Η Ανάσταση του Λαζάρου είναι το μεγαλύτερο θαύμα του Ιησού Χριστού. Σηματοδοτεί τη νίκη του επί του θανάτου. Με την Ανάσταση του Λαζάρου ο Ιησούς Χριστός προεικονίζει και τη δική του Ανάσταση. Δίνει θάρρος στους μαθητές του και τους προετοιμάζει για το δικό του Πάθος και το Μαρτύριο του στο Σταυρό που ακολουθούν. Τους στέλνει το μήνυμα ότι η νίκη επί του θανάτου θα συμβεί και για εκείνον, όπως και για το Λάζαρο και για όλους τους πιστούς κατά τη Δευτέρα Παρουσία.
Το Σάββατο που τιμούμε την Ανάσταση του Λαζάρου είναι το πιο χαρμόσυνο Σάββατο του έτους και το μόνο στο οποίο συνυπάρχουν και συμβολίζονται τόσο η ζωή όσο και ο θάνατος.
Όλοι όσοι είναι εξοικειωμένοι με την Ορθόδοξη λατρεία γνωρίζουν τον ιδιότυπο και σχεδόν παράδοξο, χαρακτήρα των ακολουθιών του Σαββάτου του Λαζάρου. Και αυτό διότι ενώ το Σάββατο είναι αφιερωμένο στις ψυχές των πεθαμένων και η λειτουργία του γίνεται στη μνήμη τους με τα σχετικά κείμενα, το Σάββατο του Λαζάρου διαφέρει.
Ο Λάζαρος, επονομαζόμενος αρχικά ως «δίκαιος», ονομάστηκε στη συνέχεια και «τετραήμερος». Ο χαρακτηρισμός αυτός του αποδόθηκε μετά την Ανάστασή του και εξαιτίας του γεγονότος ότι παρέμεινε στον άλλο κόσμο για τέσσερις ολόκληρες ημέρες.
Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση ο Λάζαρος δεν ξαναγέλασε ποτέ μετά την Ανάστασή του, ήταν πάντα σκυθρωπός, σύμφωνα με τις καταγραφές και αυτό γιατί δεν του ήταν καθόλου ευχάριστη η εμπειρία της τετραήμερης παραμονής του στον Αδη.
Επιπλέον, λέγεται ότι γέλασε μόνο μία φορά και πως αυτό συνέβη όταν είδε κάποιον να κλέβει ένα πήλινο αγγείο. Το σχόλιό του αναφέρθηκε στο φθαρτό της ύπαρξής μας: «το ένα χώμα κλέβει το άλλο», φέρεται να είπε.
Τα «Λαζαρικά» έθιμα σε όλη την Ελλάδα:
Τα έθιμα σχετικά με την Ανάσταση του Λαζάρου λέγονται «λαζαρικά» και από τόπο σε τόπο έχουν πολλές παραλλαγές.
Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, Μακεδονία και Θράκη
Στη Στερεά Ελλάδα, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και τη Θράκη υπάρχει το έθιμο «Λαζαρίνες» ή «Λαζαρίτσες», όπου συμμετείχαν αποκλειστικά κορίτσια, πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι με καλάθια από λουλούδια και λέγοντας κάλαντα ειδικά για αυτή την ημέρα, βρίσκοντας με αυτόν τον τρόπο την ευκαιρία να γίνουν γνωστές ως υποψήφιες νύφες.
Ρόδος, Ιαλυσός, Κρήτη και Ήπειρος:
Το Σάββατο του Λαζάρου στη Ρόδο και την Ιαλυσό, παρομοίως με τις «Λαζαρίνες», τα παιδιά γυρίζουν από πόρτα σε πόρτα και τραγουδούν τον "Λάζαρο", συγκεντρώνοντας χρήματα και αυγά για τους ιερείς. Το ίδιο συμβαίνει και στην Κρήτη, αλλά και στην Ήπειρο, όπου οι επισκέψεις συνοδεύονται από τον ήχο μεγαλοκούδουνων.
Παλαιότερα, αυτή την ημέρα, κανένας γεωργός δεν πήγαινε στο χωράφι του να εργαστεί, γιατί όπως πίστευαν, ό,τι έπιαναν θα μαραινόταν. Επιτρεπόταν μόνο η συγκέντρωση ξερών κλαδιών για το άναμμα των φούρνων τη Μεγάλη Εβδομάδα για το ψήσιμο των κουλουριών.
Την ημέρα αυτή επίσης, σε όλα τα σπίτια οι νοικοκυρές φτιάχνουν στριφτά κουλουράκια, «τα Λαζαράκια», συμβολίζοντας με τον τρόπο αυτό το σώμα του Λαζάρου που ήταν τυλιγμένο στο σάβανο.
Κύπρος, Σκύρος και Κως:
Στην Κύπρο συναντάμε το έθιμο της αναπαράστασης, στην αρχαιότερη μορφή του. Ο Θεός πεθαίνει στην ακμή της νιότης του και αμέσως ανασταίνεται, όπως ο Άδωνις στους αρχαίους Έλληνες. Για το λόγο αυτό έντυναν ένα παιδί με κίτρινα λουλούδια, έτσι ώστε ούτε το πρόσωπο του δε φαινόταν. Σε κάθε σπίτι που πήγαιναν, όταν άρχιζαν τα άλλα παιδιά να τραγουδούν, ξάπλωνε και υποκρινόταν το νεκρό, όταν όμως έλεγαν το «Λάζαρε δεύρο έξω» σηκωνόταν.
Το ίδιο έθιμο συναντάμε και στην Κω. Το παιδί που αναπαριστούσε το Λάζαρο, τυλιγμένο σε ένα σεντόνι, ήταν και αυτό στολισμένο με κίτρινα λουλούδια. Αμοιβή της παρέας για την αναπαράσταση ήταν τα αυγά για το δάσκαλο. Τα πιο μεγάλα παιδιά, οι «πρωτόσχολοι», έπαιρναν την εικόνα του Λάζαρου, την έβαζαν πάνω σε μια ειδική κατασκευή που στόλιζαν με δεντρολίβανο -ήταν, λέει, η Βηθανία, η πατρίδα του- και γύριζαν στις στάνες. Οι βοσκοί τους φίλευαν αυγά, τυριά και μυζήθρες για τις λαμπρόπιτες.
Στην Σκύρο, ο Λάζαρος αποτελούνταν από μια τρυπητή κουτάλα, την σιδεροχουλιάρα, στην οποία τα παιδιά σχημάτιζαν ένα πρόσωπο. Πάνω στην κουτάλα, έδεναν σταυρωτά ένα ξύλο για να φτιάξουν τα χέρια, ενώ τα ρούχα της κούκλας ήταν συνήθως μωρουδιακά.
Ακόμη, για την ψυχή του Λαζάρου, οι γυναίκες στη Σκύρο και την Κω ζύμωναν το πρωί του Σαββάτου ψωμάκια -τους «λαζάρηδες», τα «λαζαρούδια» ή και «λαζαράκια» - τα οποία ήταν πλασμένα σε σχήμα ανθρώπου και είχαν μέσα στην ζύμη τους μέλι ή καρύδια ή σταφίδες, ανάλογα με το προϊόν του κάθε τόπου.
Σύμφωνα με το έθιμο, όποιος δεν έπλαθε τα «λαζαράκια» δεν θα χόρταινε ψωμί.
Μάλιστα, στην Κω συνηθιζόταν οι αρραβωνιασμένες κοπέλες να φτιάχνουν ένα «λαζαράκι» σε μέγεθος βρέφους, το οποίο γέμιζαν με καλούδια για να το στείλουν στον αρραβωνιαστικό τους.
Μοναστήρι Ρουμπάνας:
Oμάδα νεαρών κοριτσιών θα αναβιώσουν και φέτος στο Νέο Μοναστήρι το έθιμο της Ρουμπάνας το Σάββατο του Λαζάρου.
Μοναστήρι Ρουμπάνας:
Oμάδα νεαρών κοριτσιών θα αναβιώσουν και φέτος στο Νέο Μοναστήρι το έθιμο της Ρουμπάνας το Σάββατο του Λαζάρου.
Τις ημέρες της νηστείας με αφετηρία την Καθαρά Δευτέρα, τα κορίτσια κοιμόντουσαν μαζί με κύριο μέλημα τους να κουβεντιάζουν για να εκλέξουν την Νούνα, η οποία ξεκινούσε μαζί με τις άλλες κοπέλες αμέσως της πρόβες των τραγουδιών και των χορών για να είναι έτοιμες για το Σάββατο του Λαζάρου, όπου επισκέπτονται όλα τα σπίτια, εκτός από αυτά στα οποία υπήρχε πένθος.
Στο τέλος της ημέρας όλες μαζί πήγαιναν στην πλατεία του χωριού όπου δημόσια γίνονταν το «ξεζώνομα» της Νούνας.
Της αφαιρούσαν το ζωνάρι για να πέσουν τα χρήματα ή ο χαζνές όπως τον λέγανε , και στην συνέχεια τα καταμετρούσαν δυνατά μαζί φυσικά με τα αυγά που είχαν μαζέψει.
Λευκάδα:

Το Σάββατο του Λαζάρου στη Λευκάδα τα παλαιότερα χρόνια, μετά τη Λειτουργία, όλα τα παιδιά κατά ομάδες ξεκινούσαν να τραγουδήσουν σε όλα τα σπίτια τη «Λαζαρίνα». Ένα από τα παιδιά κρατούσε στα χέρια του ένα ξύλινο χελιδόνι τη «Χελιδόνα» και όλα τα παιδιά καλαθάκια στολισμένα, όπου μέσα εκεί θα μάζευαν τα αυγά που θα τους έδιναν οι νοικοκυρές.
Πηγή
Λευκάδα:
Το Σάββατο του Λαζάρου στη Λευκάδα τα παλαιότερα χρόνια, μετά τη Λειτουργία, όλα τα παιδιά κατά ομάδες ξεκινούσαν να τραγουδήσουν σε όλα τα σπίτια τη «Λαζαρίνα». Ένα από τα παιδιά κρατούσε στα χέρια του ένα ξύλινο χελιδόνι τη «Χελιδόνα» και όλα τα παιδιά καλαθάκια στολισμένα, όπου μέσα εκεί θα μάζευαν τα αυγά που θα τους έδιναν οι νοικοκυρές.
Πηγή
| Ἦρθε ὁ Λάζαρος, ἦρθαν τὰ Βάγια, ἦρθε τῶν Βαγιῶν ἡ ἑβδομάδα. Ξύπνα Λάζαρε καὶ μὴν κοιμᾶσαι, ἦρθε ἡ μέρα σου καὶ ἡ χαρά σου. Ποῦ ἤσουν Λάζαρε; Ποῦ ἤσουν κρυμμένος; Κάτω στοὺς νεκρούς, σὰν πεθαμένος. Δὲ μοῦ φέρνετε, λίγο νεράκι, πού ῾ν᾿ τὸ στόμα μου πικρὸ φαρμάκι. Δὲ μοῦ φέρνετε λίγο λεμόνι, Πού ῾ν᾿ τὸ στόμα μου, σὰν περιβόλι. Ἦρθε ὁ Λάζαρος, ἦρθαν τὰ Βάγια, ἦρθε ἡ Κυριακὴ ποὺ τρῶν᾿ τὰ ψάρια. Σήκω Λάζαρε καὶ μὴν κοιμᾶσαι, ἦρθε ἡ μάνα σου ἀπὸ τὴν πόλη, σοῦ ῾φέρε χαρτὶ καὶ κομπολόι. Γράψε Θόδωρε καὶ σὺ Δημήτρη, γράψε Λεμονιὰ καὶ Κυπαρίσσι. Τὸ κοφνάκι μου θέλει αὐγά, κι ἡ τσεπούλα μου θέλει λεφτά. Βάγια, Βάγια καὶ Βαγιῶ. τρῶνε ψάρι καὶ κολιό. Καὶ τὴν ἄλλη Κυριακή, τρῶνε τὸ ψητὸ τ᾿ ἀρνί. |
-----------------------------------------------------------------------------------
Ἂν εἶναι μὲ τὸ θέλημα καὶ μὲ τὸν ὁρισμό σας, Λαζάρου τὴν Ἀνάσταση νὰ πῶ στ᾿ ἀρχοντικό σας. Ἔβγατε παρακαλοῦμε, γιὰ νὰ σᾶς διηγηθοῦμε, γιὰ νὰ μάθετε τί ἐγίνη, σήμερα στὴν Παλαιστίνη. Σήμερον ἔρχεται ὁ Χριστός, ὁ ἐπουράνιος Θεός. Ἐν τῇ πόλει Βηθανίᾳ, Μάρθα κλαίει καὶ Μαρία· Λάζαρον τὸν ἀδερφό τους τὸν γλυκὺ καὶ καρδιακό τους, τρεῖς ἡμέρες τὸν θρηνοῦσαν καὶ τὸν ἐμοιρολογοῦσαν. Τὴν ἡμέρα τὴν τετάρτη, κίνησε ὁ Χριστὸς γιὰ νά ῾ρθῃ. Καὶ ἐβγῆκεν κι ἡ Μαρία ἔξω ἀπὸ τὴ Βηθανία. Καὶ ἐμπρός του γόνυ κλεῖ, καὶ τοὺς πόδες του φιλεῖ. -Ἂν ἐδῶ ἤσουν Χριστέ μου, δὲν θ᾿ ἀπέθνησκε ὁ ἀδερφός μου. Μὰ κι ἐγὼ τώρα πιστεύω, καὶ καλότατα ἐξεύρω, ὅτι δύνασ᾿ ἂν θελήσῃς καὶ νεκροὺς νὰ ἀναστήσῃς. -Λέγε, πίστευε, Μαρία ἄγωμεν εἰς τὰ μνημεῖα. ῾Κεῖνοι παρευθὺς ἐπῆγαν καὶ τὸν τάφο τοῦ ἐδεῖξαν. Τὸν τάφο νὰ μοῦ δείξετε καὶ ῾γὼ θὲ νὰ πηγαίνω. Τραπέζι νὰ ῾τοιμάσετε, καὶ ῾γὼ τὸν ἀνασταίνω. Ἐπῆγαν καὶ τοῦ ἔδειξαν τὸν τάφο τοῦ Λαζάρου. Τοὺς εἶπε καὶ ἐκύλισαν τὸν λίθο, ποὖχε ἀπάνου. Τότε κι ὁ Χριστὸς δακρύζει καὶ τὸν Ἅδη φοβερίζει: -Ἅδη, Τάρταρε καὶ Χάρο. Λάζαρον θὰ σοῦ τὸν πάρω. Δεῦρο ἔξω Λάζαρέ μου, φίλε καὶ ἀγαπητέ μου. Παρευθὺς ἀπὸ τὸν Ἅδη, ὡς ἐξαίσιο σημάδι, Λάζαρος ἀπενεκρώθη, ἀνεστήθη καὶ σηκώθη. Λάζαρος σαβανωμένος καὶ μὲ τὸ κηρὶ ζωσμένος. Ἐκεῖ Μάρθα καὶ Μαρία, ἐκεῖ κι ὅλη ἡ Βηθανία. Μαθητὲς καὶ Ἀποστόλοι τότε εὑρεθῆκαν ὅλοι, δόξα τῷ Θεῷ φωνάζουν, καὶ τὸ Λάζαρο ἐξετάζουν. Ἕνα ἄλλο ἔθιμο τῆς ἡμέρας εἶναι οἱ «Ἀγερμοί». Τὰ παιδιὰ γυρνᾶνε ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, κρατώντας ἕνα ὁμοίωμα τοῦ Λαζάρου, καὶ τραγουδοῦν τοὺς «Ἀγερμούς»: -Λάζαρε, πές μας τί εἶδες, εἰς τὸν Ἅδη ποῦ ἐπῆγες; -Εἶδα φόβους, εἶδα τρόμους, εἶδα βάσανα καὶ πόνους. Δῶστε μου λίγο νεράκι, νὰ ξεπλύνω τὸ φαρμάκι. Τῆς καρδούλας μου τὸ λέω, καὶ μοιρολογῶ καὶ κλαίω. Τοῦ χρόνου πάλι νά ῾ρθουμε, μὲ ὑγεία νὰ σᾶς βροῦμε. Στὸν οἶκο σας χαρούμενοι, τὸν Λάζαρο νὰ ποῦμε. Σὲ τοῦτο τ᾿ ἀρχοντόσπιτο πέτρα νὰ μὴ ραΐσει. Καὶ ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ, χρόνια πολλὰ νὰ ζήσει. Νὰ ζήσει χρόνια ἑκατό, καὶ νὰ τὰ ξεπεράσει. -------------------------------------- ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ (Παραδοσιακὸ Κυπριακό) Ἔαρ ἡμῖν ἐπέφανεν, τοῖς πᾶσι τὸ μηνῦον τὴν τοῦ Λαζάρου ἔγερσιν, ξένον, φρικτὸν σημεῖον. Ἄνθη καὶ ρόδα εὔοσμα, κατάνυξις ψυχῆς τε, καὶ λέγω σας, ἀκροαταί, εἰς τὴν χαρὰν νὰ εἶσθε. Ἀκούσατε τὴν ἔγερσιν τοῦ τεταρταίου φίλου καὶ τὴν χαράν, ἣν ἔλαβον αἱ ἀδελφαὶ ἐκείνου, διὰ νὰ καταλάβετε τί εἶναι θεία Ἀγάπη καὶ πὼς ψυχὴ λυτρώννεται ἀπὸ πικρὸν τὸν Ἅδην, ὡς καὶ αὐτὸς ὁ Λάζαρος, ὅστις εἶχεν ἀγάπην μὲ τὸν Δεσπότην τὸν Χριστόν, πολλήν, καθαρωτάτην. Ἀρχίζω τὴν διήγησιν κι ὅλοι ἀκροασθεῖτε μὲ πόθον καὶ μὲ προσοχήν, γιὰ νὰ ὠφεληθῆτε. Ὁ Λάζαρος κατήγετο ἀπὸ τὴν Βηθανίαν καὶ τὸν Χριστὸν ἐδέχετο μὲ περισσὴν φιλίαν. Εἶχεν καὶ δύο ἀδελφάς, τὴν Μάρθαν καὶ Μαρίαν, εἶχον ἀγάπην περισσὴν καὶ καθαρὰν καρδίαν. Αὐτὸς λοιπὸν ἠσθένησεν ἀσθένειαν μεγάλην καὶ πυρετὸς τὸν ἔβαλεν, κι εἶχεν μεγάλην ζάλην. Μὰ ὁ Χριστὸς εὑρίσκετο εἰς μίαν ἄλλην πόλιν μὲ ὄχλον πολυάριθμον ὁμοῦ καὶ ἀποστόλοι. Τοῖς μαθηταῖς του ἔλεγεν μὲ τὴν βραχυλογίαν, «σηκοῦτε νὰ ὑπάγωμεν πάλιν στὴν Βηθανίαν, ὁ Λάζαρος κεκοίμηται καὶ θέλω νὰ κινήσω, διὰ νὰ πάγω πρὸς αὐτὸν καὶ νὰ τὸν ἐξυπνήσω.» Οἱ μαθηταῖς δὲν ἐννοοῦν τὸ τί ῾θελεν νὰ εἴπῃ, ὁ Λάζαρος ἀπέθανεν, κι εἶναι μεγάλη λύπη, ἡμέρες εἶναι τέσσερεις, ποὺ εἶναι πεθαμμένος καὶ εἰς τὸν τάφον βρίσκεται κ᾿ εἶναι λαζαρωμένος. Τότε λοιπὸν ξεκίνησαν νὰ πᾶν στὴν Βηθανίαν οἱ ἀποστόλοι κι ὁ Χριστὸς καὶ ὅλ᾿ ἡ συνοδεία. Ἡ Μάρθα τοὺς προϋπαντᾶ μὲ θρήνους καὶ μὲ γόους καὶ προσκυνοῦσα τὸν Χριστόν, λέγει αὐτοὺς τοὺς λόγους: «Ἂν ἦσο ὧδε, Κύριε, o Λάζαρος, ὁ φίλος ποτὲ δὲν θὰ ἀπέθνησκεν τὸ βέβαιον ἐκεῖνος.» Κι ὁ Ἰησοῦς μας ὁ Χριστὸς τότε συνεκινήθην: «Μάρθα, Μαρία, μὴν κλαῖτε, μόνον ἔχετε πίστιν ὁ γὰρ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσει.» Λέγ᾿ ἡ Μαρία, «Κύριε, ξεύρω, ὅσ᾿ ἂν αἰτήσῃς, Σοῦ τὰ χαρίζει ὁ Θεός, ἂν θέλῃς καὶ ὁρίσῃς». Τῆς λέγει «ποῦ τεθήκατε τὸν Λάζαρον τὸν φίλον, ὑπάγετε οὖν ἔμπροσθεν καὶ δείξατέ μοι ἐκεῖνον». Καὶ παρευθὺς ἐπρόσταξεν τοῦτον νὰ ποιήσουν, τὸν λίθον ἐκ τοῦ μνήματος νὰ τὸν ἀποκυλίσουν. Ἐπάνωθεν τοῦ μνήματος ἐστάθην καὶ δακρύζει. Κι ὡς ἄνθρωπος ἐδάκρυσεν μὲ εὐσπλαχνίαν, νὰ δείξει τὴν συμπάθειαν καὶ τὴν ἐπιεικείαν, καὶ ὡς Θεὸς ἐφώναξεν μίαν φωνὴν μεγάλην, «Λάζαρε, δεῦρο ἔξελθε», κι ἠκούσθην εἰς τὸν Ἅδην. Ὁ Ἅδης ἀναστέναξεν, ἔτρεμεν, ἐφοβεῖτον, ὡς ἤκουσεν τοῦ Ἰησοῦ τὴν θεϊκὴν φωνήν του τὸν Λάζαρον ἀπέλυσεν εὐθὺς καὶ τὸν ἀφίνει καὶ τὸν βιάζει μάλιστα μήπως ἐκεῖ ἀπομείνῃ. Ἐξῆλθεν οὖν ὁ Λάζαρος ἔξω λαζαρωμένος, κίτρινος, μαῦρος καὶ χλωμὸς καὶ τεταπεινωμένος. Ἐπρόσταξεν κι ἐλύσαν του τὰς χεῖρας καὶ τὰς πόδας, καὶ πῆγεν εἰς τὸν oἶκον του μονάχος ... |
ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου