Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Αποκαλεί την Ελλάδα «δεύτερο σπίτι» του και έχει γυρίσει ολόκληρη τη χώρα, καταγράφοντας τα φυτά της ελληνικής χλωρίδας, που θεωρεί ξεχωριστή.

  

Αποκαλεί την Ελλάδα «δεύτερο σπίτι» του και έχει γυρίσει ολόκληρη τη χώρα, καταγράφοντας τα φυτά της ελληνικής χλωρίδας, που θεωρεί ξεχωριστή. Νησιά του Αιγαίου, ορεινές περιοχές, λίμνες, πεδιάδες της ελληνικής επικράτειας αποτελούν τόπο επίσκεψης εδώ και περίπου 50 χρόνια του Σουηδού καθηγητή βοτανικής Άρνε Στριντ, ο οποίος έχει δημοσιεύσει πολύτομα έργα για την ορεινή χλωρίδα της Ελλάδας και τα άγρια λουλούδια του Ολύμπου.


Επίσης, συμμετέχει στη συγγραφή του έργου «Βιβλιογραφία της ελληνικής χλωρίδας», για το οποίο έχουν ήδη εκδοθεί δύο τόμοι και αναμένονται άλλοι οχτώ, καθώς και στον Άτλαντα Αιγαιακής Χλωρίδας, που θα κυκλοφορήσει το 2013, εμπλουτισμένος με χάρτες κατανομής για τα περίπου 4000 είδη φυτών που απαντώνται στην περιοχή του Αιγαίου.


«Πρωτοήρθα στην Ελλάδα το 1964 ως φοιτητής, ύστερα από παρότρυνση καθηγητή μου, ο οποίος μου πρότεινε να μελετήσω τα φυτά στα νησιά των Κυκλάδων, θεωρώντας τα ιδανική περίπτωση για να δω την εξέλιξή τους σε ένα σχετικά απομονωμένο, γεωγραφικά περιβάλλον» αναφέρει ο Στριντ.


Από τότε, ο ομότιμος καθηγητής βοτανικής έχει διανύσει χιλιάδες χιλιόμετρα στην ελληνική ύπαιθρο, σκύβοντας με ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε κάθε λογής φυτό και καταγράφοντας λεπτομερώς όλα τα χαρακτηριστικά του.


Οι μελέτες του και τα συγγράμματά του αποτελούν την πιο σύγχρονη και ολοκληρωμένη καταγραφή της ελληνικής χλωρίδας και πρόσφατα βραβεύτηκε για το έργο του από την Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία, στο πλαίσιο διεθνούς συνεδρίου που διεξήχθη στην Πρέσπα.



Η συγκεκριμένη περιοχή, άλλωστε, αποτελεί το αγαπημένο μέρος του Στριντ, ο οποίος, λατρεύει, όπως λέει, την ιδιαίτερη φύση της, μακριά από ανθρώπινες παρεμβάσεις. Άλλωστε, για τον καθηγητή, η απομόνωση στην ελληνική φύση είναι κάτι σαν … οξυγόνο, αφού στις πολυήμερες επισκέψεις του στην Ελλάδα, αποφεύγει κάθε είδους επικοινωνία.


«Πιστεύω ότι τα κινητά τηλέφωνα είναι εφεύρεση του διαβόλου για να μας αγχώνουν!» χαριτολογεί ο Στριντ, πλέκοντας το εγκώμιο και της χερσονήσου του Άθω, όπου θα βρίσκεται ξανά ως επισκέπτης τον προσεχή Σεπτέμβριο.


Με αφορμή πάντως την αναμενόμενη έκδοση του Άτλα Αιγαιακής Χλωρίδας, σε πρόσφατη διάλεξη που έδωσε στη Χίο, ο Στριντ υπογράμμισε ότι «το Αιγαίο είναι η κοιτίδα της επιστημονικής βοτανικής».


«Ο πρώτος βοτανολόγος ήταν ο Θεόφραστος, που έζησε περίπου το 371-287 π.Χ. στην Ερεσό της Λέσβου, μία ιδανική περιοχή για μελέτες βιογεωγραφίας, εξελικτικής και διαφοροποίησης σε είδη» σημειώνει χαρακτηριστικά.


Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τον καθηγητή, η ενδημικότητα είναι πιο έντονη στην Κρήτη, επειδή είναι γεωγραφικά απομονωμένη και τα βουνά της είναι τα υψηλότερα στην περιοχή (2.400 μέτρα). Περίπου το 10% των 1.800 ειδών που απαντώνται στην Κρήτη και την Κάρπαθο είναι ενδημικά. Οι Κυκλάδες δεν έχουν τόση ποικιλία χλωρίδας συγκριτικά με τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, που εμπλουτίστηκαν με είδη από την Ανατολία, ή με την Πελοπόννησο, που διαθέτει ποικιλία βιότοπων. Τα νησιά του βορείου Αιγαίου (Θάσος και Σαμοθράκη) έχουν πιο έντονο χαρακτήρα ηπειρωτικής περιοχής, με διάφορα είδη της Κεντρικής Ευρώπης που δεν συναντώνται νοτιότερα.


«Για να καταλάβετε την ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, στη χώρα σας συναντώνται 6000 είδη φυτών, εκ των οποίων τα 750 είναι μοναδικά, ενώ στη Γερμανία συναντώνται περίπου 3000 είδη» καταλήγει.


Λίγα λόγια για τον Άρνε Στριντ





Γεννήθηκε το 1943 στο Κρίστιανσταντ (Kristianstad) της Σουηδίας. Σπούδασε βοτανολογία, χημεία και γενετική στο Πανεπιστήμιο Lund, απ' όπου αποφοίτησε το 1970. Το διδακτορικό του έγινε σε πειραματική μελέτη για τη διαφοροποίηση και εξέλιξη ομάδας φυτών στην περιοχή του Αιγαίου. Έλαβε την υψηλότερη βαθμολογία, σε κλίμακα 5 βαθμών, και τιμήθηκε με το Αμερικανικό Βραβείο Jesse M. Greenman «ως η καλύτερη διατριβή επιστημονικής ταξινόμησης των φυτών που δημοσιεύθηκε το 1970».


Το 1964-'72 εργάστηκε στο Τμήμα Βοτανολογίας του Πανεπιστημίου Lund στην επιστημονική ομάδα του καθηγητή H. Runemark, που μελετούσε τα προβλήματα της εξέλιξης και διαφοροποίησης σε είδος στην περιοχή του Αιγαίου. Διετέλεσε καθηγητής Βοτανολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης (1973-2001) και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας (1997-98). Το 2001-2008 ήταν διευθυντής του Βοτανικού Κήπου και του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Γκότεμπορκ και καθηγητής φυτογεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο του Γκότεμπορκ. Από το 2011 είναι επίτιμος καθηγητής στο Βοτανικό Κήπο και Μουσείο του Βερολίνου.


Έχει ταξιδέψει εκτεταμένα για επιστημονικές μελέτες, κυρίως στην Ελλάδα, όπου βρέθηκε για πρώτη φορά το 1964, καθώς και σε άλλες χώρες των Βαλκανίων. Το 1965-'66 παρέμεινε 8 μήνες στο Cape Province της Νότιας Αφρικής. Το 1982-'83 επισκέφτηκε την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία για διάστημα 9 μηνών, όπου πραγματοποίησε μελέτες στους τομείς της επιστημονικής ταξινόμησης και φυτογεωγραφίας.




Έχει γράψει 12 βιβλία και έχει δημοσιεύσει πάνω από 140 επιστημονικές μελέτες (περίπου 6000 σελίδες) στους τομείς της επιστημονικής ταξινόμησης, της βιοσυστηματικής, της φυτογεωγραφίας, και της εξελικτικής, επικεντρώνοντας κυρίως στην χλωρίδα της Ελλάδας. Δημοσίευσε το βιβλίο «Ορεινή Χλωρίδα της Ελλάδας» (Mountain Flora of Greece) σε δύο τόμους, το 1986 και το 1991. Στις σημαντικές του δημοσιεύσεις περιλαμβάνονται «Τα άγρια λουλούδια του Ολύμπου» (Wild Flowers of Mount Olympus, 1980), «Βιβλιογραφία της Ελληνικής Χλωρίδας» (Flora Hellenica Bibliography, 1996, δεύτερη έκδοση 2006).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου