος καί ἰωνικῶς Τήϊος. ἀφ’ οὗ Πρωταγόρας Τήϊος καί θηλυκῶς Τηΐα», Στέφανος, «Ἐθνικά», ἐπιτομή, 619, 15.



Κατά τά μέσα τοῦ 6ου πΧ. αἰ. οἱ Τήϊοι προκειμένου νά ἀποφύγουν τόν περσικόν ζυγόν, ἐγκατέλειψαν τήν πόλιν των καί κατῴκησαν εἰς τήν πόλιν τῶν Ἀβδήρων. Ὁ Σουΐδας μᾶς παρέχει ἑτέραν τινα ἐκδοχήν, περί τῆς ἐγκαταστάσεως τῶν Τηΐων στήν Θρᾴκην.



«Τέω. Ἀνακρέων Τήϊος λυρικός, μελοποιός, διά τήν Ἰστιαίου ἐπανάστασιν, ἐκπεσών Τέω ᾢκησεν Ἂβδηρα ἐν Θρᾴκη», Σουΐδας, λεξικόν ἀλφαβητικόν, γράμμα Ταῦ, 319, 1.
Ἐδῶ δηλ. μᾶς λέει ὃτι ὁ Ἀνακρέων ἐξ αἰτίας τῆς ἐπαναστάεως τοῦ Ἰστιαίου ἐξεδιώχθη ἀπό τήν πόλιν τῆς Τέω κι ἐξηναγκάσθη νά μετοικήσῃ στά θρυλικά Ἂβδηρα. Μᾶς τό ἀναφέρει ὁ Ἡρόδοτος στήν ἱστορίαν του. Κατά τήν γνῶσιν μου καί κατά τήν γνώμην μου ἐνέχει μεγάλην σημασίαν τό γεγονός, ὃτι οἱ Τήϊοι μετέβησαν στήν Θρᾴκην κι ὂχι εἰς ἑτέραν τινα περιοχήν. Ἐπέστρεψαν εἰς τά πάλαι ποτέ πάτρια ἐδάφη. Ἐάν λάβωμεν ὑπ’ὂψιν τόν Στράβωναν εἰς τά Γεωγραφικά του ὃστις ἀναφέρει ὃτι Θρᾷκες ἐπῴκησαν τήν Βοιωτίαν.


«Τόν τε Ἑλικώναν καθιέρωσαν ταῖς μοῦσαις Θρᾷκες οἱ τήν Βοιωτίαν ἐποικίσαντες». Τά τε προαναφερθέντα πρῶτον Βοιωτοί ὑπό τόν Ἀθάμανταν ἀπῴκησαν τήν Τέων ἐν Ἰωνίᾳ, τέλος οἱ Ἲωνες Τήϊοι ἀπῴκησαν μίαν νέαν Τέων ἐν Θρᾴκη. Δέν ἐγκατεστάθησαν μονίμως εἰς τά Ἂβδηρα τῆς Θρᾴκης, ἀλλά ᾠκοδόμησαν μίαν νέαν Τέων ἐν Θρᾴκῃ. Ἐξακολουθοῦντες νά θεωροῦν τήν θυγατέραν τοῦ Ἀθάμαντος Ἂρεαν ἢ Ἀρέαν ἢ Ἀρᾶν, οἰκιστήν καί ταύτης τῆς νεωστί οἰκοδομηθείσης πόλεως. Εἰς ἐπίρρωσιν αὐτῆς μου τῆς ἀπόψεως παραθέτω τήν πληροφορίαν ὃτι ὑπό τό ἲδιον ὂνομα ἀναφέρεται καί πόλις εἰς τά Δυρβαῖα τῆς Σκυθίας πλησίον ἰχθυοβριθοῦς λίμνης.


Ἐάν ἡ νέα Τέως τῶν Δυρβαίων τῆς Σκυθίας, ὂντως εὐρίσκεται εἰς τήν περιοχήν τοῦ σημερινοῦ Ἐζέροβο, δέν θεωρῶ καθόλου τυχαῖον τό γεγονός, νά ἐξακολουθῇ νά ὑπάρχῃ καί σήμερον μία ὁμώνυμος λίμνη ;; Ἡ λίμνη τοῦ Ἐζέροβο. Ἡ ἐκδοχή νά ἀποκαλοῦνται τά Ἂβδηρα καί μέ τό ὂνομα Τέως, δέστε, διότι οἱ Ἲωνες Τήϊοι ἐγνώριζον ὃτι ἐγκατεστάθησαν πλησίον ἰχθυοβριθοῦς λίμνης καί ὁ Στράβων στά «Γεωγραφικά» του τονίζει ἐμφατικῶς, «κατά δέ Ἂβδηρα λίμνην μέν οὐδεμίαν έοῦσαν ὀνομαστήν παρεμείψατο Ξέρξης ποταμόν δέ Νέστον ῥέοντα ἐς θάλασσαν», Στράβων Γεωγραφικά 7, 108. Ἐδῶ ἒχομεν διά στόματος Στράβωνος ὃτι κοντά στά Ἂβδηρα δέν ὑπάρχει καμμία λίμνη.


«Ἒως σύ χῶρον ἐσκόπεις, τέως ἐγώ πόλιν σοί ἐδειμάμην» καί διά τοῦτο ἡ πόλις οὓτως ὠνομάσθη, ἐστι δέ καί ἑτέρα πόλις ἐν Δυρβαίοις τῆς Σκυθίας, ἐν ᾗ λέγουσι λίμνην ἰχθύων ἒχουσαν πλῆθος, ἀφ’ ὧν εὐδίας γινομένης ἒλαιον ἐπιπολάζει τοσοῦτον, ὃσον ἀρύεσθαι αὐτῷ ταῖς χερσίν εἰς σκάφος καί χρῆσθαι αὐτῷ», λέγει ὁ Ἡρωδιανός 3ον μΧ. αἰ. καί ὁ Στέφανος τόν 5ον μέ 6ον αἰ. λένε δηλ. αὐτό τό σημαντικόν. Μᾶς λέγουν δηλ. ὃτι ὑπάρχουν καί ἂλλαι πόλεις δέν εἶναι μόνον τά Ἂβδηρα. Τό «ἑτέρα» πάει σέμίαν ἂλλην ὁμώνυμον πόλιν Τέων. Ἡ ὁποία ἒχει μίαν λίμνην γεμάτη ψάρια, που ὃταν ἒχει νηνεμίαν ὑπάρχει τόσον μεγάλη ποσότης λαδιοῦ, λίπους ἀπό τά ψάρια, ἐπί τῆς ἐπιφανείας, ὣστε τό ἐμάζευαν μέ τά χέρια καί τό χρησιμοποιούσαν.


Σ’ αὐτόν τόν χάρτην φαίνεται τό Ἐζέροβο καί πλησίον ἡ λίμνη τοῦ Ἐζέροβο.




Ὑποστηρίζω κι ἐκ τῶν κειμένων προκύπτει ὃτι μετά τά Ἂβδηρα, ἦλθαν ἐδῶ καί ἒκτισαν τήν πόλιν Νέαν Τέων εἰς τά Δυρβαία τῆς Σκυθίας. Εἰς τήν προβαλλομένην περικοπήν ὁ θρᾴξ σοφιστήςΠρωταγόρας, ἀναφέρεται καί ὡς ἀβδηρίτης καί ὡς Τήϊος. Τοῦτον σημαίνει ὃτι ὁ Πρωταγόρας κατήγετο ἢ ἐκ μιᾶς πόλεως Τέω τῆς Θρᾳκικῆς περιοχῆς ἢ ἐκ τῆς πόλεως Τέω τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.


DIOG. IX 50 ff. Πρωταγόρας Ἀρτέμωνος ἢ ὡς Ἀπολλόδωρος (FGr Hist. 244 F 70 II 1040) καί Δίνων ἐκ Περσικῶν ε (fr, 6 FHG II 90 vgl. A 2), Μαιανδρίου Ἀβδηρίτης, καθά φησίν Ἡρακλείδης ὁ Ποντικός ἐν τοῖς περί νόμων (fr. 21 Voss) ὡς καί θουρίοις νόμους γράψαι φησίν αὐτόν· ὡς δ’ Εὒπολις ἐν Κόλαξιν (fr. 1461 297 K.), Τήϊος φησί γάρ· ἒνδοθι μέν ἐστι Πρωταγόρας Τήϊος.Πρωταγόρας, Μαρτυρίες, σπάραγμα 1, 1-5.


Αὒτη ἡ νέα Τέως τῶν Δυρβαίων τῆς Σκυθίας, ἒνθα ἐλατρεύοντο αἱ Μοῦσαι μᾶς διασώζει ὁ Ἀθήναιος ὃτι εἶχεν γυναίκας καλλονάς καί ἂνδρας μεμορφωμένους, ὧσπερ δυνάμεθα νά ὐποθέσωμεν ὃτι εἶναι λόγου χάριν ὁ σοφιστής Πρωταγόρας καί ὁ Σκυθῖνος ὁ ποιητής τῶν Ἰάμβων,


«κεῖνον ὧ χρυσόθρονε Μοῦσ’
ἒνισπες ὓμνον ἐκ τᾶς καλλιγύναικος,
ἐσθλᾶς Τήϊος χώρας ὃν ἂειδε
τερπνῶς πρέσβυς ἀγαυός»



Ἀθήναιος, Δειπνοσοφισταί, 13, 72, 15-22.


· STEPH.BYZ. s. Τέως· πόλις Ἰωνίας ἀφ’ οὖ Πρωταγόρας ὁ Τήϊος· (Eupolis I 297, 146 K)καί Σκυθῖνος Ἰάμβων ποιητής Τήϊος.
· DIOG. LAERT. IX 16 : Ἰερώνυμος δέ φησι καί Σκυθῖνον τόν τῶν Ἰάμβων ποιητήν ἐπιβαλλέσθαι τόν ἐκείνου (sc.Ἡράκλειτον) λόγον διά μέτρου ἐκβάλλειν.


Οἱ δύο πρῶτοι τοποθετοῦνται εἰς τήν Τέων τῆς Ἰωνίας ἐδῶ, δηλ. ὁ Πρωταγόρας καί ὁ Σκυθῖνος, σημειωτέον ὃτι τό ὂνομα τῶν Σκυθῶν ἒπαυσεν νά ἀναφέρεται εἰς τήν ἱστορίαν ἀπό τοῦ 12ου μΧ αἰ. ὃτε ἀλβανικαί σλαυικαί καί βουλγαρικαί ὀρδαί κατέλαβον τήν χώραν των. Ἐνδιαφέρουσα εἰς τήν παρούσαν ἒρευναν τυγχάνει μία περιοχή ἣτις φέρει τό ὂνομα «μικρά Σκυθία». Τό ὂνομα μικρά Σκυθία κατά τήν ἀρχ. ἀλληλογραφίαν, οἱ ἀρχαῖοι τό ἀπέδιδαν εἰς δύο χώρας τῆς νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης. (Εἶναι καί ἐπίκαιρη αὐτή ἡ πληροφορία).


Πρῶτον εἰς τό μέγιστον τμῆμα τῆς Ταυρικῆς χερσονήσου, τῆς σημερινῆς Κριμαἰας, καθώς καί τήν βορείως αὐτῆς κειμένη χώραν μέχρις τοῦ Βορυσθένους ποταμοῦ (Δνείπερου).
Ἐκ τοῦ ΒΑ τμήματος τῆς Θράκης, ὃπερ ὁρίζεται βορείως ὑπό τοῦ κάτω ροῦ τοῦ Δουνάβεως (Ἲστρου) ποταμοῦ, νοτίως ὑπό τοῦ Αἲμου καί ἀνατολικῶς ὑπό τοῦ Εὐξείνου Πόντου. Ἡ περιοχή αὒτη ἐπί Ρωμαιοκρατορίας ἀπετέλει ἰδίαν ἐπαρχίαν, ἀντιστοιχούσαν πρός τήν σημερινήν Δοβρουτσάν τῆς Ρουμανίας.


Ἐπί τῇ βάσει τῆς ἱστορίας τῆς σχετιζομένης μετά τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδίου τοῦ Ἐζέροβο, ἢτοι τήν πόλιν Τέων, ἡ περιοχή αὒτη κατά μέν τήν ἐπιγραφήν θεωρῶ ὃτι εἶναι ἡ περιφέρεια τοῦ σημερινοῦ Βορισογκράτς τῆς Βουλγαρίας, δηλ. τό βορειότερον τμῆμα τῆς πάλαι ποτέ μεγάλης τραγικῆς ἀχαϊκῆς (;) χώρας ἢ ἲσως τό νοτιώτερον τμῆμα τῆς τότε χώρας τῶν Μοισῶν Θρᾳκῶν μεταξύ τῆς πόλεως Χάσκοβο καί τῆς Φιλιππουπόλεως, κατά δέ τάς πληροφορίας του Ἡρωδιανοῦ καί τοῦ Κτησίου, εἶναι ἡ ἀκαθορίστως ἀναφερομένη εἰς τάς ἐγκυκλοπαιδείας χώρα τῶν Δυρβαίων Σκυθῶν.


Τό συμπέρασμά μου τοῦτον οὐδόλως αὐθαίρετον ἐδράζεται ἐπί τῆς ὁμοιότητος τῶν ριζῶν τῶν λέξεων Δυρβαῖοι καί Δομβρουτσάν.


Θεωρῶ ὃτι ἡ λέξις ΤΕΝΕΑΣΝ εἶναι εἰς πτῶσιν γενικήν τοῦ πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ καί σημαίνει τῶν Τεΐων, ἢ κατά τήν ἰωνικήν διάλεκτον τῶν Τηΐων. θεωρῶ ἐπίσης ὃτι ἡ λέξις ΤΕΑΝΗΕ εἶναι εἰς πτῶσιν αἰτιατικήν τοῦ ἑνικοῦ ἀριθμοῦ καί σημαίνει τήν Τηϊνήν, ἢτοι τήν καταγομένην ἐκ τῆς πόλεως τῶν Τηΐων. Ἡ λέξις ΚΟΑΜ δέχομαι ὃτι εἶναι εἰς πτῶσιν αἰτιατικήν τοῦ ἑνικοῦ ἀριθμοῦ καί δι’ αὐτῆς μᾶς ἀποκαλύπτεται τό ἀξίωμα τῆς Τηϊνῆς Ἀρέας, ἣτις πρέπει σεμνοπρεπῶς νά ἀνυμνεῖται ὑπό τῶν πολιτῶν τῆς Τέω. Πιστεύω ὃτι αὒτη ἡ θρᾳκική λέξις, ἒχει σχέσιν μέ τήν λέξιν ΚΕΙΗΣ τήν ὁποίαν ἀνεῦρον εἰς τά λεξικά τῶν λεξικογράφων Ἡρωδιανοῦ καί Ἡσυχίου καί τήν ὁποίαν μάλιστα ἀμφότεροι ἑρμηνεύουν μέ τίς ἲδιες ἀκριβῶς λέξεις, «ἱέρεια Καβείρων».


Ἀλλά καί τό δεύτερον λῆμμα ΚΟΙΝΟΣ, τό ἀπαντώμενον εἰς τό λεξικόν τοῦ Ἡρωδιανοῦ, ἒχει παρεμφερήν σημασίαν, τήν σημασίαν τοῦ δεσπότου.
Κοίης = ἱερεύς Καβείρων, ὁ καθαίρων φονέα, Ἡρωδιανός 3, 2,536, 23 & Ἡσύχιος, Λεξικόν γράμμα κάππα, 3230, 1.
Κοινός = δεσπότης, Ἡρωδιανός, 3, 2 536, 23.


Ἱστορικῶς, γεωγραφικῶς καί θεολογικῶς, ὁ ὃρος «ἱερεύς Καβείρων» εἶναι ἀποδεκτός καί τό ἐπίγραμμα ὡς ὓμνος ἢ ὡς φήμη ἱεροῦ προσώπου, καθίσταται ἀποδεκτόν. Λέγεται ὃτι ἱέρεια τῶν Καβείρων ἐν Σαμοθράκη διετέλεσεν ἡ Ὀλυμπιάς. Ἡ σύζυγος τοῦ Φιλίππου τοῦ Β΄καί μητέρα τοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου.
Κάβειροι (= μεγάλοι Θεοί) ἐλέγοντο τρεῖς θεότητες ἀνατολικῆς προελεύσεως αἳτινες εἰσήχθησαν ἐνωρίτατα εἰς τήν Ἑλλάδαν [2]. Οἱ Κάβειροι ἀναπαριστῶνται ὑπό μορφήν παχυσάρκων καί γεροδεμένων νάνων κρατούντων σφῦραν. Γνωρίζομεν ὃτι τόν 6ον πΧ αἰ. ἐλατρεύοντο στήν Βοιωτίαν εἰς τήν ὁποίαν ὁ Παυσανίας μνημονεύει ἱερόν ἂλσος πρός τιμήν τῆς Καβειραίας Δήμητρος καί τῆς κόρης.
«Σταδίους δέ αὐτόθεν πέντε προελθόντι καί εἲκοσι Δήμητρος Καβειραίας καί κόρης ἐστίν ἂλσος·» Παυσανίας, Ἑλλάδος περιήγησις, 9, 25, 5, 1-2. Τούς Καβείρους πρωτοεμνημόνευσεν ὁ Πίνδαρος. Ἑλληνικόν κέντρον λατρείας τῶν Καβείρων μετά τόν Ἣφαιστον ὑπῆρξεν ἡ νῆσος Λῆμνος.
Κάβειροι = καρκῖνοι, πάνυ δέ τιμῶνται οὖτοι ἐν Λήμνῳ ὡς θεοί· λέγονται δέ εἶναι Ἡφαίστου παῖδες, Ἡσύχιος λεξικόν ἀλφαβητικόν, γράμμα Κάππα 1145, 9-10.
Οἱ Κάβειροι ἐλατρεύοντο ὡς θεότητες τῆς ἀμπέλου καί τῶν καρπῶν τῆς γῇς. Ὁ μυστικισμός εἰσεχώρησεν στήν λατρείαν τῶν Καβείρων καί ὁ ρωμαῖος ποιητής Ἂκτιος εἰς τόν «Φιλοκτήτην» αὐτοῦ, ἀναφέρεται εἰς τήν λατρείαν του.
Τυγχάνουν γνωστά τά Καβείρια μυστήρια ἃτινα ἐτελοῦντο ὑπό κληρονομικῶν ἱερέων ἢ ἱερειῶν, ὑπό τήν ἐξουσίαν ἑνός Ἀρχιερέως.
Κατόπιν αὐτῶν τῶν ἀποκαλύψεων θεωρῶ λογικώτατον νά ὑποθέσω ὃτι τό συζητούμενον δακτυλίδιον τό ἒφερεν εἷς κληρονομικός Ἀρχιερεύς τῶν Καβειρίων μυστηρίων.


Ἡ Θρᾳκική λέξις ΟΔΑΕΖ πιστεύω ὃτι εἶναι ῥῆμα, ὃπερ σημαίνει ὡδήγησα, εἰς χρόνον ἀόριστον καί ἒχει σχέσιν μέ τήν λέξιν ὁδαγός = ὁδηγός, τήν ὁποίαν ἀναφέρει ὁ λεξικογράφος Ἡσύχιος (λεξικόν γράμμα Ὂμικρον, 62, 1). Στό λεξικόνLiddle & Scott συναντοῦμεν τήν λέξιν ὁδαῖος, α, ον, = ἐνόδιος καί Ὁδαῖα = τά πράγματα γιά τά ὁποῖα ὁ ἒμπορος ὁδεύει.


Τήν ἀλληλουχίαν τῶν γραμμάτων ΕΖΥΕΗΙ τήν ἐξέλαβον ὡς λέξιν ἐπηρεασθείς ὑπό τοῦ Ὁμήρου, ὃστις τήν τοποθετεῖ ὡς ΕΖΕΑΙ εἰς τά χείλη τῆς Κίρκης. Καθώς αὒτη ἀπευθυνομένη εἰς τόν ...μένα Ὁδυσσέαν λέγει:
«’τίφθ’ οὓτως Ὁδυσσεῦ, κατ’ ἂρ’ ἒζεαι ἶσος ἀναύδῳ, θυμόν ἒδων, βρώμης δ’ οὐχ ἃπτεαι οὐδέ ποτῆτος ;» Ὃμηρος, Ὁδύσσεια, κ 378-379. Γιατί Ὁδυσσεῦ κάθεσαι βουβός καί μαραίνεις τήν καρδιάν σου ;; Μήτε που ἂγγιξες νά φᾶς μιά μπουκιά, μήτε νά πιῇς μίαν γουλιάν.
Πρόκειται περί τοῦ ῥήματος ΕΖΈΗΙ ἢ ΕΖΕΑΙ καί σημαίνει Κάθημαι.
ἒζομαι, μέλλ. ἐδοῦμαι, παρατ. καί ἀόρ. α΄ ἐζόμην : καθίζω ἐμαυτόν, κάθημαι
ἐτυμολ. : ἒζομαι , πρβλ. ἒδος, ἒδρα, ἲζω, ἰδρύω.
Ὁ θρᾴξ σχολάρχης Βλάσιος Γ. Σκορδέλης ὑπεστήριζεν ὃτι ἡ παναρχαία θρᾳκική κατάληξις ΔΙΖΗ, εἶναι συγγενής μετά τοῦ σανσκριτικοῦ sitami, τοῦ λατινικοῦ sedeo, τοῦ σλαβικοῦ sedia, sedillate, κλπ τοῦ ἑλληνικοῦ ἒδρα, ἰδρύω, σέδας = καθέδρας κατά τόν Ἡσύχιον. Ὁ Φιλόξενος ὁ γραμματικός εἰς τά σπαράγματα τῶν μονοσυλλάβων ῥημάτων, (σπάραγμα 291, 1) ἀναφέρει «ἡ δέ ἑστία παρά τό ἒζω».
Δέον νά ἐπισημάνω κάτι τό ἐξαιρετικά σημαντικόν, τό ὁποῖον διέλαθεν τῆς προσοχῆς πάντων τῶν μελετητῶν τοῦ ἐπιγράμματος, μέχρι τοῦδε. 

Τό πρῶτον γράμμα τῆς 6ης σειρᾶς τοῦ ἐπιγράμματος, δέν εἶναι τό γράμμα Πῖ :
ΡΟΛΙΣΤΕΑΣΝ
ΕΡΕΝΕΑΤΙΛ
ΤΕΑΝΗΣΚΟΑ
ΡΑΖΕΑΔΟΜ
ΕΛΝΤΙΛΕΖΥ
ΠΤΑΜΙΗΕ
ΡΑΖ

ΗΛΤΑ

Διότι ὡς ἐλέχθη κατά τήν θεωρίαν μου, τό γράμμα τοῦτον δέν ὑπῆρχεν εἰς τό ἀλφάβητον τῶν ἀρχ. Θρᾳκῶν. Πρόκειται περί τοῦ γράμματος Ἒψιλον. Τό ὁποῖον γιά λόγους στενότητος χώρου καί μόνον ὁ χαράκτης, τό ἐχάραξεν ὡς κάτω νεῦον ἒψιλον.Τό ὁποῖον κάτω νεῦον Ε, εἶιναι κολοβωμένον λόγῳ τραύματος τῆς πλακός τοῦ δακτυλιδίου εἰς τήν δεξιάν πλευράν, τῆς ὁριζοντίου ράχεώς του. Στό σημεῖον αὐτό ὑπάρχει κάποιον τραῦμα τῆς ἐπιφανείας, πρᾶγμα τό ὁποῖον ἒκανεν τούς ἐρευνητές νά ἀγνοήσουν καί αὐτό τό κάτω σκέλοςτοῦ Ἒψιλον. Ἐκλαμβάνοντες τό ὑπόλοιπον ὡς ἀπλόν Πῖ. Μέ τήν παρουσίαν πλέον τώρα τοῦ Εψιλον , διακρίνεται εὐκρινῶς ἡ λέξις ΜΑΤΕΡΑ. Εἰς τήν ὁποίαν τό γράμμα Ρ ἐμφανίζεται ὡς Ρῶ. Ἐπειδή εὐρίσκεται πρό τοῦ μακροῦ φωνήεντος Α. Καί τυγχάνει τό φωνῆεν Α ἐνταῦθα μακρόν διότι ἀκολουθεῖται ἐκ τοῦ διπλοῦ συμφώνου ζῆτα (ΖΗΛΤΑ).


Τήν λέξιν ΜΑΤΕΡΑ μᾶς τήν δίδει ὁ Παυσανίας (Ἑλλάδος περιήγησις, 10, 12, 10, 11) μέ τήν σημασίαν μητέρα «Γᾷ καρπούς ἀνίει, δι’ ὃ κλήζετε Ματέρα Γαῖαν».
Ὁ Ἡσύχιος (λεξ. γράμμα Μῦ, 394,1)ἀναφέρει τήν λέξιν ματήρ, μέ τήν σημασίαν τοῦ ἐπισκόπου, τοῦ ἡγέτου, τοῦ ἐπιβλέποντος : «ματήρ = ἐπίσκοπος, ἐπιζητῶν, ἐρευνητής».
Τήν συγκεκριμένην λέξιν τήν ἐκλαμβάνω μέ τήν σημασίαν, ἐπίσκοπος ἢ οἰκιστής τῆς πόλεως, διότι τούς ὡδήγησεν καί τούς ἐγκατέστησεν εἰς ἓναν τόπον νέον, ἀσχέτως τοῦ ἐάν κατῴκουν ἢ δέν κατῴκουν εἰς αὐτόν ἂλλοι ἂνθρωποι.


Τά γράμματα ἀπό τήν λέξιν ΖΗΛΤΑ, ἀντί τῆς λέξεως ΖΗΤΛΑ. Δέν ἐχώρουν διά νά γραφοῦν ἐπί τῆς ὠοειδοῦς σχήματος πλακός τοῦ δακτυλιδίου, ἒτσι ὁ χαράκτης κατ’ ἀνάγκην τά ἐχάραξεν ἐπί τῆς παραπλεύρου κυρτῆς ἐπιφανείας τῆς πλακός. Τά συγκεκριμένα τέσσερα γράμματα ἐπειδή εἶναι χαραγμένα ἐκτός τῆς πλακός τοῦ δακτυλιδίου, τά ἐθεώρησα ὡς εἰς εὐθεῖαν θέσιν κι οὐχί εἰς ἀνάστροφον, ὡς ἐπιβάλλει ἡ βουστροφηδόν γραφή. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπον δομεῖται ἡ λέξις ΖΗΤΛΑ, ἀντί τῆς λέξης ΖΑΤΛΗ. Ὁμολογῶ ὃτι εἰς αὐτήν μου τήν ἀπόφασιν ἐπηρεάσθην ὑπό τοῦ Γεωργίου Χοιροβοσκοῦ, ὃστις εἰς τό περί ὀνοματικῶν καί ῥηματικῶν κανόνων Θεοδοσίου τοῦ Ἀλεξανδρέως (145, 34-146, 1) ἀναφέρει τήν λέξινΖΗΛΑ μέ τήν σημασίαν τοῦ οἲνου, ἣτις καθ’ ὃλα ταιριάζει μέ τήν ἱστορίαν τοῦ ἐπιγράματος.


«ἒστι γάρ ὁ ζῆλος τοῦ ζήλα (οὓτω δέ λέγεται κατά Θρᾷκας ὁ οἶνος)»


Κατόπιν ταύτης τῆς πλήρους καί ἀναλυτικῆς παραθέσεως τῆς πολυετοῦς καί πολυθεματικῆς ἐρεύνης μου, τό ἐπίγραμμα ἐπί τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδίου τό ἐκερμάτισα εἰς τάς ἀκολούθους λέξεις :


ΠΟΛΙΣ ΤΕΝΕΑΣ ΛΙΤΑ ΕΝΕΠΕ ΤΕΑΝΙΣΚΟ ΑΜ ΟΔΑ ΕΖ ΑΡΕΑΝ ΤΙΑ ΕΖΥΙΕΗ ΜΑΤΕΡΑ ΖΗΛΤΑ


καί τό Ἀποδίδω εἸς τήν νεοελληνικήν, ὡς ἀκολούθως:


ΠΟΛΙΣ ΤΩΝ ΤΗΪΩΝ ΛΙΤΑΝΕΥΤΙΚΩΣ ΝΑ ΑΠΟΤΕΙΝΕΣΑΙ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΗΪΝΗΝ ΙΕΡΕΙΑΝ ΤΩΝ ΚΑΒΕΙΡΩΝ ΤΗΝ ΑΡΕΑΝ ΗΤΙΣ ΜΑΣ ΩΔΗΓΗΣΕΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΕΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΕΣΤΗ ΟΙΚΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΝΟΥ


Ἐν κατακλεῖδι καί μετά τήν ἀνάγνωσιν τοῦ ἐπιγράμματος ἐπί τῆς πλακός τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδίου τοῦ Ἐζέροβο, θεωρῶ καί δίκαιον κι εὐηθές νά ἀναφερόμεθα εἰς αὐτό στό ἐξῆς, ὡς :


«Τό ἐπίγραμμα ἐπί τῆς πλακός τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδίου τοῦ ἀρχιερέως τῶν Καβείρων τῆς νέας Τέω ἐν Θρᾴκη»


Τό ἐπίγραμμα τοῦ δακτυλιδίου θεωρῶ ὃτι δομεῖται ἐκ δύο στίχων ἓξη λέξεων ἓκαστος, αἱ ἀντίστοιχαι λέξεις εἰς ἓκαστον στίχον ἒχουν τόν αὐτόν ἀριθμόν συλλαβῶν. Ἐκεῖνο τό ὁποῖον θέλω νά προσέξητε εἶναι τό τονιζόμενον διπλοῦν καί τριπλοῦν φωνῆεν:


ΡΟΛΙΣ ΤΕΝΕΑΣΝ ΛΙΤΑ ΕΝΕΡΕ ΤΕΑΝΗΣ ΚΟΑΜ
ΟΔΑΕΖ ΑΡΕΑΝ ΤΙΑ ΕΖΥΙΕΗ ΜΑΤΕΡΑ ΖΗΛΤΑ



Ὑπό τήν προϋπόθεσιν ὃτι ἑκάστη λέξις ἀποτελεῖ καί ἓναν μετρικόν πόδα, τότε ἑκάστη δισύλλαβος λέξις θά ἠδύνατο νά δομῇ ἓναν ἲαμβον ( ᴗ – = βραχύ μακρόν). Ἐνῷ ἑκάστη τρισύλλαβος λέξις θά ἐδύνατο νά δομῇ ἓναν τρίβραχυ ἢ βραχυσύλλαβον πόδαν (ᴗᴗᴗ). Ὁμιλῶ περί ἰάμβου ἒχων κατά νοῦν τήν λέξιν ΛΙΤΑ ἣτις μέ τό Ἰῶτα βραχύ σημαίνει ἱκετευτικός, λιτανευτικός. Ἂλλωστε νά μήν λανθάνει τῆς προσοχῆς ἠμῶν, ὃτι ὁ Σκυθῖνος ποιητής τῶν ἰάμβων κατήγετο ἀπό τήν Τέων τῆς Ἰωνίας. Ἢ πιθανῶς ἐκ τῆς νέας Τέω τῶν Δυρβαίων τῆς Σκυθίας. Δι’ αὐτοῦ ἐννοῶ ὃτι ἲσως ὁ ἲαμβος νά ἦτο ὁ αὐτόνομος μετρικός ποῦς, ἢ τμῆμα συνθέτου μετρικοῦ ποδός, τοῦ πολυρύθμου λαοῦ τῶν Θρᾳκῶν.


Θεωρῶ ὃτι εἰς ἓκαστον στίχον ἐπαναλαμβάνετε δίς, ἓν καθαρῶς θρηΐκιον ρυθμικόν κύτταρον, (ἲαμβος + τρίβραχυς καί πάλιν ἲαμβος + τρίβραχυς) καί ὡς κατάληξις ἐμφανίζεται ἡ ἀναστροφή (rectus) (τρίβραχυς + ἲαμβος) τοῦ προαναφερθέντος συνθέτου ποδός. (ᴗ–)(ᴗᴗᴗ) + (ᴗ–)(ᴗᴗᴗ) + (ᴗᴗᴗ)(ᴗ–). Θά ἐδύνατο ἑκάστη τῶν δισυλλάβων λέξεων νά ἀποδοθῇ μετρικῶς δι’ ὀγδόου καί τέταρτον καί ἑκάστη τῶν τρισυλλάβων λέξεων νά ἀποδοθῇ μετρικῶς διά τριῶν ὀγδόων. Ἐν τοιαύτη περιπτώσει τό ἐπίγραμμα δομεῖται ὑπό δώδεκα μουσικῶν μέτρων τῶν τριῶν ὀγδόων ἢ ὑπό ἓξη μουσικῶν μέτρων τῶν ἓξη ὀγδόων.


ΜΕΤΡΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΤΕΩ




Αὐτήν τήν ἑξάμετρον μουσικήν δομήν τῶν τριῶν ὀγδόων ἢ τρίμετρον μουσικήν δομήν τῶν ἓξη ὀγδόων, τήν ἐκφράζουσαν τό προαναφερθέν θρηΐκιον μετρικόν κύτταρον, τήν ὀνομάζωμεν μετρικήν δομήν τῆς Τέω. Κατά τόν θρηΐκιον ζωναράδικον χορόν καθ’ ὃν οἱ χορευταί κρατοῦνται ἀπό τῶν ζωναρίων των, ἂδονται θρηΐκια ἂσματα ρυθμοῦ ἓξη ὀγδόων. Ὁ ζωναράδικος χορός χορεύεται ὑπό ἀνδρῶν καί γυναικῶν σέ ἓξη συγχρόνους βηματισμούς τῶν τριῶν ὀγδόων. Ὁ ρυθμός τοῦ ζωναράδικου χοροῦ εἶναι σύνθετος, ἀποτελούμενος ἐκ δύο τρισήμων μέτρων, ἐξ ὦν τό ἓν εἶναι τροχαϊκόν, ἐνῷ τό ἓτερον τρίβραχυ. Εἰς τήν μετρικήν δομήν τῆς Τέω, ἀντί τροχαίου ἀπαντᾶται ἲαμβος. Καθιστῶν τήν μετρικήν δομήν τοῦ μελετωμένου ἐπιγράμματος, οὐσιωδεστάτην καί σημαντικωτάτην ἐθνομουσικολογικήν ἀνακάλυψιν.


Ὁ 25ετής Σκυθῖνος υἱός τοῦ Εὐμήλου ἢ τοῦ Παρθενίου ἢ τοῦ Ἀριστοκρίτου, μετά τήν κατάρρευσιν τῆς γενετείρας του Τέω τῆς Ἰωνίας, ὑπό τῶν Περσῶν, φέρεται νά ἀκολουθεῖ τούς συμπολίτας του μετοικῶν εἰς τά θρηΐκια Ἂβδηρα, ἒνθα ὁ ποιητής συνέθεσεν τούς πρώτους ἰδικούς του πιστοποιημένους στίχους, πολεμικοῦ περιεχομένου.
 Ἐπειδή τό ἐπίγραμμα ἐμπεριέχει ἐπικούς ἰαμβικούς πόδας, ὑποψιάζομαι τόν Σκυθῖνον τόν ἰαμβογράφον ὡς τόν συγγράψαντα τό ἐπίγραμμα τοῦ μελετωμένου χρυσοῦ δακτυλιδίου, ἐπί θρηϊκίου ἐδάφους. 
Μή γνωρίζων περισσότερα περί τῶν μακρῶν τῶν βραχειῶν τῶν δεικτῶν τῶν μή καί τῶν πολυφθόγγων δομῶν τῶν φωνηέντων εἰς τήν γλῶσσαν τῶν Τηΐων τῆς Θρᾴκης, τήν ἂχρις στιγμῆς μετρικήν προσέγγισιν, τήν θεωρῶ ἐπαρκήν καί καταλείπω τά ὑπόλοιπα, εἰς τούς ὑπάρχοντας ἢ τούς ὑπάρξοντας εἰδικούς τῆς συγκριτικῆς γλωσσολογίας.
 Ἒχων εὒρει τό νοηματικόν πεεριεχόμενον τοῦ ἐμμέτρου ἐπιγράμματος ἐπί τῆς πλακός τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδίου τοῦ ἀρχιερέως τῶν Καβείρων, διεπίστωσα ὃτι ἐπρόκειτο περί ἑνός ὓμνου πρός τήν Ἀρέαν, τήν οἰκιστήν καί τῆς νέας πόλεως Τέω τῆς Θρᾴκης.


Ἐπειδή τό μέλος ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστον κομμάτι τῶν θρησκευτικῶν τελετουργιῶν, ἐστράφην πρός τήν ἀναζήτησιν τοῦ πιθανοῦ μέλους τοῦ συγκεκριμένου ὓμνου.
 Ἒχων κατά νοῦν, ὃτι ἡ ἀνθρωπίνη ὁμιλία ἐμπεριέχει μουσικά στοιχεῖα, (λογῶδες μέλος), προερχόμενα ἐκ τῆς συναρμογῆς τῶν φωνηέντων καί τῶν συμβόλων τῶν δομούντων τάς συλλαβάς τῶν λέξεων.
 Ἐκ τῶν ὃσων συνέγραψαν ὁ Ἀριστόξενος ὁ Ταραντῖνος εἰς τά ἐρευνητικά του στοιχεῖα καί νεώτεροι συγγραφεῖς, ὡς λχ. ὁ Ἀριστείδης Κοενλινιανός, ὁ Διονύσιος ὁ θρᾴξ, ὁ Διονύσιος ὁ Ἀλικαρνασσεύς, ὁ Γεώργιος ὁ Χοιροβοσκός, ὁ Ἀρκάδης ὁ Γραμματικός κ.ἂ. ἡ ἀρχαιοελληνική γλῶσσα ἦτο μία τονική γλῶσσα.
 Ὃπερ σημαίνει ὃτι ἦτο μία μελική γλῶσσα. Ὑπέθεσα λοιπόν ὃτι μελική ἦτο καί ἡ Θρᾳκική γλῶσσα, ὡς μία ἐκδοχή (διάλεκτος) τῆς ἀρχαιοελληνικῆς γλώσσης.


Γιά τήν ἀνακάλυψιν τῆς μελωδίας τοῦ ὓμνου, ὢφειλα νά ἀναζητήσω τά μουσικά ὓψη τῶν νοτῶν τοῦ ὓμνου. Καί ηγείρεται τό μέγα ἐρώτημα, ὁποῖαι εἶναι αἱ νόται εἰς τόν ὓμνον. Ὃταν εἰς μίαν γλῶσσαν τά στοιχειώδη κύτταρα, αἱ συλλαβαί τῶν λέξεων, ἐνέχουν γνωρίσματα καί ποιότηταν μουσικοῦ χαρακτῆρος, τότε ἡ μουσική αὐτή καθ’ ἑαυτῇ ἀναδύεται ἐξ αὐτοῦ τούτου τοῦ λόγου. Ἐν ἂλλοις λόγοις ἡ μουσική ζεῖ καί ὑπάρχει ἐντός αὐτῶν καθ’ ἑαυτῶν τῶν κειμένων τά ὁποῖα συγχρόνως εἶναι καί λιμπρέττα καί παρτιτοῦραι τῶν ἀρχαίων λογοτεχνικῶν ἒργων. Ἐδέχθην τό γεγονός ὃτι εἰς αἰανδήποτε συλλαβήν τῶν λέξεων, ἠχεῖ τό φωνῆεν καί οὐχί τό σύμφωνον. Ἒχων μελετήσει ὡς προεῖπον λεπτομερῶς τούς μουσικούς πίνακας τοῦ Ὀβιδίου ἐγνώριζον ἓκαστον τῶν φωνηέντων τῆς ἀρχαιοελληνικῆς γλώσσης, εἰς ὁποῖον μουσικόν φθόγγον τῆς ἀρχαίας μουσικῆς ἀντιστοιχήσεται. Ἡ ἒρευνά μου καταλήγςει ὃτι ὁ ὓμνος, εἰς τήν Ἀρέαν, εἶναι συντεθειμένος, εἰς τό χρωματικόν γένος τοῦ Ἰαστίου τρόπου καί ἡ σύγχρονος μουσική σημειογραφία ἐπί πενταγράμμου, ἒχει ὡς ἀκολούθως :


(μπορεῖτε νά ἀκούσετε τό μουσικόν ἠχητικόν ἀπόσπασμα στό DVD ἀπό τό 122.00-122.58)
ἠκούσθησαν αἱ φωναί τῆς ὑψιφώνου φοιτητρίας μου κ. Ἂννυ Σαρτζίδου, καί τοῦ ὀξυφώνου φοιτητοῦ μου κ. Ἀθανασίου Κουκουλοπούλου. Πλαγίαυλον ἒπαιξεν ἡ φοιτήτριά μου κ. Ἰωάννα Ζιώγα.


Τοιουτοτρόπως προέκυψεν ἡ μοναδική εἰς τόν κόσμον μουσική καταγραφή μελωδίας ἐπί δεδομένων θρᾳκικοῦ κειμένου, ἀποκλειστικῶς διά φωνητικῶν χαρακτήρων τῆς ἀρχαιοελληνικλῆς παρασημαντικῆς, ἒχουσα ἐξέλιξιν μουσικῶς καί μουσικολογικῶς ὀρθήν καθώς ἐπίσης αἰσθητικῶς καί ἠθολογικῶς ἀποδεκτή, ......ον 6/8 ἂνευ οὐδεμιᾶς ἀμφιβολίας.



ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ




Περαιωθείσης τῆς πολυετοῦς ἐρευνητικῆς μου ἐργασίας περί τοῦ ἐγχαράκτου ἐπιγράμματος τῆς πλακός τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδίου τοῦ Ἀρχιερέως τῶν Καβείρων τῆς νέας Τέω ἐν θράκη, δυνάμεθα ἐν κατακλεῖδι νά ἐπισημάνωμεν τά ἐξῆς :
Ἐμφανίζεται ὡς λογικόν ἐνδεχόμενον τό ὑπό συζήτησιν δακτυλίδιον νά τό ἐφόρει εἷς Ἀρχιερεύς τῶν Καβειρίων μυστηρίων.
Ἡ γλῶσσα τῶν ἀρχ. Θρᾳκῶν ἦτο ἑλληνίς, δεδομένου τοῦ ὃτι τήν ἀποκωδικωποίησα χρησιμοποιῶν μόνον ἑλληνικά «ἐργαλεῖα» ἢτοι τήν ἀρχαιοελληνικήν γραμματείαν, τήν ἀρχαιοελληνικήν γραμματικήν καί σύνταξιν.
Τό ἀρχαιοελληνικόν γλωσσικόν ὑλικόν τῶν 40 διαλεκτικῶν λέξεων, κατέστη πλουσιώτερον κατά 12 νεοφανεῖς λέξεις (κύρια οὐσιαστικά, ἐπίθετα καί ῥήματα διαφόρων χρόνων καί ἐγκλίσεων).
Καθίσταται σαφές ὃτι οἱ Θρᾷκες ἐχρησιμοποίουν τό γράμμα Ρῶ ἂλλοτε ὡς πῖ καί ἂλλοτε ὡς Ρῶ άναλόγως τῶν ἀκολουθούντων αὐτό φωνηέντων. Ὡς πῖ πρό βραχέων φωνηέντων καί ὡς Ρῶ πρό μακρῶν ἢ καί διπλῶν φωνηέντων.
Δεχόμενοι ὡς ὀρθήν τήν χρονολόγησιν τῶν κτερισμάτων τοῦ τάφου στό Ἐζέροβον (403 πΧ.) διαπιστοῦμεν ὃτι οἱ Θρᾷκες τόν 5ον π/χ. αἰ. ἐχρησιμοποίουν τήν βουστροφηδόν γραφήν–τοὐλάχιστον εἰς ἐπίσημα κείμενα, ὡς εἶναι τό συγκεκριμένον ἐπίγραμμα τοῦ δακτυλιδίου–ἐνῷ οἱ ἂλλοι Ἓλληνες ἒπαψαν νά τήν χρησιμοποιοῦν πρό τοῦ 6ου πΧ. αἰ.
Κατέστη σαφής ἡ μετρική δομή τῆς Τέω εἰς τήν ὁποίαν εἶναι γραμμένον τό ἐπίγραμμα.
Ἡ πτωχοτάτη γεωγραφία τῆς χώρας τῶν Δυρβαίων Σκυθῶν στήν Θρᾴκην, ἐνεπλουτίσθη διά τοῦ ὀνόματος μιᾶς πόλεώς της, τῆς Τέω καί ἐνετοπίσθη γεωγραφικῶς μέ σαφήνειαν ἡ θέσις ταύτης μεταξύ τῶν πόλεων Χάσκοβο καί Φιλιππουπόλεως.
Κατά τά ἢδη ἐκτεθέντα ἡ περιοχή τῶν Δυρβαίων Σκυθῶν, ἐντοπίζεται εἰς τήν Θρᾴκην.
Τώρα πλέον γνωρίζομεν ὃτι εἰς τήν περιοχήν τῶν Δυρβαίων Σκυθῶν ὑπῆρχεν ἰχθυοβριθής λίμνη.
Ἀβιάστως προκύπτει ὃτι οἱ Τήϊοι κατά τήν μετοίκησίν των ἐκ τῆς Ἰωνίας, ὃτι δέν ἐγκατεστάθησαν μονίμως, εἰς τά Ἂβδηρα τῆς Θρᾴκης, ἀλλά ἀπῴκησαν εἰς μίαν νέαν Τέων εἰς τήν Θρᾴκην ἐκ τῆς προαναφερθείσης γεωγραφικῆς περιοχῆς, ἐκ τῆς ὁποίας κατέρχονται πολλοί ἂνθιρωποι τοῦ πνεύματος καί τῶν γραμμάτων.
Μέχρι τώρα λέγοντες πόλιν Τέως ἐνεννοοῦμεν τήν Ἰωνικήν πόλιν Τέων καί λέγοντες Τήϊος, ἐνεννοοῦμεν τόν κάτοικον τῆς ἰωνικῆς πόλεως Τέω. Τώρα ἀνεκαλύψαμεν τήν δευτέραν πόλιν τῆς Τέω ἐν Θρᾴκῃ. Διά τοῦτον τόν σοφιστήν Πρωταγόραν τόν εὐρίσκομεν θρᾷκαν ἐξ Ἀβδήρων τῆς Θρᾴκης, ἢ θρᾷκα Τήϊον, ἢτοι ἐκ τῆς πόλεως Τέω ἐν Θρᾴκῃ καί οὐχί ἐν Ἰωνίᾳ. Κατόπιν αὐτῶν τῶν νέων δεδομένων, ὀφείλομεν νά ἐπανέλθωμεν ἐλέγχοντες ἐξ ὁποίας κατήγοντο ἃπαντες οἱ ἂχρι στιγμῆς ἀναφερόμενοι εἰς τήν ἱστορίαν ὡς Τήϊοι. Ἐάν τά Ἂβδηρα τῆς Θράκης ἐκτίσθησαν ὑπό τῶν Τηΐων τῆς Τέω ἐν Ἰωνίᾳ καί διά τοῦτο οἱ ἀβδηρίται ἐκαλοῦντο Τήϊοι, διατί ὁ Δημόκριτος ὁ ἀτομικός φιλόσοφος, ἀναφέρεται ὡς ἀβδηρίτης καί οὐχί ὡς ἀβδηρίτης Τήϊος.
Τό ἐπίγραμμα ἐπί του χρυσοῦ δακτυλιδίου τοῦ ἀρχιερέως τῶν Καβείρων τῆς Τέω εἶναι ἒμμετρον. Ἐξ ἀπόψεως μετρικῶν ποδῶν δομεῖται ἐξ ἰάμβων (ᴗ–) καί τριβραχέων ἢ βραχιοσυλλάβων (ᴗᴗᴗ) ποδῶν, οἳτινες δομοῦν εἲτε ἑξάμετρον δομήν τριῶν ὀγδόων εἲτε τρίμετρον δομήν τῶν ἓξη ὀγδόων.
Τό καθαρῶς θρηϊκόν κύτταρον, τό συνιστάμενον ὑπό τῶν συνθέτων ποδῶν (ἲαμβος + τρίβραχυς) καί πάλιν (ἲαμβος + τρίβραχυς) καί (τρίβραχυς + ἲαμβος) τό ὠνόμασα μετρικήν δομήν τῆς Τέω, θεωρῶν ταύτην ὡς οὐσιωδεστάτην ἐθνομουσικολογικήν ἀνακάλυψιν.
Τό ἒμμετρον ἐπίγραμμα ἐπί τοῦ χρυσοῦ δακτυλιδίου τοῦ ἀρχιερέως τῶν Καβείρων τῆς Τέω ἐμελωδεῖτο εἰς ρυθμόν 6/8 καί εἰς τόν Ἰάστιον μουσικόν τρόπον χρωματικοῦ γένους.
Ὁ Σκυθῖνος ὁ υἱός τοῦ Εὐμήλου ἢ τοῦ Παρθενίου ἢ τοῦ Ἀριστοκρίτου, Τήϊος ἰαμβογράφος, ἲσως εἶναι ὁ συγγράψας τό ἐπίγραμμα τοῦ μελετωμένου χρυσοῦ δακτυλιδίου ἐπί θρηϊκίου ἐδάφους, (Ἂβδηρα ἢ νέα Τέως).


Τέλος ὁμιλίας




ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου